Εννέα ξένα λογοτεχνικά βιβλία στα προσεχώς από τις εκδόσεις Πόλις

Εννέα βιβλία από την ξένη λογοτεχνία πρόκειται να κυκλοφορήσουν το προσεχές διάστημα από τις καλαίσθητες και προσεγμένες εκδόσεις Πόλις.

Στη λίστα περιλαμβάνονται ο Μαξ Πόρτερ που προκάλεσε αίσθηση με το πρώτο του μυθιστόρημα Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά, καθώς και ο Τζόναθαν Κόου με το μυθιστόρημα Μέση Αγγλία που έλαβε πολλές θετικές κριτικές. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.

Ο Τζέιμς Μπόλντουιν, επίσης, ένας συγγραφέας που αγαπήθηκε από τις εκδόσεις Το κουαρτέτο του Χάρλεμ και Δεν είμαι ο νέγρος σου, και ο Γερμανός Χάινριχ Μπελ που τιμήθηκε με τα βραβεία Μπύχνερ (1967) και Νόμπελ (1972) με το μυθιστόρημα Απόψεις ενός κλόουν σε μετάφραση Δημήτρη Δημοκίδη.

Ο Πωλ Γκρεβεγιάκ με το μυθιστόρημα Αφέντες και δούλοι (2018) που έχει τιμηθεί με το βραβείο Jean Giono και ήταν στην τελική λίστα υποψηφιοτήτων για το βραβείο Goncourt. Και ο Ζαν-Κλωντ Γκραμπέ με το βιβλίο Η πιο πολύτιμη πραμάτεια, που τιμήθηκε με το βραβείο αναγνωστών L’Express/BFMTV και το Ειδικό Βραβείο Βιβλιοπωλών

Τη λίστα συμπληρώνουν η Τζάκλιν Γούντσον με το Κάτι αστραφτερο σε μετάφραση Άννας Μαραγκάκη και ο Λάσλο Κρασναχορκάι, ένας από τους σημαντικότερους Ούγγρους συγγραφείς ο οποίος υπηρετεί πιστά μια λογοτεχνία φιλόδοξη και απαιτητική.

Κλείνοντας, σύντομα θα κυκλοφορήσει και το πρώτο βιβλίο του Καντέν Λαφαί, συνεργάτη του Εμμανουέλ Μακρόν στο υπουργείο οικονομικών, που περιγράφει την περιπέτειά του, όταν είδε να δίνεται στη δημοσιότητα από χάκερς η προσωπική ηλεκτρονική του αλληλογραφία.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

James Baldwin, Αν η Beale Street μπορούσε να μιλήσει – μετάφραση: Άλκηστις Τριμπέρη

Αν η Beale Street μπορούσε να μιλήσει, θα μας έλεγε αυτά περίπου: Η δεκαεννιάχρονη Τις είναι ερωτευμένη με τον Φόνι, έναν νεαρό μαύρο γλύπτη. Κατηγορούμενος για τον βιασμό μιας Πορτορικανής, ο Φόνι ρίχνεται στη φυλακή. Όταν η Τις ανακαλύπτει ότι είναι έγκυος, η οικογένεια της Τις και ο πατέρας του Φόνι αποφασίζουν να αγωνιστούν για να αποδείξουν την αθωότητά του ενώπιον ενός δικαστικού μηχανισμού από τον οποίο οι Μαύροι θεωρούνται ως οι «ιδεώδεις ένοχοι». Στο μεταξύ, η Τις και ο Φόνι περιμένουν και, με μόνο όπλο την αγάπη τους, έρχονται αντιμέτωποι με την απελπισία, την οργή, την αδικία και το ρατσιστικό μίσος.

Αισθησιακό, βίαιο και βαθιά συγκινητικό μυθιστόρημα, το Αν η Beale Street μπορούσε να μιλήσει αφήνει τη γλυκόπικρη αίσθηση των μπλουζ, που τόσο άρεσαν στον Τζέιμς Μπόλντουιν.

«Δεν ήταν ο αράπης κανενός. Και αυτό είναι έγκλημα σε αυτή τη γαμημένη, ελεύθερη χώρα».

