Κριτική: Άγις Ντούλιας – «Ψηφιακό Εγώ» [Εκδόσεις 24 Γράμματα]

Ως βιβλίο αφύπνισης μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το νέο πόνημα του πρωτοεμφανιζόμενου στον χώρο της λογοτεχνίας Άγι Ντούλια, με τίτλο “Ψηφιακό Εγώ“. Πρόκειται για ένα σύγγραμα το οποίο φιλοδοξεί να μας βάλει σε σκέψεις σχετικά με τους κινδύνους που παραμονεύουν από την κατάχρηση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Εντάσσεται στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας ή, όπως αποκαλούνται συνήθως τελευταία αυτού του είδους τα βιβλία, στον χώρο του δυστοπικού μυθιστορήματος.

Βρισκόμαστε στην Αθήνα του 2046 μ.Χ. Τίποτε, όμως, δεν είναι πολύ διαφορετικό απ’ ότι το γνωρίζουμε σήμερα. Δεν υπάρχουν ούτε ρομπότ, ούτε ιπτάμενα αυτοκίνητα, ούτε και κατεστραμμένο φυσικό περιβάλλον. Κι όμως, κάτι, έχει αλλάξει δραματικά σε σχέση με τον τρόπο που ζούμε σήμερα… Κι αυτό δεν είναι παρά ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι σερφάρουν στο διαδίκτυο αλλά και γνωρίζονται μεταξύ τους.

Οι υπολογιστές και τα κινητά τηλέφωνα έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και η πρόσβαση στον ψηφιακό κόσμο γίνεται πλέον με την κατάποση ενός απλού χαπιού. Ο ψηφιακός κόσμος ενεργοποιείται με την απλή σκέψη του χρήστη.

Όλοι έχουν Προφίλ στο Δίκτυο, κάτι αντίστοιχο με το σημερινό Facebook, αλλά πολύ πιο προχωρημένο, και συγχρόνως παρεμβατικό στις ζωές των ανθρώπων. Οι άνθρωποι μαθαίνουν τα πάντα ο ένας για τον άλλο απλά και μόνο κοιτώντας  το Προφίλ του άλλου, πριν ακόμη έρθουν σε επαφή πρόσωπο με πρόσωπο! Στόχος του καθενός είναι να έχει άφθονους “διαδικτυακούς φίλους”, να αναρτήσει όσες περισσότερες φωτογραφίες με στιγμιότυπα της ζωής του μπορεί και να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερα “like”. Οι ελάχιστοι που δεν αποτελούν μέρος του Δικτύου, αντιμετωπίζονται μειωτικά και ρατσιστικά από τους υπόλοιπους “προχωρημένους”. Οι τελευταίοι δεν θέλουν να έχουν καμιά απολύτως σχέση με αυτούς τους “επικίνδυνους οπισθοδρομικούς”.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

“Αν κάτι δεν υπάρχει αναρτημένο στο Δίκτυο, τότε δεν υπάρχει καθόλου”, “Πρέπει να δείχνουμε χαρούμενοι”, “Αν δεν κάνεις αναρτήσεις είσαι μηδενικό, δεν μετράς”, “Δημοσιεύω άρα υπάρχω”, έτσι μας λένε οι φανατικοί του Δικτύου στο βιβλίο του Α.Ν.

Τι γίνεται όμως με τους πραγματικούς φίλους, με την πραγματική ζωή; Οι άνθρωποι είναι άραγε ευτυχισμένοι ζώντας απορροφημένοι σχεδόν εξολοκλήρου σε αυτή την πλαστή εικονική πραγματικότητα; Κάποιοι είναι, ή, πιο σωστά, νομίζουν ότι είναι. Πρόκειται για εκείνους που δεν σκέφτονται και πολύ, δεν ανησυχούν για τίποτε και, ταγμένοι στις επίγειες απολαύσεις, κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου. Αυτοί αρνούνται να βάλουν το μυαλό τους να σκεφτεί, ένα μυαλό το οποίο κάθε μέρα ναρκώνεται όλο και περισσότερο από το Δίκτυο.

