Η Βιβλιοθήκη του Τετραγώνου | «Κάιν» του Ζόζε Σαραμαγκού

Γράφει η Βάσω Καραντζαβέλου

Ένας πανάρχαιος μύθος που έχει απασχολήσει κατά καιρούς ανθρώπους κάθε κοινωνικού υπόβαθρου και κάθε μορφωτικού επιπέδου έμελε να επιβιώσει έως το 2009, όταν και μετουσιώθηκε στην πιο απολαυστική εκδοχή του. Οι εύθικτοι και οι μονόπλευροι έχουν μία μικρή διορία μέχρι να επιστρέψουν στην comfort zone τους, κλείνοντας αυτό το παράθυρο.

Συνεχίζεις να διαβάζεις; Τέλεια. Μόλις έγινες ένας από εμάς. Ένας από εκείνους που έχουν το «σημάδι του Κάιν» χαραγμένο κάπου στο κούτελο. Καταρχάς, για να κατανοήσουμε, το πλήρες νόημα του κάθε έργου, πρέπει να το τοποθετήσουμε σε έναν ορισμένο πλαίσιο, μέσα στο διάλογο του δημιουργού με την πραγματικότητα και την εποχή που ζούσε και έγραφε.

Ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε τη 16η Νοεμβρίου 1922 στο χωριό Αζινιάγκα, εκατό περίπου χιλιόμετρα βορειότερα της Λισσαβόνας. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν ντε Σόζα, αλλά ένα λάθος στα ληξιαρχικά μητρώα τον καταχώρησε με το παρατσούκλι του πατέρα του! Κι αν η παράδοση θέλει τους συγγραφείς να κατάγονται από εύπορες και ευγενείς οικογένειες, ο Ζοζέ ισοπέδωσε (κι) αυτό το στερεότυπο. «Σαραμάγκου» είναι ένα αγριόχορτο που θυμίζει ραδίκι και –τι ειρωνεία- έμελε να προφητεύσει τη λογοτεχνική πορεία ενός μάστορα της αλληγορίας, ο οποίος, όσο λοιδορήθηκε και στοχοποιήθηκε από διαφωνούντες, άλλο τόσο αποθεώθηκε για το βαθύ ανθρωπισμό του έργου του.

Παιδί ακτημόνων αγροτών, με τον πατέρα του να προσλαμβάνεται αργότερα στο αστυνομικό σώμα, περνούσε τον χρόνο του ανάμεσα στην πρωτεύουσα και το χωριό των γονιών του, γνωρίζοντας δύο διαφορετικές όψεις της χώρας και του λαού. Παρότι έπαιρνε τα γράμματα, δε κατάφερε να συνεχίσει τις σπουδές του εξαιτίας της κακής οικονομικής κατάστασης της οικογένειας και ρίχτηκε από μικρός στη βιοπάλη. Κατά καιρούς καταπιανόταν με χειρονακτικά επαγγέλματα, για να καταλήξει στο πόστο του δημοσιογράφου σε έγκριτα Πορτογαλικά μέσα κι ύστερα σε εκδοτικούς οίκους.  Όσο βαρετή κι αν ακούγεται η ζωή του, σε τίποτα δε θυμίζει το έργο του και τις αντιδράσεις που αυτό προκάλεσε.

Ο Σαραμάγκου ξεκίνησε τη συγγραφική του δραστηριότητα το 1966 και έγραφε μέχρι τις τελευταίες του μέρες. Η απλότητα της γλώσσας που χρησιμοποιούσε και η ιδιαίτερη δομή των κειμένων τον εντάσσουν, μέχρι και σήμερα, στη μακρά λίστα με τους πιο αμφιλεγόμενους  λογοτέχνες. Οι μακρές προτάσεις και τα λιγοστά σημεία στίξης πιέζουν ασφυκτικά το νόημα, η έλλειψη παραγράφων, η οικονομία στα διαλογικά μέρη και η φειδωλή χρήση των κεφαλαίων γραμμάτων άλλοτε προκαλούν (μα είναι δυνατόν να προσφωνείς τον Κύριο «κύριο»;) κι άλλοτε κρατούν σε εγρήγορση το μάτι και το μυαλό του αναγνώστη. Ο κοφτός λόγος δεν αφήνει αρκετό χώρο για παρερμηνείες· παγιδεύει την ένταση, μαζί με λέξεις φορτισμένες με συλλογικές αναπαραστάσεις πολλών αιώνων, στην ίδια περίοδο λόγου όπου παραθέτει και την προσωπική, σαρκαστική αίσθηση του σχετικά με το κωμικό στοιχείο.  Μην ανησυχείς αν σε ξενίζει. Οι κλειστοφοβικοί ας το δείτε σα θεραπεία έκθεσης. Ο Σαραμάγκου δεν είναι και ο πιο εύκολος όσον αφορά την πρόσληψη και την ανοχή των όσων λέει. Έτσι εξηγούνται και οι άπειροι πολέμιοι του. Έτσι εξηγούνται και οι ακόμη περισσότεροι θαυμαστές του.