Ο Τζέιμς Μπόλντουιν γεννήθηκε το 1924 στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης και πέθανε το 1987 στο Σαιν-Πωλ-ντε-Βανς, κοντά στη Νίκαια της Γαλλίας. Από τους μεγαλύτερους μεταπολεμικούς Αμερικανούς συγγραφείς –μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και πολιτικός στοχαστής–, έγραψε περισσότερα από είκοσι βιβλία. Τα δοκίμιά του διακρίνονται για την πειστική και παθιασμένη υπεράσπιση της αξιοπρέπειας των μαύρων. Προπάντων, όμως, είναι ένας σπουδαίος μυθιστοριογράφος. Τα κυριότερα θέματά του: η ανακάλυψη και η αποδοχή του εαυτού, οι σχέσεις ανάμεσα στις φυλές και στα φύλα. Οι ήρωές του είναι συνήθως έφηβοι, ή μαύροι καλλιτέχνες με πολυτάραχη και τραγική ζωή. Υπήρξε εμβληματική μορφή του κινήματος πολιτικών δικαιωμάτων. Το 1948 εγκατέλειψε τις ΗΠΑ για τη Γαλλία, όπου έζησε πολλά χρόνια, θέλοντας να ξεφύγει από τον ρατσισμό και την ομοφοβία. Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν τα βιβλία του Το κουαρτέτο του Χάρλεμ  και Δεν είμαι ο νέγρος σου, και ετοιμάζεται το μυθιστόρημά του Go Tell It on the Mountain.

Heinrich Böll, Απόψεις ενός κλόουν – μετάφραση: Δημήτρης Δημοκίδης – επίμετρο: Αλεξάνδρα Ρασιδάκη

Ο Χανς αυτοχαρακτηρίζεται ως μελαγχολικός. Τείνει κανείς να αποδώσει τη μελαγχολία του στο γεγονός ότι τον εγκατέλειψε η αγαπημένη του Μαρί ή και στην αποτυχημένη του κοινωνική ένταξη. Η αποτυχία αυτή βαραίνει ακόμα περισσότερο αν λάβει κανείς υπόψη ότι o Χανς, χάρη στην κοινωνική θέση και την οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς του πληρούσε κάθε προϋπόθεση για μια απρόσκοπτη κοινωνική και επαγγελματική αποκατάσταση.  Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ανάγνωση αποκαλύπτει ότι η μελαγχολία παρουσιάζεται ως εγγενές χαρακτηριστικό του Χανς, καθώς συμβαδίζει με έναν κριτικό τρόπο θεώρησης του κόσμου, που χαρακτηρίζει τον πρωταγωνιστή από μικρή ηλικία και τον ωθεί να διαφοροποιηθεί από τον περίγυρό του. Η θέση του στο περιθώριο της κοινωνίας προηγείται, με άλλα λόγια, της επιλογής του επαγγέλματος του κλόουν, όπως άλλωστε η μελαγχολική του διάθεση προϋπήρχε της απώλειας της Μαρί – μιας απώλειας που, ως εκ τούτου, δεν αποτελεί αιτία, αλλά μάλλον συνέπεια του χάσματος μεταξύ του κλόουν και της κοινωνίας, το οποίο η Μαρί δεν μπορούσε να κατανοήσει ούτε και να αντέξει.

Ο Χανς παρουσιάζεται ως ξένος μέσα στον κόσμο που τον περιβάλλει, καθώς έχει από πολύ νωρίς απορρίψει το αστικό ιδανικό του οικογενειακού μικρόκοσμου. Είναι ο αρχετυπικός καλλιτέχνης που έχει κάνει επίκεντρο της ύπαρξής του αυτό που για τους αστούς δεν είναι παρά ένας τρόπος να περάσουν τον ελεύθερο χρόνο τους – απαντά εδώ επομένως η προβληματική του καλλιτέχνη, βασική θεματική της λογοτεχνίας από τον ρομαντισμό κι εξής.

