Ελεάννα Σαντοριναίου: «…οι σημερινοί νέοι πρέπει να αφουγκραστούν τις νέες ανάγκες και να δομήσουν ξανά την κοινωνία»

Με σπουδές στην Αγγλία και στο London Film Academy, και έχοντας ήδη διαπρέψει στο παιδικό θέατρο (έχει σκηνοθετήσει 5 παραστάσεις, μια εκ των οποίων παίζεται 11 συνεχόμενα έτη), η Ελεάννα Σαντοριναίου δοκιμάζεται για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή για ενηλίκους, και αναμετράται με ένα κλασσικό έργο του Αλεξέι Αρμπούζωφ «Η υπόσχεση – Καημένε μου Μάρικ» στο Θέατρο Φούρνος.

Έχει στο ενεργητικό της ταινίες μικρού μήκους, σχεδιάζει τη σκηνοθεσία ταινίας μεγάλου ενώ στην δουλειά της επικεντρώνεται στις ανθρώπινες σχέσεις και προσωπικές ιστορίες. Της αρέσει να μελετά έννοιες όπως η μοναξιά, η οικογένεια και πώς άγνωστοι μέχρι στιγμής άνθρωποι δημιουργούν καινούριες μορφές σχέσεις μεταξύ του.

Μιλήσαμε μαζί της για την Αθήνα και το Λονδίνο, το θέατρο για παιδιά και ενηλίκους και βέβαια για την δουλειά της στο έργο του Αρμπούζωφ, πως ακουμπάει αυτό στο σήμερα, τη μοναξιά, τη δυναμική των νέων ανθρώπων, τα όνειρα, τα ναι και τα όχι τους στη ζωή, τους συμβιβασμούς τους.

Πόσο διαφορετικό είναι να κάνεις θέατρο για παιδιά από το θέατρο για ενηλίκους;  Οι προσδοκίες ενός σκηνοθέτη είναι ίδιες από το διαφορετικό κοινό του; Ο τρόπος δουλειάς στην βάση του είναι ο ίδιος. Και στις δύο περιπτώσεις το κείμενο αναλύεται, γίνονται συζητήσεις και αυτοσχεδιασμοί μαζί με τους ηθοποιούς και σιγά σιγά στήνεται το έργο. Επίσης και στις δύο περιπτώσεις ο στόχος μας είναι ένα έργο που είναι ολοκληρωμένο, ειλικρινές και άμεσο ως προς το κοινό. Οι προσδοκίες μου σαν σκηνοθέτης παραμένουν επίσης οι ίδιες. Να μπορέσω να δημιουργήσω έναν διάλογο με το κοινό, να τον κάνω να ταξιδέψει σε έναν άλλο κόσμο και στην ευτυχέστερη περίπτωση να τον κάνω να προβληματιστεί και γιατί όχι να «κουβαλάει» το έργο μαζί του. Αυτό συμβαίνει και με τα παιδιά και με τους μεγάλους. Το μυστικό είναι να μιλάς για θέματα που αφορούν το εκάστοτε κοινό.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το γεγονός ότι το κοινό αλλάζει και οι εμπειρίες του κοινού είναι διαφορετικές μας κάνει να προσεγγίζουμε τα παιδικά έργα σε σχέση με των ενηλίκων διαφορετικά. Ένα παιδί 3 ετών μόλις ξεκινάει τη διαδρομή του ως θεατής και επιπλέον δεν διαθέτει την υπομονή του ενήλικα. Άλλα πράγματα το απασχολούν και του κεντρίζουν το ενδιαφέρον. Συνεπώς το έργο πρέπει να αφορά τα θέματα και τις ανάγκες αυτής της ηλικίας. Επίσης πρέπει να είναι άμεσο και στην δική μου περίπτωση, σπάω τον τέταρτο τοίχο και οι ήρωες των έργων συζητούν με το κοινό.   Τα παιδιά συνήθως ότι λένε το εννοούν δεν υπάρχει απαραίτητα πίσω σκέψη, συνεπώς γίνεται μία ανάγνωση πρώτου επιπέδου και αυτό μεταφέρεται και στους ήρωες, έτσι ώστε να μπορέσουν να ταυτιστούν τα παιδιά. Για παράδειγμα όταν στο «Μήλα Ζάχαρη Κανέλα» η γιαγιά Φαιδωνία θέλει να κάνει μία μηλόπιτα, εννοεί ακριβώς αυτό. Με αυτόν τον τρόπο φτιάχνεται ένας κόσμος στην κλίμακα του μικρού θεατή που όμως κλείνει το μάτι και στους συνοδούς.