Το τελευταίο βιβλίο του ήταν ο «Κάιν». Σε παραπέμπω στην πρώτη παράγραφο (ναι, εδώ υπάρχουν παράγραφοι, σε αντίθεση με το βιβλίο για το οποίο θα διαβάσεις παρακάτω).

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο μύθος του πρώτου δολοφόνου της ανθρωπότητας έχει εμπνεύσει και έχει σημαδέψει εκατομμύρια ανθρώπων σε βάθος χρόνων. Πόσο χειρότερη μπορούσε να γίνει η μοίρα του ανθρώπου όταν ήρθε και προστέθηκε πάνω στο προπατορικό αμάρτημα ο φόνος του Άβελ; Πώς το νεοφυές ανθρώπινο είδος, ίσα που κατάφερε να στεριώσει έξω από τον κήπο της Εδέμ, ξεκίνησε εκ νέου την ηθική κατρακύλα του, προς αμαρτήματα που δεν είχε καν φανταστεί;

Ο «Κάιν» γράφτηκε ένα χρόνο πριν το θάνατο του Σαραμάγκου και έμελε να αποτελέσει το τελευταίο ολοκληρωμένο του μυθιστόρημα. Με το χαρακτηριστικό χιούμορ και τη χειμαρρώδη γραφή του, ο Πορτογάλος καταγράφει τη Γένεση του κόσμου: τις πρώτες μέρες των πρωτόπλαστων, το (περίφημο) αμάρτημα, την εξορία τους, τις κακουχίες και φτάνει στη γέννηση και ανατροφή των παιδιών τους και στο φονικό χτύπημα που κατάφερε ο Κάιν στον Άβελ, κατά τη διάρκεια μίας διαμάχης. Τότε ο θεός (με θ μικρό, τηρώντας τις μορφολογικές έξεις του ίδιου του συγγραφέα) αναγκάζει τον Κάιν να περιφέρεται ανά την οικουμένη, παρακάμπτοντας το χώρο και το χρόνο, αναμειγνύοντας δύο παραδοσιακά αφηρημένες και γραμμικές έννοιες σε μία χαοτική αλληλουχία. Ο αδελφοκτόνος βρίσκεται ενώπιων των γνωστότερων ιστοριών της Παλαιάς Διαθήκης · είναι ο μάρτυρας των μεγαλύτερων δεινών, που προκάλεσαν την οργή του θεού.

Σχετικά σύντομο και πάρα πολύ περιεκτικό, το κύκνειο άσμα του βραβευμένου με Νόμπελ λογοτέχνη αποσαφηνίζει τις απόψεις του, οι οποίες με το πέρασμα των ετών, ομολογουμένως, μαλάκωσαν. Ο Σαραμάγκου ήταν κομμουνιστής και άθεος, πράγματι, γι αυτό και η κριτική του απέναντι στη θρησκεία ήταν δριμεία. Δεν εναντιωνόταν, όμως, στη συμβολική φιγούρα του Χριστού, αλλά στην ίδια τη δομή και το θεσμό της Καθολικής Εκκλησίας, που όρθωνε τους ατσάλινους όρους της ως κανόνες απαράβατους για όποιον ήθελε να ελπίζει στη Βασιλεία των Ουρανών. Μία Καθολική Εκκλησία η οποία τον χλεύασε, τον πολέμησε, τον αντιμετώπισε ως Εωσφόρο στη γη κι εν τέλει τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη χώρα του.

Ο δηκτικός τόνος του, λοιπόν, δε στρέφεται ενάντια στο Χριστό και στα υπόλοιπα πρόσωπα της Βίβλου, όπως οι περισσότεροι παρανοούν. Στόχος του είναι να στηλιτεύσει τη θεϊκή κατασκευή που προωθεί για αιώνες η «εγκόσμια αντιπροσωπεία του Θεού». Ένας (λευκός φυσικά) γεράκος με μακριά, γκρίζα μούσια, βλέμμα γεμάτο αγάπη και πρόθεση να συντρέχει τον αγαπημένο του λαό (για αρχή).