Με τον τρόπο αυτό το μυθιστόρημα σκηνοθετεί την αντιπαλότητα μεταξύ υποκειμένου και κοινωνίας, εστιάζοντας στις προσπάθειας του πρωταγωνιστή να αντισταθεί στις νόρμες και αξιώσεις του κοινωνικού περίγυρου. Ο Χανς δεν επενδύει στις αξίες της καπιταλιστικής κοινωνίας, αρνείται να υποτάξει την ιδιωτική του ζωή τον έρωτά του, στους ηθικούς κανόνες της κοινωνίας και της εκκλησίας. Αντιθέτως, διεκδικεί το δικαίωμα να ζήσει και να αγαπά βάσει των δικών του αξιών και μιας προσωπικής ηθικής. Και δεν υποχωρεί ούτε όταν συνειδητοποιεί ότι η μόνη δυνατή κατάληξη της στάσης του αυτής είναι η απομόνωση.

Tο μυθιστόρημα του Böll δεν ενδιαφέρει μόνο ως κριτικό πορτραίτο της μεταπολεμικής Γερμανίας, ή ως χαρακτηριστικό δείγμα μιας συγκεκριμένης λογοτεχνικής περιόδου, αλλά εξακολουθεί να είναι επίκαιρο, καθώς και η σημερινή κοινωνία έχει απόλυτη ανάγκη την εγρήγορση και ενδοσκόπηση που μας διδάσκουν «ενοχλητικοί» συγγραφείς όπως ο Böll όπως άλλωστε και τις δυσάρεστες απόψεις των απανταχού κλόουν τους.

Από το επίμετρο της Αλεξάνδρας Ρασιδάκη

Ο Χάινριχ Μπελ γεννήθηκε το 1917 στην Κολωνία και πέθανε το 1985 στο Μπόρνχαϊμ-Μέρτεν. Χάρη στις λογοτεχνικές του αρετές, καθιερώθηκε πολύ γρήγορα ως ένας από τους πιο αναγνωρισμένους Γερμανούς συγγραφείς. Τιμήθηκε με τα βραβεία Μπύχνερ (1967) και Νόμπελ (1972).

Ο Μπελ αξιοποίησε τη φήμη του για να αναμειχθεί ενεργά στη δημόσια συζήτηση. Χάρη στην πνευματική του ακεραιότητα, τον ουμανισμό του και το κριτικό του πνεύμα, έγινε ένας από τους πιο έγκυρους εκπροσώπους της μεταπολεμικής δημοκρατικής Γερμανίας – ενώ ποτέ δεν έπαψε να κρίνει με αυστηρότητα τα πεπραγμένα των γερμανικών κυβερνήσεων.

Οι ανθρωπιστικές αξίες της πιστής στον καθολικισμό οικογένειάς του, που ήταν αντίθετη στον ναζισμό, επηρέασαν βαθιά τον συγγραφέα. Τα πρώτα του διηγήματα (όπου είναι εμφανής η επίδραση του Χέμινγουεϋ και του Στάινμπεκ) φέρνουν στο προσκήνιο πρόσωπα πληγωμένα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αλλά και αργότερα, σχεδόν όλοι του οι ήρωες έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Είναι περιθωριακοί, ευάλωτοι, αντιτίθενται στον πόλεμο, την εξουσία, την επίσημη ιδεολογία της ανόρθωσης και της ανοικοδόμησης. Στην κυρίαρχη ιδεολογία αντιπαραθέτουν τις δικές τους αξίες: τον ανθρωπισμό, τον αντιμιλιταρισμό, την αλληλεγγύη, την αγάπη, την άρνηση της λήθης του ναζιστικού παρελθόντος, καθώς και μια πολύ προσωπική και ιδιαίτερη χριστιανική πίστη, που επιτρέπει την αυστηρή κριτική κατά της επίσημης Εκκλησίας.

Ruth Vogel, Dictionnaire du monde germanique, éd. Bayard, 2007, σ. 136

Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του Ομαδικό πορτρέτο με μία κυρία και Μπιλιάρδο στις εννιάμισι.

