Σαν σήμερα | Ποιος δε φοβήθηκε τη Βιρτζίνια Γουλφ;

Η Google τιμά τη μνήμη της Αγγλίδας συγγραφέα, Βιρτζίνια Γουλφ, με το σημερινό της doodle που σαν σήμερα το 1882 γεννήθηκε. Η σπουδαία αυτή προσωπικότητα που σε κάθε της πόνημα άφησε την προσωπική της σφραγίδα, αφού θεωρήθηκε πρωτοπόρος και νεοτερίζουσα λογοτέχνις στον 20ό αιώνα και μία από τους μέγιστους καινοτόμους στην αγγλική γλώσσα.

Ιδιοφυής και φεμινίστρια. Σημαντικά έργα στην πορεία της λογοτεχνικής ζωής «Η κυρία Νταλογουέι, 1925», το τέταρτο έργο της που απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και «Στο φάρο, 1927», «Ορλάντο: μια βιογραφία, 1928» και το δοκίμιο «Ένα δωμάτιο ολοδικό σου, 1929», με τη παροιμιώδη φράση της: «Μια γυναίκα πρέπει να έχει τα χρήματα και ένα δωμάτιο κατάδικό της, εάν πρόκειται να γράψει μυθιστοριογραφία». Τα μυθιστορήματά της διακρίνονται για το ψυχολογικό τους βάθος και το εκφραστικό τους ύφος. Άλλα γνωστά έργα της είναι: «Νύχτα και μέρα», «Τρεις γκινέες», κ.α.

Δεν μπορεί κάποιος να σκεφτεί καλά, να αγαπήσει καλά, να κοιμηθεί καλά, αν δεν έχει φάει καλά.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο κριτικός λογοτεχνίας και μεταφραστής των έργων της Άρης Μπερλής έχει γράψει ότι: «Η Βιρτζίνια Γουλφ βρίσκεται μέσα στη μεγάλη παράδοση της δυτικής λογοτεχνίας και συναριθμείται με τον Προυστ και τον Τζόυς στην τριάδα των μεγάλων καινοτόμων πεζογράφων που άνοιξαν νέους δρόμους στο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα τις τρεις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα.»

 

Η Αντελίν Βιρτζίνια Στήβεν γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 25 Ιανουαρίου του 1882, από τους Σερ Λέσλι Στήβεν και την Τζούλια Πρίνσεπ Τζάκσον. Οι γονείς της που παντρεύτηκαν στις 28 Μαρτίου του 1878 είχαν και οι δυο παιδιά από τους προηγούμενους γάμους τους.

Ο πατέρας είχε μακρινή συγγένεια με τον συγγραφέα Ουίλλιαμ Θάκερεϊ, ήταν γνωστός συγγραφέας ο ίδιος, ιστορικός, κριτικός και ορειβάτης. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη και συντάκτης του Λεξικού Εθνικής Βιογραφίας (Dictionary of National Biography), ενός έργου που έμελλε να επηρεάσει την κόρη του Βιρτζίνια στις κατοπινές της πειραματικές βιογραφίες. Έτσι η Βιρτζίνια μεγάλωσε σε περιβάλλον καλλιτεχνικό με επιρροές από τη βικτωριανή λογοτεχνική κοινωνία.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για να απολαύσουμε την ελευθερία πρέπει να ελέγχουμε τον εαυτό μας.

Η μητέρα της, Τζούλια Στήβεν, γνωστή καλλονή της εποχής της, είχε κι αυτή εξίσου επιφανείς γνωριμίες. Προερχόταν από οικογένεια με γυναίκες φημισμένες για την ομορφιά τους, που σημάδεψαν με την παρουσία τους τη βικτωριανή κοινωνία ως μοντέλα των προραφαηλιτών ζωγράφων και φωτογράφων. Από εκεί περιήλθε στα χέρια της οικογένειας μια σειρά διάσημων και πανέμορφων πινάκων. Συμπλήρωμα αυτών των επιρροών ήταν η τεράστια βιβλιοθήκη του σπιτιού, απ’ όπου οι αδελφές Βιρτζίνια και Βανέσα διδάχτηκαν τους κλασικούς και την αγγλική λογοτεχνία, σε αντίθεση με τους αδελφούς τους Έιντριαν και Τζούλιαν που ακολούθησαν την τυπική εκπαίδευση στο Καίμπριτζ, μια διαφορά που η Βιρτζίνια τη θυμόταν με πικρία.

Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά της, οι ζωηρότερες μνήμες της παιδικής της ηλικίας δεν ήταν από το Λονδίνο αλλά από το Σεντ Άιβς στην Κορνουάλη, όπου η οικογένεια περνούσε κάθε καλοκαίρι της μέχρι το 1895. Η οικογένεια έμεινε στο σπίτι -το αποκαλούμενο Τάλαντ- με θέα πέρα από τον κόλπο Πορθμίνστερ. Οι μνήμες των οικογενειακών διακοπών και των εντυπώσεων του τοπίου, ειδικά ο φάρος Godrevy, επηρέασαν την γραφή της, ειδικά προς το τέλος της ζωής της, και ειδικότερα στον Φάρο. Πιο συγκεκριμένα, το σπίτι στη Σκωτία, στο βιβλίο της, είναι το Τάλαντ και η οικογένεια Ράμσεϋ, είναι στην πραγματικότητα η δική της.

 

Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας από γρίπη το 1895 στα 13 της, και αυτός της αδελφής της Στέλλας δυο χρόνια αργότερα, επέφεραν μια πρώτη σειρά νευρικών κλονισμών. Ο θάνατος του πατέρα της το 1904 προκάλεσε πιο ανησυχητική κατάρρευση και η Βιρτζίνια χρειάστηκε να μπει για λίγο σε κλινική. Οι κλονισμοί αυτοί και οι επόμενες επαναλαμβανόμενες καταθλιπτικές περίοδοί της οφείλονται, σύμφωνα με σύγχρονους μελετητές, και στη σεξουαλική κακοποίηση που αυτή και η αδερφή της Βανέσα υπέστησαν από τους ετεροθαλείς αδελφούς τους Τζωρτζ και Τζέραλντ, πράγμα που και η ίδια περιγράφει στα αυτοβιογραφικά δοκίμιά της.

Αν κι αυτές οι επαναλαμβανόμενες διανοητικές διαταραχές είχαν πολλές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή της, οι λογοτεχνικές δυνατότητές της παρέμειναν άθικτες. Οι σύγχρονες διαγνωστικές τεχνικές έχουν οδηγήσει σε μεταθανάτια διάγνωση διπολικής διαταραχής, ασθένεια που χρωμάτισε την εργασία, τις σχέσεις και τη ζωή της και οδήγησε τελικά στην αυτοκτονία της. Μετά από τον θάνατο του πατέρα της το 1904 και της δεύτερης σοβαρής νευρικής κατάρρευσής της, η Βιρτζίνια, η Βανέσα κι ο Έιντριαν πούλησαν το σπίτι στο Κένσινγκτον και αγόρασαν ένα στο Μπλούμσμπερυ.

Τα μάτια των άλλων είναι η φυλακή μας. Και  οι σκέψεις τους, τα κλουβιά μας

Μετά τις σπουδές της στο Ladie’s Department of King’s College London, η Γουλφ γνωρίστηκε με τους: Λύττον Στράτσυ, Κλάιβ Μπελ, Σάξον Σίντνεϋ Τέρνερ, Ντάνκαν Γκραντ και Λέοναρντ Γουλφ, που αποτέλεσαν τον πυρήνα του διανοητικού κύκλου γνωστού ως Ομάδα Μπλούμσμπερι, που απέκτησε μεγάλη φήμη το 1910 με τη φάρσα του Ντρέντνωτ, όπου η Βιρτζίνια συμμετείχε άμεσα, ντυμένη αντρικά σαν Αιθίοπας.