Υπάρχουν όμως-ευτυχώς- και αυτοί οι λίγοι που σκέπτονται περισσότερο, αυτοί που ανησυχούν και είναι πιο πρόθυμοι να αλλάξουν στάση ζωής. Υπάρχουν ακόμη και οι γενναίες ψυχές, οι αρνητές του Δικτύου, οι οποίοι αρνούνται να απαρνηθούν την πραγματική ζωή χάριν της ψηφιακής.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Άνθρωποι με καλλιτεχνικές ανησυχίες λοιπόν, άνθρωποι σκληροί, άνθρωποι λάγνοι, άνθρωποι που νοιάζονται για τους φίλους τους, άνθρωποι εγωιστές και άνθρωποι που έχουν κάτι να κρύψουν… Όλοι αυτοί οι χαρακτήρες συναντώνται στο “Ψηφιακό Εγώ”.

Πρωταγωνιστές είναι τέσσερις φίλοι που γνωρίζονται από παιδιά. Ο Α. Ν. σκιαγραφώντας τους διαφορετικούς χαρακτήρες τους θα μας διηγηθεί την ιστορία του μέσα από την επισκόπηση των ζωών τους. Ο πραγματικός χαρακτήρας, όμως, του κάθενός, θα φανεί στο τέλος, όταν θα πέσουν οι μάσκες.

Αξιοσημείωτη είναι η προσπάθεια του συγγραφέα να μας μεταφέρει στο κλίμα της οθόνης, και πιο συγκεκριμένα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, με τους τίτλους τον κεφαλαίων του, με τις αναρτήσεις των “Προφίλ” που χρησιμοποιεί για να παρουσιάσει τους ήρωές του, αλλά και με το λιτό συγγραφικό του ύφος, ένα ύφος το οποίο, όμως, δεν αγνοεί τα συναισθήματα των ηρώων του. Απεναντίας, αυτά ακριβώς είναι που θέλει να αναδείξει ο συγγραφέας, ο οποίος προσπαθεί να μας κάνει να νιώσουμε την ανασφάλεια και τη  μοναξιά των ηρώων του σε αυτή την απεχθή ψηφιακή εποχή.

“Θέλω να με ξέρουν όσοι θέλω εγώ να με ξέρουν”, “Όσοι άνθρωποι και να σε περιβάλλουν, στο τέλος τέλος ο καθένας είναι μόνος του”, τέτοιες είναι οι απεγνωσμένες εκκλήσεις των ηρώων του βιβλίου, αλλά και του ίδιου του συγγραφέα.

Διότι, πίσω από τη φωνή της κεντρικής ηρωίδας που αρνείται να ενταχθεί στο Δίκτυο, εντοπίζουμε τον ίδιο τον συγγραφέα και τις ανησυχίες του. Αυτός/αυτή- η ηρωίδα-φαίνεται να διαφέρει από τους υπόλοιπους  φανατικούς της κοινωνικής δικτύωσης και αισθάνεται σαν ψάρι έξω από το νερό σε τέτοιες παρέες. Ο συγγραφέας ως δάσκαλος στο επάγγελμα, είναι επίσης αυτός που κρύβεται πίσω από τη δασκάλα ηρωίδα του, η οποία αγαπά τη δουλειά της και μοιράζεται τη σκέψη της γι’ αυτή με τους αναγνώστες.

Ο Α. Ν. επέλεξε τη συγγραφή ως μέσο έκφρασης για να μας κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου παρουσιάζοντάς μας τον απεχθή κόσμο προς τον οποίο βαδίζουμε ολοταχώς. Θέλει να μας υπενθυμίσει το γεγονός ότι έχουμε χάσει πια την επαφή μας με τη φύση, με τα βιβλία, με τους συνανθρώπους μας, εν ολίγοις με την ίδια την πραγματική ζωή. Μας παροτρύνει να σκεφτόμαστε όσα μας σερβίρουν και να μην τα δεχόμαστε όλα αδιακρίτως ως τετελεσμένα.

Το “Ψηφιακό Εγώ” γεννά ερωτήματα σχετικά με τη φιλία, με τις ανθρώπινες σχέσεις και την ανθρώπινη φύση. Πόσο “εξαρτημένοι” είμαστε τελικά από τις αναρτήσεις μας στο Διαδίκτυο; Ζούμε άραγε πραγματικά; Ποιοι είναι οι πραγματικοί μας φίλοι και τι ακριβώς προσδιορίζει τη λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον φίλο και τον γνωστό; Μπορούμε να αλλάξουμε τη ζωή μας αν το αποφασίσουμε; Σε τέτοιου είδους ερωτήματα επιχειρεί να δώσει απαντήσεις το βιβλίο του Α. Ν., με σκοπό όχι μόνο να μας ψυχαγωγήσει αλλά, κυρίως, να μας βάλει σε σκέψεις σχετικά με τα μελλούμενα.