Jonathan Coe, Ο κύριος Γουάιλντερ κι εγώ – μετάφραση: Άλκηστις Τριμπέρη

Το μεθυστικό καλοκαίρι του 1977, μια αφελής, νέα κοπέλα, η Καλλιστώ, φεύγει από την Αθήνα για να γνωρίσει τον κόσμο. Μετά το ταξίδι της στην Αμερική, βρίσκεται αναπάντεχα σε ένα ελληνικό νησί που έχει μετατραπεί σε κινηματογραφικό σκηνικό. Εκεί, ο διάσημος σκηνοθέτης του Χόλυγουντ, Μπίλι Γουάιλντερ, γυρίζει την ταινία του Fedora και η Καλλιστώ προσλαμβάνεται ως βοηθός. Παρατηρεί συνεπαρμένη τον λαμπερό, πρωτόγνωρο για εκείνη τρόπο ζωής, βιώνοντας μια εμπειρία, που θα τη σημαδέψει για πάντα.

Ενώ η Καλλιστώ είναι ενθουσιασμένη με τη νέα της περιπέτεια, ο ίδιος ο Γουάιλντερ αντιλαμβάνεται ότι το άστρο του μάλλον έχει αρχίσει να σβήνει. Το Χόλυγουντ τον απορρίπτει και μόλις που κατόρθωσε να βρει χρηματοδότηση για την ταινία από τη Γερμανία. Η Καλλιστώ τον ακολουθεί στο Μόναχο για τα γυρίσματα των επόμενων σκηνών και τον συντροφεύει σε ένα ταξίδι αναμνήσεων που οδηγεί στον σκοτεινό πυρήνα της οικογενειακής του ιστορίας.

Σε ένα μυθιστόρημα που είναι ταυτόχρονα μια τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης και ένα ευαίσθητο πορτρέτο μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του αμερικάνικου κινηματογράφου, ο Jonathan Coe στρέφει το βλέμμα του στην έννοια του χρόνου και τη σημασίας της φήμης, στην οικογένεια και στη απατηλή σαγήνη της νοσταλγίας. Όταν ο κόσμος προχωρά προς την αλλαγή, γαντζώνεσαι στην παλιά, αγαπημένη σου ζωή ή αποφασίζεις ότι είναι ώρα να την αφήσεις πίσω;

O Jonathan Coe γεννήθηκε στο Μπέρμιγχαμ το 1961. Σπούδασε φιλολογία στο Trinity College του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ και είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Γουόρικ (αντικείμενο της διατριβής του αποτέλεσε το έργο τού Henry Fielding Tom Jones). Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ και εργάστηκε παράλληλα ως μουσικός συνθέτοντας τζαζ, και ως δημοσιογράφος.

Paul Greveillac, Αφέντες και δούλοι – μετάφραση: Γιάννης Καυκιάς

Τρεις γενιές ζωγράφων στη μαοϊκή Κίνα. Ο παππούς, αγρότης σε ένα απομονωμένο χωριό στους πρόποδες των Ιμαλαΐων, ερασιτέχνης ζωγράφος κλασικότροπης τεχνοτροπίας, μεταδίδει στον γιο του Κιγουάι, το πάθος για τη ζωγραφική. Ο Κιγουάι, παρά τις παρακλήσεις της μητέρας του, ζωγραφίζει από το πρωί ώς το βράδυ στην αγορά του Για’ αν, στα σκιερά μονοπάτια του Σιτσουάν, στους αγρούς, αλλά και στο σχολείο. Η ζωή είναι σκληρή, η κολλεκτιβοποίηση της γης βρίσκεται στο αποκορύφωμά της, η πείνα αποδεκατίζει το χωριό, οι αρχέγονες παραδόσεις τίθενται υπό διωγμό από τη βίαιη πολιτιστική επανάσταση. Χάρη σε έναν ερυθροφρουρό που εκτιμά το ταλέντο του, ο Κιγουάι καταφέρνει να ξεφύγει από τη σκληρή δουλειά στα χωράφια και τη διαρκή επαναδιαπαιδαγώγηση. Η ζωή του αλλάζει. Φεύγει για σπουδές στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Πεκίνου. Εγκαταλείποντας την παραδοσιακή τεχνική που του κληροδότησε ο πατέρας του, οργανώνεται στο Κόμμα, συμμορφώνεται με τη γραμμή που αυτό επιβάλει στα ζητήματα της αισθητικής και της τεχνοτροπίας και ακολουθεί την περιπετειώδη, με τα πάνω και τα κάτω της, καριέρα του επίσημου ζωγράφου του κινεζικού καθεστώτος, μεταδίδοντας κι εκείνος, με τη σειρά του, την αγάπη για τη ζωγραφική στον δικό του γιο. Αυτός όμως ζει τα χρόνια της αμφισβήτησης, της αναζήτησης νέων και πρωτοποριακών μορφών στην τέχνη, της διεκδίκησης της ελευθερίας που κορυφώνεται στην πλατεία Τιεν Αν Μεν.

