Κριτική: Πέλα Σουλτάτου – «Η θάλασσα δεν είναι μπλε» (Εκδόσεις Καστανιώτη)

Τριάντα δύο διηγήματα με άρωμα καλοκαιριού και κρητικής υπαίθρου περιέχει το νέο βιβλίο της Πέλας Σουλτάτου Η θάλασσα δεν είναι μπλε. Άλλα μικρότερα κι άλλα μεγαλύτερα, μα όλα ολόδροσα, με προσεγμένο λόγο και αφηγηματική και θεματική ποικιλία, συντελούν “μία φαντασμαγορία μύθων, τεράτων και αποκαλύψεων”, όπως περιγράφεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.

Κάποια από αυτά είναι αινιγματικά και αμφίσημα, άλλα πιο συγκεκριμένα. Άλλα διαδραματίζονται στο παρελθόν και άλλα στο παρόν. Το βάρος πάντως, δίνεται εμφανώς στα διηγήματα τα οποία αφορούν τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και τη ζωή της κρητικής υπαίθρου, όπως στην Ονειροδίνη. Εδώ η αθάνατη ελληνική πραγματικότητα και οι Ελληνάρες παρουσιάζονται σε όλο τους το μεγαλείο. Η πατριαρχία, η καταπίεση των γυναικών, ο μικροαστισμός της επαρχίας και η αμφισβήτηση της πίστης στον Θεό φαίνεται ότι είναι θέματα που απασχολούν τη συγγραφέα:

“…η επαφή μου με τα χωριά της ορεινής Κρήτης μού προκάλεσε αποστροφή προς τη μητρότητα. Κι αυτό γιατί έβλεπα νέες γυναίκες, ακόμα και ανήλικες, δεκαέξι, δεκαεπτά χρονών, να έχουν αποκτήσει παιδιά, να έχουν εγκλωβιστεί πρώιμα σε έναν ρόλο ο οποίος θα τις απέκοπτε από οποιαδήποτε άλλη προοπτική, όπως σπουδές, ταξίδια, εμπειρίες, έρωτες, τρέλες, ανεμελιά κ.α. Κι η Εκκλησία βάζει το χεράκι της στην καταπίεση της γυναίκας…”

Οι περιγραφές είναι ιδιαίτερα καλοδουλεμένες και γενικότερα ο λόγος της συγγραφέως έχει αναπτυγμένη περιγραφική και αναλυτική διάθεση. Συχνά υποδηλώνονται παραδοξότητες μέσα από τις περιγραφές, όπως στο παρακάτω απόσπασμα:

“Στη διαδρομή ανάμεσα στα δέντρα, ο ήλιος έλαμπε αλλιώς πέφτοντας στα πυκνά μαύρα μαλλιά του, στις βλεφαρίδες των αδιανόητα όμορφων ματιών του. Η φύση ευώδιαζε με όλη της τη δύναμη, ώστε ακόμα και τα σκυλοκούραδα ανέδιδαν κάποια παραδείσια μυρωδιά”.

Έπειτα, ο υπερρεαλισμός και το υπερφυσικό είναι ένα στοιχείο το οποίο συναντάται σε πολλά από τα διηγήματα:

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

“Το τρελό από ίμερο ζευγάρι πήδηξε μέχρι το ταβάνι από τη χαρά του. Έπειτα προσπάθησαν να προσγειωθούν στην τραπεζαρία αλλά ήταν πια αδύνατο. Όπως δύο ιπτάμενες φιγούρες του Σαγκάλ, γλίστρησαν έξω από το μισάνοιχτο παράθυρο, πέταξαν ίσαμε μια εκκλησία, παντρεύτηκαν χορεύοντας τον Ησαΐα γύρω από τον πολυέλαιο του ναού κι έπειτα, με τα στέφανα πάνω στο κεφάλι, κατευθύνθηκαν προς το σπιτικό τους”.

Η ειρωνεία και ο αυτοσαρκασμός δεν λείπουν επίσης από το σκηνικό κάποιων διηγημάτων:

“Θαρρώ χαίρεσαι όταν με αποκαλούν “συγγραφέα”. Αλλά δεν είμαι. Πολύ περισσότερο δε νιώθω λογοτέχνιδα. Είναι βαρύγδουποι τίτλοι, ειδικά για ανθρώπους ταπεινής καταγωγής όπως εγώ. Εξάλλου, δε γνωρίζω αν έχω κλίση στο γράψιμο. Μα είχα κλίση. Αυτό το ξέρω”.

Τα “τέρατα” συνυπάρχουν, ακόμα, αρμονικά με τους ανθρώπους: “Η Φωτιά θέλησε να τον ακολουθήσει. Πυρκαγιά, το σπίτι τους στάχτη. Αυτή δεν υπάρχει πια, αλλά αυτός ακόμα τρέχει να γλιτώσει”.

Αναμνήσεις, είτε αυτοβιογραφικές της συγγραφέως, είτε αυτοδημιούργητες των ηρώων δίνουν τον πιο ανθρώπινο τόνο στα διηγήματα και τονίζουν το ρεαλιστικό στοιχείο, το  οποίο συνυπάρχει με το υπερρεαλιστικό.

“Έτσι έχανα το ένα μετά το άλλο τα επεισόδια της αμερικανικής σειράς, αλλά μάθαινα να φτιάχνω χειροτεχνίες, να τραγουδώ πιο σωστά, δηλαδή από το στομάχι και όχι από το λαρύγγι, και στράφηκα από την ποπ στιχουργία σε ποιήματα χωρίς ομοιοκαταληξία και χωρίς κανένα νόημα”.

Αποκαλύψεις, διαπιστώσεις και εκ βαθέων εξομολογήσεις που ξαφνιάζουν δεν αποφεύγονται επίσης: “Έριξα μια δαγκωνιά στην τροφαντή γάμπα του μωρού. Κάποιος έπρεπε να την πληρώσει. Παιδί ήμουν, δεν ήμουν κι ο Χριστός, όλους να τους συγχωράω”.

Τέλος, ο έρωτας, ο οποίος σπάνια λείπει από οποιοδήποτε ανθρώπινο συγγραφικό πόνημα και κινεί μονίμως τα νήματα: “Ο έρωτας είχε πια φανερωθεί στο χάραμα της μέρας. Η Κωστούλα τον είχε επίσης ερωτευτεί από την πρώτη στιγμή, όταν διασταυρώθηκαν τα βλέμματά τους καθώς εκείνη κουτσοκόρφιζε στο διπλανό αμπέλι κι εκείνος παρίστανε τον επιστάτη. Και τον ερωτεύτηκε όχι γιατί ήταν το αφεντικό, μα γιατί έτσι απλά ταίριαζαν, όπως φάνηκε στα εβδομήντα δύο χρόνια που έζησαν ως ζευγάρι”.

Το Η θάλασσα δεν είναι μπλε λοιπόν, με το καλοκαιρινό εξώφυλλο και τον φαινομενικά παράδοξο τίτλο που φανερώνει μια κρυμμένη αλήθεια- ότι η θάλασσα πράγματι δεν είναι μπλε, αλλά διάφανη-δεν είναι παρά μία ανάλαφρη και ευκολοδιάβαστη μεν, αλλά συνάμα και προσεγμένη αναγνωστική πρόταση εν όψει του θέρους που καραδοκεί.

Η θάλασσα δεν είναι μπλε και άλλες αποκαλύψεις
Εκδόσεις Καστανιώτη
ISBN: 978-960-03-6871-0
Τιμή: 15€