Η δυτικοποιημένη, και απόλυτα εναρμονισμένη με τις νόρμες της Καυκάσιας φυλής, εικόνα του κυρίου (με κ μικρό) βάλλεται κάθε φορά που ο συγγραφέας φέρνει τον νομά της βιβλικής εποχής, Κάιν, μπροστά σε ένα συμβάν το οποίο μέλλει να αποτελέσει κοσμοϊστορικό γεγονός. Οι πρωτόπλαστοι αμαρτάνουν· τα Σόδομα και τα Γόμορρα καταλύουν κάθε, λεκτικά συμφωνημένο, ηθικό φραγμό · ο Αβραάμ φτάνει κοντά στην παιδοκτονία. Τα τέκνα του κυρίου παραπαίουν κι αυτός, τι άλλο του μένει να κάνει, τα τιμωρεί. Διώχνει από τον Παράδεισο τον Αδάμ και την Εύα με κατάρες· καίει πόλεις και χωριά, γυναικόπαιδα και γέρους· βασανίζει ψυχολογικά όσους τον αγάπησαν πιο βαθιά. Ο ευεργέτης πατέρας · ο μεγαλόψυχος κύριος ημών· ο πανάγαθος· ο ελεήμων· ο τα πάντα ορών.

 Όλοι τον δικαιολογούν, όλοι τον φοβούνται, εκτός από τον Κάιν, που προσέφερε ό,τι καλύτερο του έδωσε η ισχνή σοδιά του στον κύριο κι αυτός απέρριψε τη θυσία. Ο Κάιν σκότωσε τον αδερφό του γιατί δε μπορούσε να σκοτώσει το θεό, αυτόν που ζητούσε κι άλλα, κι άλλα, κι άλλα και έθετε όρους άπιαστους, έξω απ’ όσα ήταν ικανός να προσφέρει ο άνθρωπος. Αυτός είδε πρώτος απ’ όλους την άδικη όψη του και δε τον φοβάται πλέον, αφού του στέρησε τα πάντα. Ο Κάιν είναι ο πρώτος αντάρτης της ανθρωπότητας και η ιστορία του η μαρτυρία της μεγαλομανίας ενός ματαιόδοξου, σαδιστή, άπληστου και εγωπαθή θεού.

Εκ πρώτης όψεως είναι ένα αιρετικό έργο με βλοσυρό φλέγμα. Με τα δίκια τους τον μισούν οι πιστοί Χριστιανοί. Όμως με μία επανάληψη, με μάτια πιο εξοικειωμένα στον τόνο του συγγραφέα, το τοπίο αρχίζει να ξεδιαλύνει. Ο θεός δε κατεβαίνει στο ύψος του ανθρώπου αλλά ο Άνθρωπος (με κεφαλαίο α) ανεβαίνει στο ύψος του θεού. Άνθρωπος και θεός, δημιούργημα και δημιουργός, δόμησαν ο ένας τον άλλο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση», αποδίδοντας στην άλλη πλευρά τα χαρακτηριστικά που εντόπισαν οι ίδιοι στους εαυτούς τους ήθελαν να αποποιηθούν. Ο άνθρωπος ρίχνει την ευθύνη στη θεία βούληση, η οποία είναι άγνωστη στον ίδιο, και ο θεός ρίχνει την ευθύνη στον άνθρωπο, επειδή δεν ακολουθεί το σχέδιο που σχεδίασε ενορατικά για τον κόσμο.

Η βλασφημία δε θέλει (μόνο) να προκαλέσει, αφού κι ο ίδιος ο λογοτέχνης έλεγε πως οι Χριστιανοί δε θα έπρεπε να προσβάλλονται από το περιεχόμενο, μιας και ο κύριος Θεός εδώ είναι ο Γιαχβέ του Ιουδαϊσμού. Στον πυρήνα του, ο «Κάιν» είναι ένα βιβλίο-ύμνος στον ανθρωπισμό, μία αφιέρωση στο άτομο και την ευθύνη, αυτή την εγγενή ιδιότητα που το βαραίνει κυριολεκτικά από κτίσεως κόσμου. Κάιν και Θεός (εδώ με θ κεφαλαίο), σε μία παρτίδα σκάκι που κρατάει για αιώνες και αψηφά χωροχρονικά και λογικά όρια, ξαναγράφουν την ιστορία και την τραβάνε σε μία αέναη λούπα.