Ιστορικό και πολιτικό μυθιστόρημα, στοχασμός για την ελευθερία της τέχνης και τον ολοκληρωτισμό, το Αφέντες και δούλοι εξετάζει επιπλέον με ευαισθησία και οξυδέρκεια τη σχέση πατέρα-γιου.

Ο Πωλ Γκρεβεγιάκ γεννήθηκε το 1981. Σπούδασε φιλολογία και πολιτικές επιστήμες. Το πρώτο του μυθιστόρημα Οι Κόκκινες ψυχές (2016, βραβείο Roger Nimier, που θα κυκλοφορήσει και στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Πόλις, σε μετάφραση της Στέλας Ζουμπουλάκη) περιγράφει μέσα από τη ζωή ενός σοβιετικού λογοκριτή τον κόσμο της επίσημης τέχνης και της προπαγάνδας στη Σοβιετική Ένωση, αλλά και τη ζωή των διαφωνούντων διανοουμένων.

Ακολούθησε το βιβλίο του Cadence secrète (2017), μια βιογραφία του συνθέτη Άλφρεντ Σνίτκε. Το Αφέντες και δούλοι (2018) έχει τιμηθεί με το βραβείο Jean Giono και ήταν στην τελική λίστα υποψηφιοτήτων για το βραβείο Goncourt.

Jean-Claude GrumbergΗ πιο πολύτιμη πραμάτεια Ένα παραμύθι – μετάφραση: Ρούλα Γεωργακοπούλου

Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα μεγάλο δάσος ζούσε ένας φτωχός ξυλοκόπος με τη φτωχιά γυναίκα του.

Όχι όχι όχι όχι όχι, μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται καθόλου για τον Κοντορεβυθούλη! Όπως εσείς, έτσι κι εγώ απεχθάνομαι αυτή τη γελοία ιστορία. Πού ακούστηκε οι γονείς να παρατάνε τα παιδιά τους επειδή δεν έχουν να τα θρέψουν; Έλεος…

Μέσα σ’ αυτό το μεγάλο δάσος λοιπόν επικρατούσε μεγάλη πείνα και πολύ κρύο. Ιδίως τον χειμώνα. Το καλοκαίρι μια τρομερή ζέστη έπεφτε σ’ αυτό το δάσος κι έδιωχνε το πολύ κρύο. Η πείνα απεναντίας ήταν σταθερή, προπάντων τα χρόνια που γύρω από αυτό το δάσος μαινόταν ο παγκόσμιος πόλεμος.

Ο παγκόσμιος πόλεμος, ναι ναι ναι ναι ναι.

Jean-Claude Grumberg

Ο Ζαν-Κλωντ Γκραμπέρ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1939. Ο πατέρας του και ο παππούς του εκτοπίστηκαν στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και δεν επέστρεψαν ποτέ. Θεατρικός συγγραφέας (έχει γράψει πάνω από τριάντα έργα και έχει τιμηθεί έξι φορές με το βραβείο Molière), σεναριογράφος (έχει συνεργαστεί, μεταξύ άλλων, με τον Φρανσουά Τρυφώ και τον Κώστα Γαβρά), έχει γράψει επίσης μελέτες, βιογραφίες και παιδικά βιβλία. Έχει τιμηθεί με το μεγάλο Βραβείο Θεάτρου της Γαλλικής Ακαδημίας για το έργο του Zone libre, με τα μεγάλα βραβεία SACD και Société des Gens de Lettres για το σύνολο του έργου του, και με το βραβείο César καλύτερου σεναρίου για το Amen του Κώστα Γαβρά. Το βιβλίο Η πιο πολύτιμη πραμάτεια τιμήθηκε με το βραβείο αναγνωστών L’Express/BFMTV και το Ειδικό Βραβείο Βιβλιοπωλών.

