Λιανοκέρια της Μικρής Πατρίδας: Διαβάσαμε το 2ο μέρος της τριλογίας του Θοδωρή Παπαθεοδώρου

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός

Τα «Λιανοκέρια της μικρής πατρίδας» αποτελούν το 2ο και πολύ αναμενόμενο μέρος της ιστορικής τριλογίας του συγγραφέα Θοδωρή Παπαθεοδώρου, αναφορικά με τον Μακεδονικό Αγώνα. Το ιστορικό αυτό μυθιστόρημα κυκλοφόρησε στις 22 Νοεμβρίου του 2018, φυσικά πάντα μέσα απ’ τις εκδόσεις Ψυχογιός.

          Έχοντας διαβάσει τις Γυναίκες της μικρής Πατρίδας και έχοντας ειλικρινά μαγευτεί τόσο απ’ την ιστορία των δύο βασικών πρωταγωνιστριών του βιβλίου, της Αρετής και της Φωτεινής, όσο και απ’ την ενδελεχή ιστορική έρευνα του συγγραφέα, η οποία τον βοήθησε στο να συνθέσει μία απόλυτα αληθοφανή μυθοπλασία και να την εντάξει αρμονικά στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής, στην οποία επιθυμούσε να αναφερθεί μέσα απ’ το βιβλίο του, περίμενα με τρομερή ανυπομονησία την κυκλοφορία του 2ου τόμου, κι αυτό γιατί το σημείο στο οποίο έριξε αυλαία το πρώτο μέρος της σειράς, ήταν πραγματικά πολύ κρίσιμο.

          Η ζωή διαγραφεί συνεχώς κύκλους και πολλές φορές οι άνθρωποι θα κληθούν να επιστρέψουν σε μέρη, καταστάσεις, ανθρώπους και ρουτίνες, οι οποίες κουβαλούν επάνω τους κάτι γνώριμο, κάτι από το παρελθόν τους. Έτσι, στα Λιανοκέρια της μικρής Πατρίδας, οι δύο κεντρικές ηρωίδες του βιβλίου, έχοντας περάσει “δια πυρός και σιδήρου” επιστρέφουν θα λέγαμε σε μία πιο ήπια φαινομενικά τουλάχιστον καθημερινότητα, μιας και μέσα τους μαίνεται μία αναπόφευκτη ηθική μάχη, σχετικά με το χρέος υπεράσπισης που έχουν και οι δύο πρωταγωνίστριες του βιβλίου απέναντι στην πατρίδα τους, την πατρίδα της καρδιάς τους, την Μακεδονία.

          Η Αρετή, επιστρέφει στην επιφανή αθηναϊκή οικογένεια για την εποχή εκείνη, που την είχε υιοθετήσει, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο μία δεύτερη ευκαιρία για μία καλύτερη ζωή. Μία ζωή μακριά απ’ την μιζέρια και την φτώχεια, μία ζωή γεμάτη ευκαιρίες για προσωπική καλλιέργεια, για σπουδές και μόρφωση, για κοινωνική ανέλιξη. Ο οικογενειακός κλοιός ωστόσο την κάνει να ασφυκτιά. Η υπερπροστατευτική μητέρα της, η ροή της αθηναϊκής ζωής των σαλονιών, ζωής αποστασιοποιημένης από τα τεκταινόμενα της εποχής στο μακεδονικό έδαφος, συνδυαστικά με την υπόσχεση που είχε δώσει κάποτε σε μία από τις μαθήτριες της, μία υπόσχεση που δεν κατάφερε εν τέλει να κρατήσει, της δημιουργούν την άσβεστη επιθυμία να επιστρέψει πίσω. Να επιστρέψει στην Μακεδονία και να αγωνιστεί τόσο για την πατρίδα της, όσο και για την διατήρηση της υπόσχεσης εκείνης, η οποία σαν Ερινύα επιστρέφει στους δρόμους του μυαλού της τα βράδια και την κρατάει ξάγρυπνη. Η τυχαία ή μοιραία θα τολμούσα να πω, συνάντηση της με μία εμβληματική ιστορική φιγούρα της Ελλάδας, θα της δώσει την ευκαιρία που έψαχνε για να βρεθεί ξανά στα μακεδονικά εδάφη.

