Κριτική / «Άρθρο 353 του Ποινικού Κώδικα» του Τανγκύ Βιέλ (Εκδόσεις Πόλις)

Ίσως είχε δίκιο ο Λε Γκοφ, ότι είχα απομονωθεί υπερβολικά τον τελευταίο καιρό, οπότε ο πρώτος που πλησιάζει και σπάει τη μοναξιά σου δεν σε νοιάζει να καταλάβεις ποιος είναι, αρκεί που όλα τρυπώνουν και εφαρμόζουν μέσα σου σαν κομμάτι παζλ που το έκοψες επίτηδες για να ταιριάζει με το περίγραμμα της ψυχής σου. Ορίστε. Ίσως αυτό να είναι το σημαντικότερο πράγμα που έμαθα τα προηγούμενα δέκα χρόνια: τελικά, αγαπάμε πάντα όποιον μας αγαπά.

Το «Άρθρο 353 του Ποινικού Κώδικα» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα Τανγκύ Βιέλ, που κυκλοφορεί στην χώρα μας. Την γέφυρα επικοινωνίας με το 7ο κατά σειρά μυθιστορηματικό έργο του συγγραφέα, οικοδόμησαν οι Εκδόσεις Πόλις, σε συνεργασία με την μεταφράστρια Χαρά Σκιαδέλλη. Πρόκειται για ένα ολιγοσέλιδο μυθιστόρημα, που βρίθει  εσωτερικού όγκου, αφού μέσα απ’ την ιστορία που υφαίνει ο συγγραφέας, μας παραχωρεί μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για την καλλιέργεια γόνιμων σκέψεων και προβληματισμών, αναφορικά με την απόδοση δικαιοσύνης, και όχι μόνο.

Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του έργου, ο αναγνώστης παρακολουθεί τη σύλληψη του πρωταγωνιστή, του Μαρσιάλ Κερμέρ, ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία του κτηματομεσίτη και μεγαλοεπενδυτή Αντουάν Λαζενέκ. Ο Μαρσιάλ μεταφέρεται στο γραφείο του δικαστή, απ’ όπου ξετυλίγει σταδιακά το κουβάρι της ιστορίας, πλέκοντας ένα, ένα τα γεγονότα που τον οδήγησαν στην απονενοημένη πράξη του φόνου, παίρνοντας τελικά τη δικαιοσύνη στα χέρια του.

Από το διαζύγιο με την γυναίκα του, τις δυσκολίες ανατροφής του ατίθασου γιου του, μέχρι τις επαγγελματικές του αποτυχίες, την ξαφνική εμφάνιση του “μεσσία” Λαζενέκ, τις κίβδηλες υποσχέσεις του, καθώς και τις εσωτερικές συγκρούσεις του πρωταγωνιστή, συγκρούσεις ηθικού κυρίως περιεχομένου, που δημιουργούνται από τη στιγμή εκείνη, που έρχεται στο φως η πραγματική ταυτότητα του Λαζενέκ, ενός απατεώνα και τυχοδιώκτη, δίχως ηθικούς φραγμούς, ο οποίος καπηλεύεται την ανάγκη για μία καλύτερη ζωή των κατοίκων του χωριού Φινιστέρ, κατασπαταλώντας τις οικονομίες τους.

Ο καιρός περνά, οι κάτοικοι του Φινιστέρ με θλίψη συνειδητοποιούν την παγίδα, στην οποία έχουν πέσει, κανείς τους όμως δε μιλά. Κανείς τους δεν αντιδρά. Σκύβουν το κεφάλι από ντροπή και απογοήτευση. Μετατρέπονται σε παθητικά όντα, και δέχονται αγόγγυστα την μοίρα τους, αφήνοντας ελεύθερο και ατιμώρητο τον Λαζενέκ να προσποιείται την αθωότητα του.

