Κριτική: Ματίνα Ευαγγέλου – «Θα σου δείξω τον φόβο» (Εκδόσεις Επίμετρο)

Το μυθιστόρημα της Ματίνας Ευαγγέλου με τίτλο «Θα σου δείξω τον φόβο» αποτελεί την πρωτόλεια πεζογραφική παρέμβαση της συγγραφέως στο δημόσιο λόγο και εν πολλοίς το αποτέλεσμα δικαιώνει την επιλογή της. Φαινομενικά η ιστορία περιστρέφεται γύρω από πολλαπλές αφηγήσεις δίχως κεντρική κατεύθυνση στην πλοκή. Μία νεαρά ασκούμενη δικηγόρος γίνεται μάρτυρας, θύμα και θύτης μίας εξέλιξης γεγονότων με εξωτερική, επιφανειακή, δομή των διαδραματιζόμενων πράξεων ενός επαναλαμβανόμενου δράματος. Από τη στιγμή κατά την οποία δεν παρουσιάζεται στο έργο μία κεντρική αφήγηση και τα πρόσωπα του περιβάλλοντος χώρου εναλλάσσονται στις προτεραιότητες της πλοκής, μάς δίνεται η ευκαιρία να αναπλάσουμε τις εικόνες αυτού υπό μία λανθάνουσα αίσθηση εξέλιξης. Με άλλα λόγια, κάθε πρόσωπο του δράματος (διότι το μυθιστόρημα, μολονότι διατηρεί τους όρους της μοντέρνας γραφής, διαπλέκεται και ισορροπεί ανάμεσα στον ρομαντισμό και την τραγωδία, υπό τη σκέπη της ψυχολογικής ανάλυσης των χαρακτήρων) δύναται να μετατραπεί στον κεντρικό ήρωα της ιστορίας και την ίδια στιγμή να θεωρηθεί ως βασικός παράγοντας λύσης στον γόρδιο δεσμό που αναπτύσσεται μεταξύ των προσώπων. Η Λουκία, αρχικά αλλά και σε κάθε ενδιάμεσο σταθμό των προσωπικών της παρεμβάσεων, λειτουργεί περισσότερο ως την κινηματογραφική κάμερα της κοινωνικής ανισορροπίας. Είναι ο καταγραφέας μίας συστημικής ενσωμάτωσης προσώπων και καταστάσεων με γνώμονα την αναπαραγωγή ενός συνόλου ηθικών προσταγών με επιφανειακή και, ουσιαστικά, υποκριτική στάση έναντι της πραγματικότητας. Η δικηγορία μοιάζει το εισιτήριο στον κόσμο της τελευταίας με αποκλειστική προϋπόθεση τον ευνουχισμό του ατόμου ενώπιον της σκληρότητας του αγώνα προς επιβίωση. Δεν είναι η νομική επιστήμη η οποία υπονομεύει την ατομική ύπαρξη προς επιβίωση. Είναι η ίδια η έννοια αυτής που θέτει ως απαράβατο όρο τον εκμαυλισμό του υποκειμένου προς όφελος αναπαραγωγής μίας δέσμης κοινωνικών προτύπων. Σε αυτό ακριβώς το πλάνο η συγγραφέας επενδύει τις πρώτες εντυπώσεις μέσα από τους οφθαλμούς της Λουκίας και όλων όσων την περιβάλλουν. Ανώριμοι άνδρες, άβουλες γυναικείες παρουσίες, εξουσιαστικές σχέσεις και κοινωνικοί ρόλοι, εν πλήρει διαστάση, σχηματίζουν τις πρώτες εικόνες μίας ζωής στο δικηγορικό γραφείο στο οποίο αποτάθηκε προς πρακτική άσκηση. Εκείνο το οποίο έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ήδη από τις πρώτες σελίδες του έργου είναι το πλαίσιο των πολλαπλών μικρόκοσμων το οποίο ξετυλίγεται περίτεχνα γύρω από το εν λόγω δικηγορικό γραφείο. Διότι, πίσω από την πρόσοψη της κοινωνικής καταξίωσης μίας επαγγελματικής κατηγορίας ανθρώπων διαμορφώνονται οι όροι για την δημιουργία παρακλαδιών, τα οποία με τη σειρά τους επενεργούν στο συλλογικό ασυνείδητο και κατασκευάζουν διαπλεκόμενες σχέσεις καταπίεσης. Το οικογενειακό περιβάλλον, όπως μεταφέρεται στις σελίδες του έργου και μάλιστα υπό τις εναλλασσόμενες σκηνές διαφορετικών μεταξύ τους προσώπων, καταλήγει στην μικρογραφία της εξαπάτησης. Κάθε στιγμή μεταξύ των μελών μίας οικογένειας αναδεικνύει την ανηθικότητα των ρόλων που υπηρετούν στο κοινωνικό γίγνεσθαι. «Τη ρώτησε για τους γονείς της. Η Αγγελική και ο Ευάγγελος πάντα την έστελναν κάπου να μείνει μακριά τους. Σχολείο μέχρι αργά, παππούδες που μεγάλωναν σαν δικό τους ένα παιδί που δεν ταίριαζε στο περιβάλλον, πάντα κάπου μακριά, ψυχικά ή χιλιομετρικά ή και τα δύο. […] Πάντα πάλευε με τις λεπτομέρειες μιας ζωής μαζί τους, μικροσκοπικά μωσαϊκά που δεν έγιναν ποτέ ολόκληρη ιστορία… […] Και μετά ήταν μόνο ξένοι και ανάμεσά τους μόνο ευγένεια» (σελ. 23). Η κραυγή αγωνίας την οποία αποτυπώνει η συγγραφέας έρχεται να συντρίψει τις υπεκφυγές του ήθους το οποίο τεχνητά προβάλλεται ως συνιστώσα παράμετρος μίας απούσας «κανονικότητας».

