Κριτική / «Από τα ορφανά» του Δημήτρη Κολοβού (Εκδόσεις Ρώμη): Ποιήματα που ψάχνουν καταφύγιο

Ο Δημήτρης Κολοβός, απόφοιτος του μεταπτυχιακού τμήματος Εφαρμοσμένης Λογιστικής και Ελεγκτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και ενεργός στα καλλιτεχνικά δρώμενα της Θεσσαλονίκης (κείμενά του έχουν ακουστεί στο πλαίσιο της θεατρικής ομάδας του ΠΑΜΑΚ σε συνεργασία με το ΚΘΒΕ Πολυφωνικά αναλόγια, ενώ το πρώτο του θεατρικό, «Φιλοξενούμενοι», παρουσιάστηκε ως work in progress στο χώρο της ομάδας Σχήμα εκτός Άξονα) μας συστήθηκε στα ελληνικά γράμματα με την πρώτη του ποιητική συλλογή «Από τα ορφανά» που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο από τις εκδόσεις Ρώμη.

Πρόκειται για ένα corpus ποιημάτων, τα οποία, ξεκινώντας από την προμετωπίδα της συλλογής, μας χαρίζονται από το δημιουργό σαν ένα σύνολο διαδοχικών αποσπασμάτων που χωρίς να φέρουν τίτλο, περιπλανώνται στις σελίδες της ’’ορφανά’’. Η διάθεση αυτή του δημιουργού να παρουσιάσει το έργο του χωρίς να το ντύνει με μικρούς τίτλους ή υποενότητες προξενεί εξ αρχής το ενδιαφέρον του αναγνώστη, καθώς στην ουσία δεν πρόκειται για κείμενα ορφανά, εφόσον διαθέτουν πατέρα, αλλά για κείμενα ’’άτιτλα’’ που του δημιουργούν έντονη την αίσθηση της συνέχειας, ενώ του χαρίζουν την ελευθερία και την ευθύνη να τα διαβάσει, όπως αυτός νομίζει ή αισθάνεται.

Στην παρουσίαση μιας ποιητικής συλλογής η λέξη αίσθηση μάλλον παίζει καθοριστικό ρόλο. Η αίσθηση της ποιητικής συλλογής του Δ. Κολοβού θυμίζει ίσως αυτή μιας βόλτας την ώρα του δειλινού που σε ωθεί σε μια ρομαντική αναζήτηση, αλλά τελικά καταλήγει σε μια διάχυτη μελαγχολία. Πρόκειται για έναν τόνο εξομολογητικό και έντονα προσωπικό με το β΄ γραμματικό πρόσωπο να ξεχωρίζει για να υπογραμμίσει το ’’εγώ’’ και την ανάγκη του να εκφραστεί. Ένας λόγος άμεσος και συχνά καθημερινός σε αρκετά σημεία παραπέμπει σε beat(nik) απηχήσεις. Οι επιλεκτικές, βέβαια, μυθικές αναφορές υπενθυμίζουν την ελληνική καταγωγή των ποιημάτων, ενώ ο αισθησιασμός σε συνδυασμό με τον σαρκασμό, τοποθετούν τα ποιήματα αυτά κοντά στην εποχή του σήμερα, όπου ο εσωτερικός κόσμος και ο λυρισμός συνδυάζονται με την ταχύτητα και την ωμότητα της εξέλιξης και της τεχνολογικής προόδου.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η αίσθηση της ’’ρομαντικής’’ μελαγχολίας δεν πρέπει, βέβαια, να μας παραπλανήσει. Αυτή προκύπτει κυρίως από την συνειδητοποίηση της κεντρικής μορφής της συλλογής, του ’’ερωτοβάμωνα’’, ο οποίος συνειδητοποιεί τις στιγμές που τελικά αξίζει να αφηγηθεί για να γίνουν ποίημα. Από τον λόγο του Δ. Κολοβού δεν λείπει, ωστόσο, ο μεταφυσικός προβληματισμός, η αναμέτρηση με ζητήματα όπως η ενηλικίωση και η κοινωνική καταπίεση που βιώνει το άτομο στην προσπάθειά του να ισορροπήσει ανάμεσα στη μοναξιά και τη συνύπαρξη.

Η μορφή της συλλογής χωρισμένης σε μικρές στροφές θυμίζει ποίημα-πεζό ή μικροïστορίες. Η εντύπωση αυτή ενισχύεται από την κάπως φλύαρη- για την ποιητική γραφή- στίξη που συνοδεύει τα ποιήματα-αποσπάσματα. Οι μικρές αυτές ενότητες φαίνονται αυτοτελείς και αποσπασματικές, αλλά την ίδια στιγμή συναποτελούν ένα ευρύτερο σύνολο χαρίζοντας στη συλλογή ακόμα ένα στοιχείο με το οποίο εκφράζει την ίδια την εποχή στην οποία γεννήθηκε, αυτό της αποσπασματικότητας. Συγχρόνως, ο όρος αυτός δικαιολογεί τη ’’ρομαντική’’ συνομιλία τους, όπως ήδη αναφέρθηκε, εφόσον το απόσπασμα παραπέμπει στην καρδιά αυτού του ρεύματος.

Ενίοτε σκοτεινά και ενίοτε με μια διάθεση διαμαρτυρίας τα ποιήματα «Από τα ορφανά» αν και ακούγονται από μια φωνή ακόμα ’’υπό διαμόρφωση’’, αξίζει να διαβαστούν. Μας θυμίζουν με την νεανική τους ορμή και ίσως σε κάποιες στιγμές απολυτότητα, την ανάγκη του ανθρώπου να συνεχίσει  να γράφει και να διαβάζει ποίηση και παρά τη δύναμη που του ασκεί η εικόνα και η οθόνη να ανατρέχει πάντοτε, όπως γράφει ο Δ. Κολοβός, «στο πλησιέστερο χαρτί».