László Krasznahorkai, Η επιστροφή του βαρόνου Βένκχαϊμ – μετάφραση από τα ουγγρικά: Μανουέλα Μπέρκι

Τοποθετημένη στο σήμερα, η Επιστροφή του βαρόνου Βένκχαϊμ αφηγείται την ιστορία του βαρόνου Μπέλα Βένκχαϊμ, ενός ήρωα που μοιάζει στον πρίγκιπα Μίσκιν, ο οποίος αποφασίζει, στο τέλος της ζωής του, να επιστρέψει στη γενέτειρά του, στην ουγγρική επαρχία. Έχοντας δραπετεύσει για να μην πληρώσει τα υπέρογκα χρέη του στα καζίνα του Μπουένος Άιρες, όπου ζούσε εξόριστος, ελπίζει να συναντηθεί και πάλι με τη Μάρικα, την αγαπημένη του από τα μαθητικά του χρόνια. Βρίσκει μια πόλη που κυβερνάται από κομπιναδόρους και πολιτικάντηδες, ενώ η ζωή της περνάει από τη μιζέρια στη βασιλεία του παραλόγου. Στο μεταξύ, ο κύριος Καθηγητής –ένας διεθνούς φήμης φυσικός επιστήμων που μελετά τα βρύα και ζει σε ένα αλλόκοτο παράπηγμα, σαν ησυχαστήριο, σε μια ακατοίκητη περιοχή έξω απ’ την πόλη– παραληρεί ακατάπαυστα και προσπαθεί αδιάκοπα να αποκτήσει ανοσία έναντι των ίδιων του των σκέψεων. Μέσω μιας συναρπαστικής πλοκής, με τον θάνατο και την άβυσσο να καραδοκούν, η έσχατη καταδίκη έρχεται να συντρίψει τους ανυποψίαστους κατοίκους της πόλης.

Ο Λάσλο Κρασναχορκάι γεννήθηκε το 1954 στην πόλη Gyula της Ουγγαρίας. Σπούδασε νομικά και φιλολογία στα Πανεπιστήμια του Ζέγκεντ και της Βουδαπέστης. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Ούγγρους συγγραφείς, ο οποίος υπηρετεί πιστά μια λογοτεχνία φιλόδοξη και απαιτητική. Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία (ανάμεσά τους το βραβείο Kossuth, που αποτελεί την πιο σημαντική διάκριση της Ουγγαρίας, και το γερμανικό βραβείο Bestenliste- Prize). Το 2015 τιμήθηκε με το The Man Booker International Prize. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γερμανικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά, τα ιταλικά, τα πολωνικά, τα τσέχικα, τα βουλγάρικα, τα εβραϊκά, τα ιαπωνικά και τώρα και στα ελληνικά. Δύο βιβλία του Λάσλο Κρασναχορκάι (Το τανγκό του Σατανά και Η μελαγχολία της αντίστασης) έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τον φίλο του σκηνοθέτη Μπέλα Ταρ, για τον οποίο έχει γράψει και πρωτότυπα σενάρια.

Quentin Lafay, Το οχυρόμετάφραση: Κίττυ Ξενάκη

Από την ώρα που διορίστηκα υπουργός Οικονομικών ώς τη στιγμή της παραίτησής μου, μεσολάβησαν ακριβώς έξι ημέρες, και μόνο έξι ημέρες.

Έφυγα από το υπουργείο πεζή, ενώ η νύχτα σκέπαζε ακόμα με ένα σκοτεινό πέπλο την κοιμισμένη πρωτεύουσα.

Εκείνη την ημέρα, αν με είχαν εντοπίσει, αν με είχαν αναγκάσει να δικαιολογήσω την παραίτησή μου, θα είχα ασφαλώς επικαλεστεί πολιτικούς λόγους. Θα είχα μιλήσει για τη βαθιά διαφωνία μου με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Θα είχα εκφράσει την οργή μου, θα είχα αναφέρει την πικρία μου απέναντι σε μια κυβέρνηση η οποία, διαβρωμένη από τον κυνισμό, ωθούμενη από μικροπολιτικά συμφέροντα, επεδίωκε τότε να βγάλει τη Γαλλία από την Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Έτσι, ωστόσο, δεν θα είχα αποκαλύψει τους αληθινούς λόγους της αποχώρησής μου. 