Στο θέατρο ενηλίκων ο στόχος του να φτιάξεις έναν κόσμο που θα συνεπάρει τους θεατές παραμένει ο ίδιος με τη διαφορά ότι σε αυτή την περίπτωση και το κοινό και ο κόσμος είναι πιο πολύπλοκος. Σε ένα ενήλικο κοινό που ο κάθε θεατής κουβαλάει πολύ περισσότερες εμπειρίες, ζωής αλλά και παραστάσεων που έχει δει και αντίστοιχα και οι ήρωες του κάθε έργου έχουν την δική τους πολυπλοκότητα καλείσαι να καθηλώσεις το κοινό με διαφορετικό τρόπο από του να τους απευθυνθείς άμεσα. Άρα ο διάλογος γίνεται πιο διακριτικά.

Τι σημαίνει να ασχολείσαι επαγγελματικά με τις παραστατικές τέχνες στο Λονδίνο και τι στην Αθήνα; Στο Λονδίνο ασχολούμαι κυρίως με τον κινηματογράφο και φέτος θα ανεβάσω το πρώτο μου θεατρικό. Παρόλα αυτά από πέρυσι έχω μπει στο Young Vic Directors Program και έχω αρχίσει να βλέπω τον χώρο του θεάτρου πολύ περισσότερο. Πρώτα από όλα σημαίνει ότι το να είσαι σκηνοθέτης και να ασχολείσαι με το θέατρο είναι επάγγελμα που έχει εξέλιξη και θα σου επιτρέπει να ζεις από αυτό. Επίσης υπάρχει οικονομική στήριξη από το κράτος αλλά και από τα ίδια τα θέατρα και άλλα προγράμματα. Έχοντας μία τεράστια παράδοση στο θέατρο και στηριζόμενη σε αυτήν οι νέοι ψάχνουν καινοτόμες ιδέες, υπάρχει έμπνευση και εξέλιξη.  Στην Αθήνα το να ασχολείσαι επαγγελματικά με το θέατρο θέλει ακόμα περισσότερη υπομονή και επιμονή. Βλέπω την ίδια όρεξη και διάθεση εξέλιξης αλλά σίγουρα ερχόμαστε αντιμέτωποι με πολύ περισσότερες δυσκολίες. Δεν υπάρχει η ίδια χρηματοδότηση και πολλές φορές και σκηνοθέτες και ηθοποιοί αναγκάζονται να κάνουν και άλλες άσχετες δουλειές για να καλύψουν τις ανάγκες τους.

