Σαν σήμερα: 80 χρόνια από τον θάνατο της Βιρτζίνια Γουλφ

«Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αρχίζω ν’ ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω μήτε να διαβάσω. Θέλω να σ’ το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ’ είχε σώσει, αυτός θα ‘σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου». (Το τελευταίο σημείωμα που έγραψε πριν πεθάνει.)

Η Βιρτζίνια Γουλφ γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1882 στο Κένσινγκτον του Λονδίνου. Μυθιστοριογράφος και μια από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές φωνές του μεσοπολέμου. Με δική της πρωτοβουλία ιδρύθηκε η περιβόητη Ομάδα Μπλούμσμπερι. Μια λέσχη καλλιτεχνών που δραστηριοποιήθηκε κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα και εξέφρασε πρωτοποριακές για την εποχή της ιδέες. Γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση το 1910 μετά από την φάρσα εναντίον της αγγλικής ναυαρχίδας Ντρέντνωτ. Μέλη της υπήρξαν οι  Τ.Σ Έλιοτ, Άλντους Χάξλεϊ, Λίτον Στράτσι, Κλάιβ Μπελ, Σάξον Σίντνει Τέρνερ, Ντάνκαν Γκραντ, Λέοναρντ Γουλφ και μερικοί από τους κανόνες ήταν η ίση αντιμετώπιση των μελών, καμία αναφορά σε θρησκευτικές πεποιθήσεις και καλοδεχούμενη όποια σεξουαλική επιθυμία. 

Τα παιδικά της χρόνια ήταν δύσκολα. Οι γονείς της είχαν προηγούμενους αποτυχημένους γάμους, και συνολικά η οικογένεια περιείχε τα παιδιά τριών γάμων. Σπίτι τους μπαινόβγαινε όλη η βικτωριανή λογοτεχνική τάξη της εποχής. Νονός της ήταν ο Αμερικανός ποιητής Τζέιμς Ράσελ Λόουελ, ενώ αδυναμία είχε στην θεία της, την διάσημη φωτογράφο πορτραίτων, Τζούλια Μάργκαρετ Κάμερον. Η μητέρα της Τζούλια Πρίνσεπ Τζάκσον ήταν φημισμένη καλλονή που συγκέντρωνε γύρω της ζωγράφους και ποιητές. Ο πατέρας της Σερ Λέσλι Στίβεν ήταν εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Cornhill Magazine και συντάκτης του Λεξικού Εθνικής Βιογραφίας (Dictionary of National Biography).

Από τα έξι της χρόνια βιάζεται από τους ετεροθαλείς αδερφούς της Τζέραλντ και Τζωρτζ Ντάκγουορθ. Στα 13 της χρόνια χάνει την μητέρα της και λίγο αργότερα την αδερφή της Στέλλα. Τότε αρχίζει και η συστηματική της σεξουαλική κακοποίηση. Όλο αυτό το διάστημα παθαίνει νευρικούς κλονισμούς και αναπτύσσει φοβίες. Μετά, τον θάνατο του πατέρα της το 1904 παθαίνει κατάθλιψη και εμφανίζει τα πρώτα σημάδια διπολικής διαταραχής. Εξαιτίας, αυτής της κατάστασης νοσηλεύεται σε κλινική όπου εκεί αρχίζει και το γράψιμο. Όταν παίρνει εξιτήριο αποφασίζει μαζί με τα αδέρφια της Βανέσσα και Ειντριαν να πουλήσουν το σπίτι και να μετακομίσουν στο τετράγωνο 46 Gordon στο Μπλούμσμπερυ.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ήρεμη πια ολοκληρώνει τις σπουδές της στο Ladie’s Department of King’s College London, όπου γνωρίζει τα προαναφερθέντα μέλη της Ομάδας Μπλούμσμπερι.

Εκεί, γνωρίζει και τον σύζυγο της τον Λέοναρντ Γουλφ και ιδρύουν τις εκδόσεις Hogarth Press που δημοσίευσαν στη συνέχεια το μεγαλύτερο μέρος των έργων της. Ο γάμος του θεωρείται από αρκετούς τυπικός, χωρίς ιδιαίτερες συγκινήσεις. Τότε, η συγγραφέας γνωρίζει την ποιήτρια Βίτα Σάκβιλ-Ουέστ και ερωτεύονται. Η σχέση τους θα ξεπεράσει κάθε κοινωνικό φραγμό και θα αποτελέσει έμπνευση για το πιο εκκεντρικό έργο της Βιρτζίνια Γουλφ το Ορλάντο (1928). Οι κριτικοί της εποχής το αντιμετωπίζουν με αμηχανία. Αδυνατούν να συλλάβουν ή μάλλον να αποδεχτούν τον ανδρόγυνο ήρωα του βιβλίου και φυσικά την διττή σεξουαλικότητα της συγγραφέως. 

Μετά, τον χωρισμό τους η Βιρτζίνια Γουλφ διαλύεται. Έχει μικρές αναλαμπές, τις λεγόμενες καλές ημέρες, αλλά όλοι γύρω της φοβούνται πως δεν θα αντέξει και θα παραδοθεί στους δαίμονες της. Μετά, και την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και την καταστροφή του σπιτιού της στο Λονδίνο από τους συνεχείς βομβαρδισμούς αρχίζει και έχει τις πρώτες ψυχωτικές παραισθήσεις με αποτέλεσμα να κατακερματιστεί κάθε συνειρμική ικανότητα. Παραδέχεται στον άντρα της πως δεν μπορεί πια να συγκεντρωθεί και αδυνατεί να γράψει.

Στις 28 Μαρτίου του 1941 παθαίνει άλλη μια νευρική κρίση και πέφτει στον ποταμό Ουζ), έχοντας βάλει στις τσέπες της πέτρες. Το σώμα της βρέθηκε στις 18 Απριλίου και ο σύζυγός της την έθαψε κάτω από ένα δέντρο, στον κήπο του σπιτιού τους, στο Ρόντμελ του Σάσσεξ.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αν έπρεπε να χαρακτηρίσουμε το έργο της θα έπρεπε να μπορούμε να κατανοήσουμε ή έστω να αφουγκραστούμε την ζωή της. Είχε μια μοναδική ικανότητα να αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο πραγματικό και στο ονειρικό. Η πλοκή της ήταν γήινη και αρκετά καθορισμένη, αλλά ο λόγος της και τα συναισθήματα που κυοφορούσε άγγιζαν το φανταστικό. Η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα της ήταν διάχυτη σε όλα της τα έργα. Εσωτερικοί μονόλογοι και παραμιλητά που έπαιζαν με την ομοφυλοφιλία και το κοινωνικό στίγμα. Ένας εγκρατής φεμινισμός, τόσο ερωτικός που, σχεδόν, δεν τον αντιλαμβανόσουν. Συχνά, οι δικοί της άνθρωποι της παραπλανιόντουσαν ότι δεν μιλούσε, ότι χανόταν στο μυαλό της. Η ίδια απορούσε λέγοντας πως όσα πρέπει να πει τα γνωρίζουν και όσα κρατάει για τον εαυτό της είναι ελάχιστα μπροστά στην αγάπη που ένιωθε για εκείνους. Εξάλλου, το πρόβλημα δεν ήταν σε αυτά που λέγονται ήταν σε αυτά που αδυνατούσαν να καταλάβουν, γιατί απλά, όπως έλεγε «Τα μάτια των άλλων, η φυλακή μας. Οι σκέψεις τους, τα κλουβιά μας».