Πάμπλο Νερούδα [όλο παίζεις, εσύ]

Πόσο έχεις στ αλήθεια πονέσει,
ώσπου να βρεις τα χούγια μου,
ώσπου να βρεις την ψυχή μου τη μονάτη κι ανήμερη
και τ όνομά μου που όλους τους κάνει και τρέμουν . . .
Πόσες και πόσες φορές δεν είδαμε το φως του αυγερινού
να μας φιλάει τα μάτια
και πάνω απ τα κεφάλια μας το χάραμα κυκλοδίωκτο
ν ανοίγει ωσάν ριπίδιο.
Σα λόγια μου σε μούσκεψαν θωπεύοντάς σε.
Καιρός πάει πολύς που αγάπησα
το ηλιόλουστο σώμα σου, το μαργαριταρένιο.
Και πιστεύω έτσι πως εγώ είμαι ο κύριος
του σύμπαντος όλου.
Θα σου φέρω απ τα βουνά λουλούδια εξαίσια,
κλέλιες, ζουμπούλια
και βελανίδια γεράνια, κι ένα κοφίνι φιλιά.
 
Θέλω να κάνω μαζί σου
αυτό που κάνει κι η άνοιξη στις κερασιές.


[Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής]