Λουίτζι Κότσι: «Ο κινηματογράφος δεν είναι αθάνατος. Κανείς πια δεν ξέρει την Γκάρμπο»

Στη φετινή 8η διοργάνωση του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Horrorant – Νύχτες Τρόμου υπήρχε ένας ξεχωριστός καλεσμένος, ο Λουίτζι Κότσι. Βετεράνος της ιταλικής καλτ σχολής, τεράστιος οπαδός της επιστημονικής φαντασίας και του φανταστικού και στενός συνεργάτης και φίλος του Ντάριο Αρτζέντο, ο Λουίτζι Κότσι ήρθε στην Αθήνα για πρώτη φορά για να παρουσιάσει τρεις ταινίες του στο κοινό και να συζητήσει μαζί του μετά τις προβολές εφ’ όλης της ύλης.

Είμαι προσωπικά πολύ χαρούμενος που μίλησα μαζί του. Σε αυτή τη συνέντευξη συζητάμε κυρίως για το έργο του, αλλά και για πολλά ακόμα ενδιαφέροντα πράγματα. Η συνέντευξη έγινε την Κυριακή 14 Μαΐου 2023 στην Αθήνα.

Πολλά χρόνια πριν, το 1969, κάνατε σε μικρή ηλικία την πρώτη σας ταινία μεγάλου μήκους με τίτλο «The Tunnel under the World» (Il Tunnel sotto il Mondo). Πώς καταφέρατε να την κάνετε και τι θυμάστε από τη δημιουργία της;

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ήθελα από πάντα να γίνω σκηνοθέτης. Άρχισα να κάνω τις πρώτες μου ταινίες στα δεκατέσσερα έτη μου όταν πήρα μια κάμερα 8mm. Κάποιο καιρό αργότερα πήρα κάμερα 16mm. Αυτή η ταινία, γυρισμένη σε 16mm, ήταν μια παραγωγή δική μου σε συνεργασία με τον Αλφρέντο Καστέλι, έναν από τους πιο διάσημους Ιταλούς συγγραφείς κόμιξ. Είχαμε την ίδια ηλικία και του άρεσε ιδιαίτερα η ιδέα να κάνουμε μαζί μια ταινία. Έτσι, πήρα την άδεια από έναν Αμερικανό συγγραφέα να κάνω ταινία την ιστορία επιστημονικής φαντασίας του με τίτλο «The Tunnel under the World». Η ταινία έγινε!

Ήμασταν δύο νεαρά αγόρια, λίγο πάνω από είκοσι χρονών! Γνώριζα τους διοργανωτές του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Επιστημονικής Φαντασίας της Τεργέστης, οι οποίοι πάντα παραπονιόντουσαν ότι στο φεστιβάλ τους δεν συμμετέχουν ταινίες του είδους από την Ιταλία. «Λοιπόν, λέμε να φτιάξουμε εμείς μία! Θα την εντάξετε στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ;», τους ρώτησα και εκείνοι χαρούμενοι απάντησαν πως δέχονται ευχαρίστως. Η ταινία μας προβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ εκείνη τη χρονιά. Όπως καταλαβαίνεις, αυτή ήταν μόνο η αρχή! 

Λίγο καιρό μετά συναντηθήκατε και με τον Ντάριο Αρτζέντο, ο οποίος ήταν ήδη εκείνο τον καιρό ένας έμπειρος σεναριογράφος. Πείτε μου μερικά πράγματα για τη συνάντησή σας αυτή. 

Συναντηθήκαμε σε λιγότερο από ένα χρόνο αργότερα. Μέχρι την άνοιξη του 1969 ζούσα στο Μιλάνο. Ύστερα μπήκα στο Στρατό και έγινα στρατιώτης. Κατόρθωσα μετά και μετακόμισα στη Ρώμη διότι ήθελα να ζήσω εκεί και να βρω δουλειά. Επιπλέον, ήθελα να μείνω στη Ρώμη επειδή οι ταινίες γυρίζονταν μόνο εκεί. Τελικά τα κατάφερα. Βρήκα δουλειά σε ένα μουσικό περιοδικό με ποπ και ροκ ακούσματα. Όταν είδα την πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ο Ντάριο στο σινεμά, το «The Bird with the Crystal Plumage» (L’Uccello dalle Piume di Cristallo, 1970), θέλησα αμέσως να του πάρω συνέντευξη για το περιοδικό που δούλευα. Τον συνάντησα το Μάρτιο του 1970 και σχεδόν αμέσως γίναμε φίλοι. Είχε δει και του άρεσε η ταινία μου. Λίγο αργότερα, θυμάμαι, με ρώτησε: «Γιατί δεν γράφουμε μαζί την επόμενη ταινία μου;». Η συνεργασία μας θα άρχιζε σύντομα. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Συνεισφέρατε καθόλου στην ιστορία ή το σενάριο του «The Cat O’ Nine Tails» (Il Gatto a Nove Code, 1971);

Όχι, έγραψα την ιστορία της ταινίας του «Four Flies on Grey Velvet» (Quattro Mosche di Velluto Grigio, 1971) που κυκλοφόρησε στις αίθουσες το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. 