Παντρεύτηκε τον συγγραφέα Λέοναρντ Γουλφ το 1912, τον οποίο αναφέρει κατά τη διάρκεια του δεσμού τους ως «αδέκαρο εβραίο». Πολλοί βιογράφοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο γάμος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ πλήρως. Κι όμως το ζεύγος μοιράστηκε ένα στενό δεσμό και το 1937 εκείνη έγραψε στο ημερολόγιό της: «Κάνοντας έρωτα -μετά από 25 χρόνια δεν μπορούν ν’ αντέξουν χωριστά… βλέπεις αυτό είναι η μεγαλύτερη ευχαρίστηση που θέλουν: μια σύζυγο. Κι ο γάμος μας τόσο πλήρης».

Όσο περισσότερο μεγαλώνει κάποιος, τόσο περισσότερο ελκύεται από το άσεμνο.

Τον χειμώνα του 1922 θα κάνει μια καθοριστική για τη ζωή της γνωριμία. Θα γνωρίσει σε ένα φιλικό δείπνο την κόρη του βαρώνου Λάιονελ Σάκβιλ Γουέστ, Βίτα Σάκβιλ Γουέστ με την οποία εκτός από τα λογοτεχνικά τους ενδιαφέροντα θα μοιραστεί και μια παθιασμένη ερωτική σχέση. Η γνωριμία που σηματοδοτεί και τα πιο παραγωγικά χρόνια της Γουλφ θα μετατραπεί σε ερωτική σχέση γύρω στο 1925 καρπός της οποίας θα είναι το μυθιστόρημα – βιογραφία της Σάκβιλ «Ορλάντο», που η Γουλφ έγραψε το 1927 και το οποίο ο γιος της Βίτα, Νάιτζελ Νίκολσον χαρακτήρισε ως «την πιο μακροσκελέστατη και γοητευτική ερωτική επιστολή στην ιστορία της λογοτεχνίας».

Με τη Βίτα όλα δείχνουν ότι η Βιρτζίνια ανακαλύπτει άγνωστες μέχρι τότε ηδονές του έρωτα. Σε μία επιστολή της προς αυτήν η Βιρτζίνια γράφει με το χαρακτηριστικό της καυστικό χιούμορ: «Σ’ ολόκληρο το Λονδίνο εσύ κι εγώ είμαστε οι μόνες σύζυγοι που είναι ευχαριστημένες από το γάμο τους.»

Το 1928 καινούριοι έρωτες θα τραβήξουν τη Σάκβιλ μακριά από την Γουλφ, και ύστερα από την περίοδο του πόνου για τον χωρισμό η σχέση τους θα μετατραπεί σε φιλική αλλά ουσιαστική και θα κρατήσει μέχρι το τέλος της ζωής της Γουλφ.

Τα χρόνια αυτά θα δώσει τα καλύτερα έργα της: το 1925 θα κυκλοφορήσει το διασημότερο έργο της «Η κυρία Νταλογουέι», η οποία και θα την καθιερώσει στη συνείδηση κοινού και κριτικών, το 1927 εκδίδεται το αυτοβιογραφικό «Μέχρι το φάρο», και το 1928 το «Ορλάντο: μια βιογραφία».

Τον Οκτώβριο του 1928 έλαβε την πρόσκληση να μιλήσει στο κολέγιο Νιούμαν του Κέιμπριτζ ενώπιον της “Arts Society” με θέμα «Γυναίκες και μυθιστοριογραφία». Από αυτή τη διάλεξη προέκυψε το διάσημο δοκίμιο «Ένα δικό σου δωμάτιο» , το οποίο θα εκδοθεί το 1929 -βιβλίο αναφοράς σήμερα στις φεμινιστικές σπουδές

Το 1930 πάλι τελειώνει τη πρώτη μορφή του μυθιστορήματος της, «Τα Κύματα», το οποίο αποτελεί το ακραίο όριο των λογοτεχνικών πειραματισμών της, αφού το έργο καταγράφει τις σκέψεις έξι χαρακτήρων και μόνο αυτό.

Κάτι από φόβο παραλείψαμε, κάτι από ματαιοδοξία αλλάξαμε.