Από το πρώτο πλάνο των οικογενειακών σχέσεων και, μέσω της πρόσληψης αυτών, των ερωτικών εμπειριών, η πρωταγωνίστρια μεταφέρεται στο εργασιακό περιβάλλον από το οποίο, ωστόσο, δεν θα κρατήσει τις περιπέτειες ενός ασκούμενου δικηγόρου στις δικαστικές αίθουσες και την γραφειοκρατία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, αλλά θα μεταπλάσει τις κοινωνικές συμβάσεις στις προσωποποιημένες εναλλαγές μίας κακοήθειας αναπτυγμένης σε νέο περιβάλλον, αντίστοιχο του οικογενειακού. Οι ανθρώπινες σχέσεις θα τεθούν επί τάπητος. Η συγγραφέας δεν αφήνει καμία σελίδα του έργου της στην οποία να μην αποτυπώνεται καθαρά η ιεραρχία των ρόλων μέσα στους οποίους το δρων υποκείμενο αναζητά ταυτότητα. Ο δικηγόρος Μάξιμος και η σύζυγός του Ελβίρα μοιάζουν το ιδανικό πεδίο αναφοράς για την αστική αντίληψη περί επιτυχίας. Ωστόσο, η ιστορία κρύβει αθέατες πτυχές τις οποίες ανακαλύπτει ο αναγνώστης μέσα από το ερωτικό τρίγωνο το οποίο αναπτύσσεται ανάμεσα στους προαναφερθέντες πρωταγωνιστές και τον φίλο της Λουκίας, Δημήτρη. Στο πλαίσιο αυτό ο έρωτας έχει απωλέσει την πραγματική δοτική δύναμη ψυχής και αισθήσεων. Έχει μετατραπεί σε εξιλαστήριο θύμα μίας εκτονωτικής προδιάθεσης των ατόμων. Στο πέρασμά του σωριάζεται συθέμελα κάθε αντίσταση την οποία δύναται να προβάλει η συνείδηση. Ο έρωτας αποχαλινωμένος μετασχηματίζει την βούληση για αποδοχή σε παγίδα εκμηδένισης. Η τελευταία με τον τρόπο τον οποίο βιώνεται από το σύνολο των προσώπων του έργου επιβεβαιώνει τις ψυχαναλυτικές προεκτάσεις αυτού καθότι η συγγραφέας επιτρέπει στον λόγο της να καταγγείλει, εμμέσως πλην σαφώς, την αποτυχία των σχέσεων μεταξύ γονέων και τέκνων αυτών. Από την αδυναμία συγκρότησης μίας κεντρικής προσωπικότητας στη μεταξύ τους σχέση δημιουργείται απόσταση ανάμεσα στις νέες προσωπικότητες και τους υποψήφιους συντρόφους στη ζωή. Η πρώτη αποτυχία ακολουθείται από σωρεία αποτυχημένων σχέσεων. «Ένας καινούργιος εαυτός κλωτσούσε μέσα της. Το σύνολο των διαθέσεων που αποκαλούσε «εαυτό» , το ένιωθε ν’ αλλάζει, κάτι γεννιόταν και έφερνε όλες τις ανασφάλειες που φέρνει η γέννηση. […] Μια ελεύθερη και θαρραλέα πτυχή της, ένας απαγορευμένος έρωτας που θα ολοκληρωνόταν, ξεφουσκώνοντας μια στύση δυνατή σαν τον άτλαντα που κρατάει τον ουρανό με τα άστρα» (σελ. 81). Η αποτυχία των ανθρωπίνων σχέσεων, όπως καταγράφεται εν είδει ανατομικής περιγραφής της μικροαστικής αντίληψης περί πραγματικότητας, συμπληρώνεται από σχήματα στα οποία εμφιλοχωρούν αναζητήσεις περί του εαυτού μέσα από απαγορευμένες χρήσεις ουσιών και εναλλακτικές οπτικές της ζωής, εναλλακτικές προσεγγίσεις οι οποίες αδυνατούν να συγκροτήσουν μία ολοκληρωμένη δόμηση στα ερωτήματα που κατακλύζουν την υπαρξιακή αμφισβήτηση του υποκειμένου, καταλήγοντας στην κυκλική παραγωγή της αυτο-υπονόμευσης. Και στο τέλος αυτής της εικόνας, η κοινωνική αποσύνθεση προκαλεί ολική αποστροφή. Η πατριαρχική εξουσία όπως την υποδύονται «ευυπόληπτοι» πολίτες και οι προσωπικές ιστορίες που περικυκλώνουν τις ζωές των προσώπων μοιάζει να καταπνίγει και την τελευταία ικμάδα αλήθειας. Η Λουκία, ο Δημήτρης, Η Ελβίρα, ο Μάξιμος κ.α. δεν είναι αυτοτελείς προσωπικότητες αλλά φιγούρες μίας εποχής σε έκσταση. Εικόνες μίας παράλληλης αυτο-καταστροφής της αυτόνομης υπόστασης των ανθρώπων μέσα σε ένα περιβάλλον που δεν ανέχεται οποιονδήποτε καθρέφτη αποκάλυψης. 

Θα σου δείξω τον φόβο
Εκδόσεις Επίμετρο, Ιούλιος 2021
Αριθμός Σελίδων: 236
Τιμή: 8,48€

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook (εδώ), twitter (εδώ) και instagram (εδώ) για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