          Η Φωτεινή παραμένει στην Θεσσαλονίκη και μέσα απ’ την νοσηλευτική της ιδιότητα προσπαθεί να συνδράμει όσο το δυνατόν περισσότερο στον Μακεδονικό Αγώνα, μέσα απ’ τον δικό της μοναδικό τρόπο, ως πληροφοριοδότρια. Ωστόσο, ο έρωτας που σαν αγριόχορτο ξεπρόβαλε αυθαίρετα, περικυκλώνοντας την καρδιά της και η σκέψη για την τύχη του αγαπημένου της, την κατατρύχουν διαρκώς. Παράλληλα, η επανεμφάνιση ενός προσώπου στην καθημερινότητα της, θα φέρει μία μικρή αναταραχή, την οποία όμως θα χρειαστεί να αξιοποιήσει δημιουργικά, ώστε να εισχωρήσει στον βουλγαρικό ιστό της πόλης και να προσφέρει με την εκμαίευση πληροφοριών στον αγώνα των Ελλήνων για την διατήρηση της Μακεδονίας. Το σκοινί στο οποίο περπατά λεπτό, θα τεντώσει σε σημείο έτοιμο να σπάσει. Ο κίνδυνος ελοχεύει στην στροφή του δρόμου, αλλά η ελπίδα παρά το άγονο έδαφος καταφέρνει να ανθίσει μέσα της…

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

          Οι πορείες των δύο κεντρικών ηρωίδων ξεδιπλώνονται εναλλάξ κεφάλαιο, το κεφάλαιο, τα οποία ολοκληρώνονται πάντα σε ένα κρίσιμο σημείο, γεγονός, που αυξάνει διαρκώς σελίδα με την σελίδα το αναγνωστικό ενδιαφέρον. Ταυτόχρονα ο συγγραφέας, ανάμεσα στα κεφάλαια που αναφέρονται στην Αρετή και την Φωτεινή παραθέτει και τις ιστορίες δευτερευόντων ηρώων, γεγονός που μας δίνει την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε τις βαρβαρότητες των Βουλγάρων, από τις οποίες πλήττονται τα χωριά της Μακεδονίας, τον ηρωισμό και τις αγωνιστικές πράξεις υπεράσπισης της Μακεδονίας καθημερινών ανθρώπων που αγαπούν την πατρίδα τους, καθώς και την σκληρότητα που κυριαρχεί στις τουρκικές φυλακές, όπου ζέχνουν φτώχεια, δυστυχία και θάνατο.

          Από τα στοιχεία του βιβλίου που παρουσιάζουν τεράστιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως απ’ τις σελίδες του μυθιστορήματος παρελαύνουν σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες που διαδραμάτισαν τον δικό τους σπουδαίο ρόλο κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα. Συγκεκριμένα, ο αναγνώστης συναντά τον επίσκοπο Γερμανό Καραβαγγελή, τον Πρόξενο Κορομηλά και φυσικά τον μακεδονομάχο Παύλο Μελά, η σκηνή με τον θάνατο του οποίου ειλικρινά με συγκίνησε!

          Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου λοιπόν, στα «Λιανοκέρια της μικρής Πατρίδας» ακολουθεί το συγγραφικό μοτίβο με το οποίο τον γνώρισε και τον αγάπησε το αναγνωστικό κοινό. Δημιουργεί ένα στιβαρό, καθαρά ιστορικό μυθιστόρημα, που έρχεται να φωτίσει μία εποχή για την οποία οι γνώσεις των περισσοτέρων είναι αρκετά περιορισμένες. Μέσα απ’ την παρουσίαση αυτής της ιστορικής περιόδου, καθώς και του απαράμιλλου αγωνιστικού πνεύματος των ανθρώπων της εποχής εκείνης, ο συγγραφέας έρχεται και κατά κάποιον τρόπο θα έλεγα πως τονώνει την εθνική μας συνείδηση και αναμοχλεύει λησμονημένες αξίες όπως η αγάπη για την πατρίδα, ενώ ταυτόχρονα γεννά μία πληθώρα σκέψεων και προβληματισμών, που μπορούν να βρουν αντιστοιχία στο σήμερα, μιας και το συγκεκριμένο ζήτημα είναι τραγικά επίκαιρο.    

          Η οπτική του συγγραφέα όπως πάντα ανθρωποκεντρική μας δίνει την ευκαιρία να ταυτιστούμε με τις δύο βασικές ηρωίδες του βιβλίου, την Αρετή και την Φωτεινή. Να ζήσουμε μέσα απ’ τις αφηγήσεις που τις αφορούν την σκληρότητα και την ασπλαχνία του εχθρού, αλλά και να βιώσουμε μία ξεχωριστή πνευματική ανάταση, μιας και τα υψηλά ιδανικά και οι αξίες, που διαποτίζουν το κείμενο και χαρακτηρίζουν τα μυθιστορηματικά πρόσωπα του βιβλίου είναι πολύ έντονα.

          Ολοκληρώνοντας, τα «Λιανοκέρια της μικρής Πατρίδας» ήταν ένα εξίσου δυνατό μυθιστόρημα, όπως και το πρώτο μέρος της τριλογίας του Θοδωρή Παπαθεοδώρου. Ένα μυθιστόρημα που δεν πλατειάζει, δεν επαναλαμβάνεται, δεν φλυαρεί. Ένα μυθιστόρημα με ένα εκπληκτικά ανατρεπτικό φινάλε, που έρχεται για να εντείνει την ανυπομονησία για το 3ο και τελευταίο μέρος της σειράς. Ένα μυθιστόρημα που καταφέρνει να διαφυλάξει την εθνική μας μνήμη, που αξίζει πραγματικά να διαβάσετε.