Μοναδική εξαίρεση στην παθητικότητα και σε όλη αυτή την αδράνεια που εμφανίζουν οι κάτοικοι του χωριού, θα αποτελέσει ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Μαρσιάλ, ο οποίος θα λάβει θέση στο τραγικό αυτό δίλημμα, που κατατρώει τα σωθικά της σκέψης όλων των κατοίκων του χωριού, οι οποίοι δειλιάζουν σε αντίθεση με τον Μαρσιάλ, που θα πάρει τη δικαιοσύνη στα χέρια του και θα οδηγηθεί, νιώθοντας προδομένος, ταπεινωμένος,  και  φυσικά οργισμένος, στο έγκλημα, ένα έγκλημα που όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά αναφέρει “ακόμα και οι γλάροι το ενέκριναν”.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το «Άρθρο 353 του Ποινικού Κώδικα» αποτελεί έναν μακροσκελή εσωτερικό μονόλογο, 163 σελίδων, που διαβάζεται ειλικρινά απνευστί λόγω της χειμαρρώδους γραφής του Τανγκύ Βιέλ, που σε συνδυασμό με την άκρως εξομολογητική και ταυτόχρονα εικονοπλαστική ατμόσφαιρα που χτίζει, καταφέρνει να χτίσει μία ιδιαίτερα δυνατή σχέση κατανόησης μεταξύ του αναγνώστη και του πρωταγωνιστή, καθιστώντας τελικά αναπόφευκτο το ότι κάθε αναγνώστης θα αναγκαστεί να μπει στη θέση του Μαρσιάλ, να ταυτιστεί μαζί του, και τελικά όταν φτάσει στο τέλος της ανάγνωσης αυτού του βιβλίου και θα πρέπει να ασκήσει τον ρόλο του κριτή, να τον δικαιολογήσει δίχως δεύτερη σκέψη.

Το μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα αποτελεί ένας εκτενές κοινωνικό σχόλιο που σχετίζεται με την δικαιοσύνη και την απόδοση της, ενώ ίσως το σημαντικότερο μήνυμα που μας μεταφέρει, εστιάζεται κυρίως στο γεγονός ότι το νόμιμο δεν είναι πάντα αυτονόητο ή φυσικό, αλλά πολλές φορές είναι απόρροια κοινωνικό-πολιτικών, αλλά και προσωπικών παραγόντων, που λαμβάνονται υπόψιν, μήνυμα το οποίο επιβεβαιώνεται απ’ την τελική στάση και απόφαση του δικαστή.

Μεγάλο ενδιαφέρον στις σελίδες του βιβλίου εμφανίζει και η σχέση μεταξύ του πρωταγωνιστή και του γιου του, που θα τολμούσα να πω ότι είναι μία σχέση “ανάπηρη” και αρκετά “εύθραυστη”, αφού από την μία έχουμε έναν πατέρα απόντα, αφού αδυνατεί να πλησιάζει και να κατανοήσει ουσιαστικά το παιδί του, προσπαθώντας βέβαια να σταθεί βράχος στο πλευρό του, με τον κλασικό κι απαρχαιωμένο τρόπο ενός πατέρα, και από την άλλη πλευρά έχουμε τον γιο, ο οποίος συμπεριφέρεται αντιδραστικά, κυοφορώντας εντός του έναν ανομολόγητο θυμό, που επικεντρώνεται κυρίως στο ότι δεν επιθυμεί να είναι μάρτυρας των αδυναμιών, αλλά και της τρωτής πλευράς του πατέρα του.

Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, το «Άρθρο 353 του Ποινικού Κώδικα« του Τανγκύ Βιέλ αποτελεί ένα ευχάριστο και απολαυστικό μυθιστόρημα, νουάρ αισθητικής, που ξεχωρίζει λόγω του τρόπου γραφής του. Ένα μυθιστόρημα με διττό σκοπό, αφού καταφέρνει όχι μόνο να προσφέρει ώρες αναγνωστικής χαλάρωσης, αλλά και να πυροδοτήσει μία πληθώρα σκέψεων και προβληματισμών αναφορικά με την δικαιοσύνη, την κοινωνική παθογένεια και τις ταξικές διαφορές. Ένα μυθιστόρημα που αξίζει να του αφιερώσετε λίγο από τον χρόνο σας.