Αποφάσισα να αποσιωπήσω την αγάπη που έτρεφα για ένα πλάσμα το οποίο έχασα, τη δυσφορία, την ένταση που δεν έπαψε να με βασανίζει τούτες τις έξι ημέρες, το άκαμπτο καλούπι μέσα στο οποίο δεν κατάφερα να μπω. 

Σήμερα, έπειτα από τέσσερα χρόνια στοχασμού, επιχειρώ να εξιστορήσω τι πραγματικά με ώθησε να αποχαιρετήσω την εξουσία.

Ο Καντέν Λαφαί γεννήθηκε το 1989 στη Λυών. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες και οικονομικά. Συνεργάτης του Εμμανουέλ Μακρόν στο υπουργείο οικονομικών διετέλεσε λογογράφος του και υπεύθυνος της ομάδας των εμπειρογνωμόνων του κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Για σύντομο διάστημα, μετά την εκλογή του Μακρόν στην Προεδρία της Δημοκρατίας , εργάστηκε και στο Προεδρικό Μέγαρο. Παραιτήθηκε διαφωνώντας με την δεξιά στροφή της πολιτικής του Μακρόν και έκτοτε  ασχολείται επαγγελματικά με την παραγωγή και το σενάριο τηλεοπτικών ταινιών. Το Οχυρό είναι το πρώτο του μυθιστόρημα. Πρόσφατα κυκλοφόρησε στη Γαλλία και το βιβλίο του L’intrusion που περιγράφει την περιπέτειά του όταν είδε να δίνεται στη δημοσιότητα από χάκερς η προσωπική ηλεκτρονική του αλληλογραφία (Macron Leaks).

Max Porter, Λάννυ – μετάφραση: Μυρσίνη Γκανά

Σε απόσταση μιας ώρας από το Λονδίνο υπάρχει ένα χωριό. Δεν διαφέρει από πολλά άλλα στις μέρες μας: μια παμπ, μια εκκλησία, αγροτόσπιτα με κόκκινα τούβλα, κάποιες εργατικές κατοικίες, και μερικά μεγαλύτερα σπίτια εδώ κι εκεί. Φωνές αναδύονται, όπως θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε, που μιλούν για την αγάπη και την ανάγκη και την εργασία και τον θάνατο και τις βόλτες των σκύλων. Αυτό το χωριό ανήκει στους ανθρώπους που ζουν εκεί, στη γη και στο παρελθόν της γης.

Ανήκει επίσης στον Μακαρίτη γέρο-Άκανθο, μια μυθική μορφή που τα μικρά παιδιά ζωγράφιζαν κάποτε πράσινο και φυλλώδη, πνιγμένο από βλαστάρια που ξεφυτρώνουν από το στόμα του. Ο Μακαρίτης γέρο-Άκανθος ξυπνά έπειτα από έναν θεσπέσιο υπνάκο. Ακούει αυτό το χωριό του εικοστού πρώτου αιώνα, τη συμφωνία των ομιλιών: μεθυσμένες εξομολογήσεις, κουτσομπολιά στην άκρη του δρόμου, μουρμούρα και συζητήσεις σε καθιστικά. Ακούει, προσεκτικά, αναζητώντας ένα άτακτο, αιθέριο αγόρι που μετακόμισε πρόσφατα στο χωριό μαζί με τους γονείς του, τον Λάννυ.

Αυτό το χιμαιρικό, τολμηρό, παράξενο και εκπληκτικό μυθιστόρημα θα σαγηνεύσει τους αναγνώστες με την αναρχική του ενέργεια, με το μαγευτικό μπέρδεμα μύθου και οικογενειακού δράματος. Το Λάννυ είναι μια ωδή στη δημιουργικότητα, το πνεύμα και τις γενεσιουργές δυνάμεις που τόσο συχνά μοιάζουν να δέχονται επίθεση στον σύγχρονο κόσμο, και εδραιώνει τη φήμη του Πόρτερ ως έναν από τους πιο τολμηρούς και ευαίσθητους συγγραφείς της γενιάς του.