Κουρασμένη από το γράψιμο των «Κυμάτων» και σαν αστείο για να χαλαρώνει (όπως συνήθιζε να κάνει) άρχισε να γράφει το καλοκαίρι του 1931, το «Φλας», τη βιογραφία του σκύλου της ποιήτριας Ελίζαμπεθ Μπαρετ Μπράουνινγκ, την οποία εξέδωσε σε βιβλίο το 1933. Σε αυτό το διάστημα θα ταξιδέψει για δεύτερη φορά στην Ελλάδα μαζί με τον άντρα της και τον Ρότζερ Φράι, του οποίου ο ξαφνικός θάνατος το 1934 θα την καταβάλλει πολύ. Το 1935 έχοντας αγοράσει αυτοκίνητο θα κάνουν ένα μεγάλο οδικό ταξίδι στην Γαλλία, στην Ιταλία, επιστρέφοντας μέσω της Γερμανίας του Χίτλερ και της Ολλανδίας.

Το 1937 θα εκδώσει το μυθιστόρημα «Τα χρόνια» -ένα βιβλίο που είχε αρχίσει να δουλεύει από το τέλος του 1932 και το οποίο εξελίχθηκε στο ογκωδέστερο των μυθιστορημάτων της αλλά και ένα από τα προσφιλέστερα στους λογοτεχνικούς κριτικούς.

Όταν ξεσπάει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η διάθεση της Γουλφ αρχίσει να χειροτερεύει και το 1940 ύστερα από την σφοδρή αεροπορική επιδρομή των Γερμανών εναντίον του Λονδίνου καταστρέφονται το σπίτι και τα γραφεία του εκδοτικού οίκου στο Λονδίνο, και το ζευγάρι μετακομίζει στο Μονκς Χάουζ. Η πιθανότητα οι Γερμανοί να καταλάβουν την Αγγλία και το τι θα σήμαινε αυτό όχι μόνο για τη χώρα αλλά και για τη ζωή του Εβραίου Λέοναρντ, κάνουν τη Γουλφ να ζει σε μια διαρκή ανησυχία και αγωνία.

Τον χειμώνα του 1941 θα ολοκληρώσει το τελευταίο μυθιστόρημα της, το «Ανάμεσα στις πράξεις» και θα περάσει την τρίτη και μοιραία νευρική κατάρρευση της ζωής της. Η κατάθλιψη, η ανορεξία, οι παραισθήσεις θα επιστρέψουν δυνατότερες από κάθε άλλη φορά. Ο Λέναρντ Γουλφ παραδέχεται στην αυτοβιογραφία του ότι το να μην την εμπιστευτεί σε 24ωρη επίβλεψη από νοσοκόμες ήταν μεγάλο λάθος που έφερε την καταστροφή.

Στις 28 Μαρτίου 1941 η Γουλφ εγκατέλειψε το σπίτι της προς άγνωστη κατεύθυνση αφήνοντας δυο σημειώματα, ένα για την αδερφή της και ένα για τον σύζυγό της. Αν και στο σημείωμα έγραφε ότι είχε σκοπό να αυτοκτονήσει, ωστόσο αγνοούνταν για 3 εβδομάδες, μέχρι να βρεθεί πρώτα το καπέλο της και το μπαστούνι της σε μια όχθη του ποταμού Ουζ και αργότερα τρία μικρά παιδιά να ανακαλύψουν το πτώμα της στις 19 Απριλίου του 1941.

Το σημείωμα αυτοκτονίας προς τον σύζυγό της:

Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε άλλον ένα σαν εκ τους φοβερούς χρόνους. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν’ ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου ‘χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ’ αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να ‘ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλεψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω… ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ’ απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ’ το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ’ είχε σώσει, αυτός θα ‘σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να ‘ναι ευτυχέστεροι απ’ όσο ήμασταν εμείς.

Το πτώμα της αποτεφρώνεται την επόμενη μέρα και τα υπολείμματα θάβονται στο σπίτι στο Μονκς, κάτω από μια φτελιά. Τον Ιούλιο του 1941 ο Γουλφ θα εκδώσει το τελευταίο μυθιστόρημα της, ενώ το 1953 θα εκδώσει και αποσπάσματα από τα ημερολόγια της με τίτλο «A writer’s diary».

*φράση από τα «Κύματα».