Κριτική: Μηνάς Στραβοπόδης – «Ο επαναστάτης της αβύσσου» (Εκδόσεις Αρμός)

Ο Μηνάς Στραβοπόδης στο πρώτο του μυθιστόρημα, με το οποίο μας συστήνεται στη λογοτεχνική κοινότητα, «Ο επαναστάτης της αβύσσου», καταπιάνεται με ένα ομολογουμένως απαιτητικό θέμα, όντας επηρεασμένος από τις φιλοσοφικές αναφορές του Νίκου Καζαντζάκη. Θέμα το οποίο περιστρέφεται γύρω από το υπαρξιακό ερώτημα του N. Τσερνισέφσκι «Τί να κάνουμε;» ή, εάν προτιμάτε, γύρω από το εξίσου σοβαρό ερώτημα «Τί εστί άνθρωπος» του Σοφοκλή, του Αριστοτέλη και του Πινδάρου.

Ο συγγραφέας διαμορφώνει ένα πλέγμα αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στο χρόνο και το χώρο. Επιχειρεί, μέσα από την προσωπική μαρτυρία και την οπτική του ήρωα της ιστορίας, να σχηματοποιήσει τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις της βιωμένης εμπειρίας ως πραγματικότητας. Με άλλα λόγια, δεν περιγράφει απλώς μία κατάσταση πραγμάτων, αλλά, αντίθετα, επενδύει στην αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων θέασης αυτών. Δεν σκηνοθετεί την αλήθεια. Αναζητά τα υπολείμματα αυτής σε κάθε πτυχή των ανθρώπινων συμπεριφορών και πράξεων. Για να εξηγήσει τις καταστάσεις στις οποίες δεσμεύεται και ισορροπεί επικινδύνως ο ήρωάς μας, κατασκευάζει τον φαντασιακό κόσμο των ψευδαισθήσεων ως «από μηχανής Θεό», ο οποίος με τη σειρά του απαντά στις αλλεπάλληλες προκλήσεις του πρωταγωνιστή. Μονάχα που στην περίπτωσή του οι απαντήσεις έχουν άλλοτε αλληγορική μορφή και άλλοτε επεξηγηματική μορφή. Ο ήρωας μοιάζει ολοένα περισσότερο να βυθίζεται σε έναν κόσμο ονείρου, από τον οποίο δεν δύναται να εντοπίσει το σημείο διεξόδου. Αυτή ακριβώς η αποδέσμευση από την πραγματικότητα έχει χαρακτήρα αποστροφής. Η τελευταία, μέσα από τις αλληλοσυγκρουόμενες καταστάσεις, υπονομεύει σε κάθε τη βήμα της επιθυμία για ζωή και δημιουργία. Ο κεντρικός ήρωας αποφασίζει να αναμετρηθεί όχι στο πεδίο αναφοράς του παρόντος χρόνου, αλλά στον κόσμο της φαντασιακής θέσμισης της κοινωνίας. Δημιουργεί τεχνητά πρόσωπα τα οποία υποκαθιστούν την βούληση της ατομικότητάς του για επιβεβαίωση, σε μία πραγματικότητα ολικής αποδόμησης. Ο «ηλικιωμένος» άνδρας, εις εκ των προσώπων, αντιπροσωπεύει την εκάστοτε στιγμή την ώριμη συνείδηση. Βρίσκεται «εκεί» για να νουθετήσει και να καθοδηγήσει το νέο στις περιπλανήσεις της ζωής. «Ελευθερία υπάρχει, μα όχι εδώ, όχι όσο κουβαλάς αυτό το σώμα, όχι όσο πατάς σε αυτό το χώμα, όχι όσο αναπνέεις αυτό τον αέρα […] Όχι, δεν είσαι ελεύθερος. […] Είναι οι αισθήσεις σου, αυτές είναι που σε περιορίζουν…» (σελ. 36). 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Και από την αφετηρία των περιορισμών ως καταστάλαγμα του βίου, ο ήρωάς μας εξειδικεύει την πραγματικότητα μέσα από την περιγραφή της. Οικονομική κρίση, κατάρρευση των κοινωνικών δομών, φτωχοποίηση και αίσθημα ανασφάλειας κυριαρχούν στις οπτικές προσλήψεις των ανθρώπων. Ο θάνατος έχει καταστεί απλό αριθμητικό σύμβολο μίας καθημερινής και επαναλαμβανόμενης ανακοίνωσης, δίχως ταυτότητα και περιεχόμενο. Τα καταστήματα μαζικής κατανάλωσης έχουν αντικαταστήσει τον δημόσιο χώρο κοινωνικοποίησης. Τα άτομα βιώνουν μία καθολική αναντιστοιχία με την έννοια της «κανονικότητας». Αποδέχονται την κατάσταση όπως δομείται στα ΜΜΕ και τις πηγές παραπληροφόρησης και καταλήγουν στον αυτοπεριορισμό. Σε αυτό το σημείο ο ήρωάς μας συναντά την προοπτική της «επανάστασης». Η ήττα, που σημαδεύει την πορεία της, αυθεντικοποιεί την ιδέα και της προσδίδει υπόβαθρο. Η ανατροπή των παραδεδεγμένων αληθειών ομοιάζει με εξιλέωση, ενώπιον μίας αδημονούσης καρτερίας για ζωή. Σε αυτή την κατεύθυνση, η ιδέα αντικρύζει στο πρόσωπο της πράξης την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στην επιθυμία και τη δυνατότητα υλοποίησής της. Και είναι η αδυναμία, εν τέλει, που παρακινεί τον ήρωα να φτάσει τον σκοπό, έστω και υπό την θέαση της υποβάθμισης της αλήθειας. Στρέφεται ενάντια στην αδράνεια. Υπογραμμίζει την αξία της τόλμης και εμπλουτίζει την αντίσταση στην κορύφωση της αυταρχικότητας των μέσων που αξιοποιούνται προς καθυπόταξη των μελών της πολιτείας. 