Ο Μαξ Πόρτερ γεννήθηκε το 1981 στο High Wycombe. Σπούδασε ιστορία της τέχνης στο The Courtauld Institute of Art του Λονδίνου. Εργάστηκε αρχικά σε διάφορες δουλειές, για να επιλέξει τελικά το επάγγελμα του βιβλιοπώλη. Κέρδισε μάλιστα τη διάκριση του καλύτερου νέου βιβλιοπώλη της χρονιάς, για το 2009. Στη συνέχεια, εργάστηκε ως αναγνώστης χειρογράφων προς έκδοση, και σήμερα είναι μέλος του εκδοτικού επιτελείου του οίκου Granta.

Το Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις, είναι το πρώτο του βιβλίο. Έχει τιμηθεί με τα βραβεία Sunday Times/Peters Fraser & Dunlop Young Writer of the Year, the Europese Literatuurprijs, το BAMB Readers Award και το International Dylan Thomas Prize. Το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε 29 γλώσσες και έχει διασκευαστεί για το θέατρο. 

Jacqueline Woodson, Κάτι αστραφτερό – μετάφραση: Άννα Μαραγκάκη

Βρισκόμαστε στο 2001, στην τελετή ενηλικίωσης της δεκαεξάχρονης Μέλοντι στο Μπρούκλιν. Με μουσική υπόκρουση ένα τραγούδι του Πρινς, το κορίτσι κάνει μια εντυπωσιακή είσοδο, κάτω από τα γεμάτα αγάπη βλέμματα συγγενών και φίλων. Το φόρεμά της είναι ραμμένο κατά παραγγελία, ειδικά για την περίσταση. Μια αδιόρατη μελαγχολία, όμως, σκιάζει τη βραδιά. Δεκαέξι χρόνια νωρίτερα, το ίδιο ακριβώς φόρεμα προοριζόταν για ένα άλλο κορίτσι: τη μητέρα τής Μέλοντι, για τη δική της τελετή – μια γιορτή που, τελικά, δεν έγινε ποτέ.

Ακολουθώντας τη διαδρομή των γονιών και των παππούδων της Μέλοντι, που καλύπτει σχεδόν έναν αιώνα, η Γούντσον στέκεται όχι μόνο στις φιλοδοξίες και τις επιτυχίες τους, αλλά και στο κόστος, το τίμημα που αναγκάστηκαν να πληρώσουν στην προσπάθειά τους να υπερβούν τις προσδοκίες του περιβάλλοντός τους και να ξεφύγουν από την πανίσχυρη έλξη της Ιστορίας. Ερευνώντας θέματα όπως η ερωτική επιθυμία και η σεξουαλική ταυτότητα, η φιλοδοξία, ο αστικός εξευγενισμός, η εκπαίδευση, η κοινωνική θέση και οι ταξικές διαφορές, και δείχνοντας πόσο αλλάζει η ζωή ενός ανθρώπου όταν γίνεται γονιός, η συγγραφέας φωτίζει με αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι νέοι καλούνται τόσο συχνά να πάρουν εξαιρετικά κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον τους, πριν καλά καλά συνειδητοποιήσουν ποιοι είναι ή τι θέλουν να γίνουν.

Η Τζάκλιν Γούντσον γεννήθηκε στο Columbus του Οχάιο το 1963. Έχει δημοσιεύσει περισσότερα από είκοσι παιδικά και εφηβικά βιβλία και το 2014 τιμήθηκε με το National Book Award νεανικής λογοτεχνίας για το Brown Girl Dreaming. Το 2018 τιμήθηκε με το Astrid Lindgren Memorial Award, το σημαντικότερο διεθνές βραβείο νεανικής λογοτεχνίας. Πρόσφατα έλαβε επίσης τον τίτλο τής Young People’s Poet Laureate από το ίδρυμα Poetry Foundation. Το Ένα άλλο Μπρούκλιν είναι το πρώτο της μυθιστόρημα για ενηλίκους και ήταν στην τελική λίστα για το National Book Award το 2016. Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο της Ένα άλλο Μπρούκλιν.