Τι άραγε ωθεί ένα νέο άτομο όπως εσείς, να καταπιάνεται με θέματα όπως η μοναξιά; Η έννοια της μοναξιάς με έχει απασχολήσει από πολύ μικρή, ίσως γιατί βλέπω ότι εύκολα μπορεί να γίνει συνθήκη για τον καθένα μας. Ίσως το σκέφτομαι γιατί έχω γνωρίσει ανθρώπους που είναι πραγματικά μόνοι τους. Όταν κάποιος δημιουργεί ή εξελίσσεται, είναι επιθυμητό να είναι με τον εαυτό του, δεν μιλάω όμως για κάτι τέτοιο, το οποίο είναι άλλωστε επιθυμητό. Μία καθολική μοναξιά του να είναι κανείς εντελώς μόνος ή μία καλυμμένη μοναξιά, το να είναι κανείς με ανθρώπους με τους οποίους δεν μπορεί να επικοινωνήσει είναι αρκετά στενάχωρο και ίσως προβληματικό. Γιατί άνθρωπος είναι κοινωνικό ον και έτσι επιβιώνει και η αίσθηση του να ξέρεις ότι δεν μπορείς να στηριχθείς σε κανέναν είναι τρομακτική. Αυτό που με απασχολεί είναι τι τελικά έχει ως αποτέλεσμα να είναι κάποιος μόνος και όχι απλά κατ’επιλογήν μοναχικός. Επίσης στη σημερινή εποχή, με τα social media που ο κόσμος δικτυώνεται έχει πολύ ενδιαφέρον να δει κανείς εάν αυτή η ψηφιακή επικοινωνία βοηθάει τις σχέσεις ή τις απομονώνει.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
Η Ελεάννα Σαντοριναίου σκηνοθετεί την «Υπόσχεση – Καημένου μου Μάρικ» του Αλεξέι Αρμπούζωφ στο Θέαρο Φούρνος

Πως και γιατί αποφασίσατε να σκηνοθετήσετε την «Υπόσχεση – καημένε μου Μάρικ» του Αρμπούζωφ; Θέλησα να σκηνοθετήσω ένα έργο με νέους ηθοποιούς, το οποίο να έχει λίγα άτομα, να αφορά το σήμερα και κυρίως να κρύβει μία αισιοδοξία. Με αυτά τα κριτήρια άρχισα να ψάχνω διάφορα έργα μέχρι που διάβασα «Την Υπόσχεση» και ένιωσα ότι έχει μία μεγάλη αμεσότητα με το σήμερα παρόλο που τα γεγονότα στο έργο μιλάνε για μία άλλη εποχή. Αυτό συμβαίνει γιατί καταπιάνεται με θέματα και σκέψεις των ηρώων πολύ προσωπικές, σκέψεις που όλοι κάνουμε σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, συνεπώς το έργο μπορεί και συνομιλεί με τους θεατές. Επίσης μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον ότι όλα γίνονται μέσα σε ένα δωμάτιο και ακόμα και τις αντίξοες συνθήκες του πολέμου, την εξέλιξη, τον συμβιβασμό, όλα τα βλέπουμε μέσα από το «καταφύγιο» αυτών των παιδιών. Αυτή η συνθήκη έχει και δραματουργικό ενδιαφέρον αλλά και σκηνοθετικό, εφόσον πρέπει να φέρει κανείς τον έξω κόσμο μέσα σε αυτό το δωμάτιο για να περιγράψει την εκάστοτε εποχή.

Οι ήρωες του έργου, νέα ανήλικα παιδιά, έδωσαν τις δικές τους μάχες ενάντια στο φασισμό, όχι μόνο για την φυσική αλλά και για την πνευματική τους επιβίωση και ενηλικιώθηκαν μέσα από αυτό. Πως ακουμπάει αυτό το έργο στο σήμερα: Αυτή την στιγμή θεωρώ ότι υπάρχει μία παγκόσμια κρίση, οικονομική, αξιών και γενικότερα του συστήματος. Bλέπουμε την άνοδο ακροδεξιών κυβερνήσεων στην Ευρώπη, υπάρχει μία τεράστια προσφυγική κρίση, πόλεμοι και ένα σύστημα που φαίνεται πώς καταρρέει. Οι νέοι της γενιάς του ’80 με αρχές ’90 μεγάλωσαν με άλλες συνθήκες και καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα κόσμο πιο σκληρό και δύσκολο από αυτών των γονιών τους. Επίσης τα παιδιά που τώρα πάνε σχολείο προσπαθούν να ενηλικιωθούν σε ένα κόσμο που δεν έχει την οικονομική και πνευματική ευμάρεια που υπήρξε πριν 20 χρόνια, τουλάχιστον εγχώρια. Οι νέοι πρέπει να δώσουν μία μάχη από την οποία πρέπει να βγουν οι νέες προτάσεις, οι νέες ιδέες και θεσμοί που θα πάνε την κοινωνία παρακάτω. Όπως οι ήρωες του έργου μας πολέμησαν τον φασισμό και μετά έπρεπε να «καταθέσουν» μία νέα πρόταση για την καινούρια εποχή, έτσι και τώρα οι σημερινοί νέοι πρέπει να αφουγκραστούν τις νέες ανάγκες και να δομήσουν ξανά την κοινωνία.