Θύμα της πορείας των πραγμάτων θα στιγματιστεί και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής. Η στάση του έναντι των πραγμάτων, ο πόθος για αλλαγή πλεύσης της κοινωνικής σύμβασης, τον θέτουν στο περιθώριο των ενστάσεων και τον μετατρέπουν σε ερευνητικό προϊόν, εντός ψυχιατρείου. Ο λόγος έχει απωλέσει την αξία του και τη θέση του έχει εγκολπωθεί ο παραλογισμός. «Σε μια προσπάθεια για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του ο άνθρωπος, έχασε τον εαυτό του, έχασε την ειδοποιό διαφορά του, που τον ξεχωρίζει από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο» (σελ. 158) και ο άνθρωπος καταλήγει στην αποδοχή της εκμηδένισής του σε όφελος της νομιμοποίησης του λόγου της κυρίαρχης εξουσίας. Εκείνο που χαρακτηρίζει την τελευταία είναι η ωμότητα. Μεταχειρίζεται την ανθρώπινη υπόσταση ως πειραματικό στάδιο ενός εξελισσόμενου εκσυγχρονισμού της καθυπόταξής της και της, παράλληλης, υπηρεσίας στα κέντρα συμφερόντων, οικονομικών και πολιτικών κάθε λογής. Τα τελευταία μεταβάλλουν τα ιδεολογικά τους σχήματα και τη μορφή έκφρασης μέσα στο χρόνο. Ο άνδρας της τρίτης ηλικίας, η ώριμη «συνείδηση» του ήρωα, επεξηγεί, επιφανειακά μεν αλλά ουσιαστικά δε, την δισυπόστατη φύση των ιδεολογιών και τα συντρίμμια που αφήνει πίσω της στο τέλος της εκάστοτε πορείας. Μία, χομπσιανής σύλληψης, αντίληψη του αγώνα όλων εναντίον όλων μεταφράζεται ως αποτέλεσμα αυτής και ενισχύει τη βία ως επιστέγασμα της κοινωνικής ενσωμάτωσης. Πράγματι, στο διάβα της ιστορίας, νεκραναστημένες πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές αποκτούν σάρκα και οστά, επαναφέροντας στο προσκήνιο εφιάλτες κλειδωμένους μέχρι πρόσφατα στα μουσειακά εκθέματα παραδειγματισμού και αποτροπής. Στο κέντρο αυτής της εξέλιξης, ο ήρωάς μας βιώνει τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη σε προσωπικό τόνο. Η κόλαση, το καθαρτήριο και ο παράδεισος μετατρέπονται στα προσωπικά βιώματα υπερνίκησης της αισθητικής και οδηγούν στην αναμόρφωση του δρώντος υποκειμένου. Ωστόσο, το τίμημα αυτής μοιάζει εκκωφαντικό. Ο θάνατος χαιρετίζει σε κάθε του στιγμή την αξία των πραγμάτων και ο πρωταγωνιστής επιστρέφει στον κύκλο των ψευδαισθήσεων για να διεκδικήσει την παραμονή στην επιφάνεια. Η ψυχή και ο έρωτας μεταπλάθουν την κορύφωση της τραγωδίας. Ο αγώνας για ζωή, που ακροβατεί σε τεντωμένο σκοινί, ολοκληρώνει την ταύτισή του με την ανάγκη για ριζική ανατροπή των αιτιών που την υποβιβάζουν σε συμπλήρωμα μίας κακοτεχνίας. Ο πρωταγωνιστής, συνθέτοντας διαφορετικές πτυχές της ιστορίας, του χρόνου και του χώρου, πλέκει με τέχνη την επιθυμία για δικαιοσύνη σε έναν κόσμο που δεν εκπαιδεύτηκε να τη θεωρεί κτήμα της αλήθειας.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