Μια στιγμή στη μέρα / Νικήτας Ράντος – Στήλες Ολυμπίου Διός

Χλωμιάσανε τὴ νύχτα οἱ γλαυκὲς στῆλες τοῦ ναοῦ
ἀλλ’ ἄσκοπα ὑψώνουν τὸ λαβωμένο ἀνάστημά τους σὲ οὐρανοὺς ἀπρόσιτους
κανεὶς δὲ νογᾶ τὴν ἄλαλη δέηση παλιᾶς λατρείας
ποὺ ὑποβλητικὲς γραμμὲς λαξευμένης πέτρας ὁδηγούσανε στὸ Δία
ἐσκούριασαν οἱ ἄκανθες καὶ τὰ ἄτρομα κιονόκρανα φυσιοῦνται σύγκορμα
ἀπὸ πνοὲς ἐρωτικὲς ποὺ καταφεύγουν ἐδῶ πέρα
λειτουργοί του ὑμεναίου κατάντησαν τὰ μάρμαρα
κάθε ἄλλο τους νόημα ἐχάθη
ἄδικα πασχίζουν ἀρχαιολόγοι νὰ βροῦν ἕναν εἱρμὸ
σὲ τεμάχια ποὺ ἡ ἱστορία μακρυὰ της πέταξε
τὰ βουβαμένα θρύψαλα κοίτονται στὴ γῆ
οὔτε ἕνα βῆμα πιστοῦ δὲν τὰ ταράζει
καμιὰ σκιὰ δὲν ἀντηχεῖ στὰ ἐρείπια
κι αὐτὰ προδῶσαν τὸν περίπατό μου
ὁ σκοπὸς του χάθηκε στὴ μακρισμένη ἀπὸ τὴν ἄναστρη σκεπὴ τῆς νύχτα
καὶ τῆς ἱστορίας μου ὁ εἱρμὸς χάθηκε, δὲν ἀναβρίσκεται.
Ἐζήλεψα τοὺς κρύους λιθίνους ὄγκους
ποὺ στέκουν ἐδῶ ἀμίλητοι αἰῶνες τώρα
γροικόντας περασμένων συγκινήσεων τὴ γλυκειὰ ἀχῶ.

«Ποιήματα», 1933