Πως έγινε η επιλογή των ηθοποιών και πως χτίστηκε η συνεργασία σας, στην όλη διαδικασία της παράστασης; Με την Κόνυ (Ζήκου), είχα συνεργαστεί τον Δεκέμβριο του 2018 για το τελευταίο μου παιδικό «Μια Ζαχαρένια Συνταγή», ήταν μία πολύ ωραία συνεργασία, βγήκαν πολλές ιδέες και σκέψεις.  Όταν αποφάσισα να κάνω ένα έργο για ενήλικο κοινό το συζήτησα μαζί της γιατί ήθελα πολύ να ξανα συνεργαστούμε και να δοκιμάσουμε τις δυνάμεις μας σε κάτι πιο δύσκολο. Τα αγόρια δεν τα γνώριζα προσωπικά. Άρχισα να πηγαίνω πολύ θέατρο την περίοδο που έψαχνα ηθοποιούς, ρώτησα έμπιστους συνεργάτες και έψαξα σε σχολές. Είδα πολύ κόσμο, συζητήσαμε και τους είδα να παίζουν. Ο Ερρίκος (Μηλιάρης) και ο Παναγιώτης (Γαβρέλας) ήταν όχι μόνο κοντά σε αυτό που έψαχνα αλλά είχαν κατανοήσει και την ιστορία με τον τρόπο που την είχα αναγνώσει εγώ. Στις πρώτες πρόβες μιλήσαμε για το έργο, για εμάς και την πορεία μας…και παίξαμε και ένα επιτραπέζιο. Κάπως έτσι θεωρώ ότι φτιάξαμε μία κοινή γλώσσα και επικοινωνία που συνέχισε να εξελίσσεται και να εμπλουτίζεται καθ’όλη την διάρκεια των προβών και των παραστάσεων. Νομίζω ότι το πιο σημαντικό είναι ότι και οι τρεις ηθοποιοί αγάπησαν το έργο, εμπιστεύτηκαν ο ένας τον άλλον και θέλησαν να πάρουν ο ένας από τον άλλον, για να πάνε το έργο ένα βήμα παραπέρα.

Γιατί θα πρέπει κάποιος να παρακολουθήσει την παράσταση; Πρώτα από όλα γιατί είναι ένα έργο που τον αφορά. Είτε γιατί έκανε κάποια όνειρα πιο μικρός αλλά τελικά συμβιβάστηκε, είτε γιατί ψάχνει ακόμα ποιο είναι το νόημα της ζωής, είτε γιατί δεν τολμά να κάνει αυτά που πραγματικά θέλει. Ίσως η παράσταση να τον βοηθήσει να στοχαστεί πάνω σε αυτά.
Για να δει ένα κλασσικό έργο με μία πιο σύγχρονη ματιά, να ακούσει ένα  εξαιρετικό κείμενο. Να δει τρεις νέους ηθοποιούς να τα δίνουν όλα πάνω στην σκηνή.
Τέλος γιατί είναι μία όμορφη ιστορία για την αγάπη, τον έρωτα και την αυτοθυσία.

Τρεις λέξεις που χαρακτηρίζουν την παράσταση  Χιούμορ, ειλικρίνεια, ζωντάνια.

Πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