Η εναλλακτική προοπτική του Σαραμάγκου αιχμαλωτίζει σε μία αφήγηση που θα σε προβληματίσει. Μπορεί να μην είναι το πλέον ενδεικτικό έργο της ευφυΐας του Πορτογάλου συγγραφέα, αποτελεί όμως την κατακλείδα μίας τολμηρής ζωής και του ευρηματικού νου που τη βίωσε. Ένα σχετικά μικρό βιβλίο για να γνωρίσεις συνοπτικά τα βασικά θέματα του δημιουργού που σόκαρε την ιβηρική και τον πλανήτη με την άφατη αυθάδεια και αδιαφορία για τη Θεία Δίκη.

«Σε διαβεβαιώ όμως πως, αν ήμουν θεός, κάθε μέρα θα έλεγα Ευλογημένοι ας είναι όσοι διάλεξαν την ανταρσία γιατί σε αυτούς ανήκει η βασιλεία της γης. Ιεροσυλία. Μπορεί, πάντως μεγαλύτερη από τη δική σου δεν είναι, που επέτρεψες να πεθάνει ο Αβελ, Εσύ τον σκότωσες, Ναι, είναι αλήθεια, εγώ ήμουν το εκτελεστικό όργανο, αλλά η καταδίκη υπαγορεύτηκε από σένα.»


Γιος κι εγγονός ακτημόνων αγροτών, ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε στο χωριό Αζινιάγκα, στην επαρχία Ριμπατέζου, στις 16 Νοεμβρίου του 1922. Παρακολούθησε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (γενική και τεχνική), την οποία όμως, για οικονομικούς λόγους, δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Η πρώτη του δουλειά ήταν σιδηρουργός, ενώ κατόπιν άσκησε διάφορα επαγγέλματα: σχεδιαστής, υπάλληλος υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, μεταφραστής, εκδότης, συγγραφέας, δημοσιογράφος. Δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, ένα μυθιστόρημα (Γη της αμαρτίας), το 1947, ενώ ακολούθησε μεγάλο διάστημα χωρίς άλλες δημοσιεύσεις, ως το 1966. Εργάστηκε για δώδεκα χρόνια σε εκδοτικό οίκο, στη λογοτεχνική διεύθυνση και τη διεύθυνση παραγωγής. Το 1972 και 1973 συμμετείχε στη σύνταξη της εφημερίδας Diário de Lisboa, όπου υπήρξε πολιτικός σχολιαστής, ενώ ταυτόχρονα συντόνιζε για ένα χρόνο το πολιτιστικό ένθετο της ίδιας εφημερίδας. Έλαβε μέρος στην πρώτη διεύθυνση της Πορτογαλικής Ένωσης Συγγραφέων και υπήρξε πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης της Πορτογαλικής Κοινωνίας Συγγραφέων την περίοδο 1987-1994. Από το Φεβρουάριο του 1993, εκνευρισμένος με την Εκκλησία της Πορτογαλίας, εγκατέλειψε την πατρίδα του και αποφάσισε να ζει στο νησί Λανθαρότε, του αρχιπελάγους των Καναρίων, στην Ισπανία. Το 1998 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Πέθανε το 2010.
Ο «Κάιν» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη (2010), σε μετάφραση της Αθηνάς Ψυλλιά. Επίσης, από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του Το κατά Ιησούν ΕυαγγέλιοΙστορία της Πολιορκίας της ΛισαβόναςΗ πέτρινη σχεδίαΠερί τυφλότητοςΌλα τα ονόματαΗ σπηλιά, Ο άνθρωπος αντίγραφοΠερί φωτίσεωςΠερί θανάτου, Κάιν, Ο φωταγωγός, η συλλογή διηγημάτων Η ιστορία της άγνωστης νήσου, το διήγημα Το ταξίδι του ελέφαντα, το αυτοβιογραφικό Μικρές αναμνήσεις, τα παιδικά παραμύθια Το μεγαλύτερο λουλούδι του κόσμου και Η σιωπή του νερού, καθώς και δύο συλλογές με κείμενα που γράφτηκαν για το blog του, Το τετράδιο και Το τελευταίο τετράδιο, όλα σε μετάφραση της Αθηνάς Ψυλλιά.