Αληθεύει ότι η ταινία αυτή αντιμετώπισε προβλήματα στη διανομή της στις αίθουσες όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1971; 

Όχι, σίγουρα όχι. Γράψαμε την ταινία δίχως να γνωρίζουμε εξ αρχής ποιος θα κάνει τη διανομή. Την περίοδο που κάναμε το treatment της ταινίας, κυκλοφόρησε στις αίθουσες το δεύτερο έργο του Ντάριο, το «The Cat O’ Nine Tails», και θριάμβευσε στα ταμεία σημειώνοντας ρεκόρ εισπράξεων. Ήταν μεγάλη επιτυχία, οπότε λίγο καιρό μετά κάναμε τη δική μας. Όλοι είχαν ακουστά τον Ντάριο και το «Four Flies on Grey Velvet» τότε. Μάλιστα, κατόρθωσε να πουληθεί στην Paramount! Η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά πουλήθηκε στην Paramount, αυτό και αν ήταν καταπληκτικό! Μας έφερε πολλά χρήματα. 

Βλέπετε ξανά τις ταινίες σας μετά από χρόνια;

Δεν μου αρέσει να βλέπω ξανά τις ταινίες μου διότι αποτελούν μέρος του παρελθόντος. Πάντα επιθυμώ να σκέφτομαι την επόμενη ταινία μου. Όμως, από την στιγμή που άρχισε η τρέλα με τα φεστιβάλ, πολλά από αυτά με προσκαλούν συχνά για να παρουσιάσω δουλειές μου και έτσι συμβαίνει να τις βλέπω καμιά φορά ξανά μετά από πολύ καιρό. 

Χτες βράδυ, μετά την προβολή του «Paganini Horror», μας είπατε κάτι πολύ ενδιαφέρον. Κάποιος από το κοινό σας ρώτησε ποιος πιστεύετε ότι ξεκίνησε τις ταινίες giallo, ο Μάριο Μπάβα ή ο Ντάριο Αρτζέντο, και απαντήσατε πως ίσως κανείς από τους δυο. Αναφέρατε πως το φιλμ «The Facts of Murder» (Un Maledetto Imbroglio, 1959) του Πιέτρο Τζέρμι ίσως θεωρείται η αρχή για το είδος. Μπορείτε να μου το εξηγήσετε αυτό; 

Λοιπόν, αν πούμε ότι ο Μάριο Μπάβα έκανε θρίλερ, τότε ο Ντάριο έκανε μοντέρνα θρίλερ. Ο Πιέτρο Τζέρμι έκανε κλασικά θρίλερ, τα οποία δεν ήταν απόλυτα θρίλερ αλλά ήταν κάτι σαν συνδυασμός θρίλερ με δράμα έχοντας έντονο το ρεαλιστικό στοιχείο. Κάποιες φορές οι ταινίες του ήταν συγκινητικές, δείχνοντας μια άλλη πλευρά της κοινωνίας, της οποίας οι άνθρωποι μοιάζουν φαινομενικά να είναι τέλειοι αλλά στην ουσία δεν είναι. Αυτές οι τρεις κατηγορίες θρίλερ θα έλεγα πως είναι οι πλέον χαρακτηριστικές.

Τουλάχιστον μιλώντας για τις πιο μοντέρνες ταινίες, διότι υπάρχουν και παλαιότερα παραδείγματα ταινιών θρίλερ, που όμως δεν άσκησαν παρόμοια επιρροή. Το φιλμ του Τζέρμι ήταν μεγάλη επιτυχία. Ο Μπάβα δεν έκανε ποτέ κάποια μεγάλη επιτυχία στην Ιταλία, οι ταινίες του ήταν επιτυχημένες στο εξωτερικό. Ο Ντάριο έκανε επιτυχία με το ντεμπούτο του, όχι τόσο όσο με την επόμενή του. Και, φυσικά, έδειξε το δρόμο για τις ταινίες αυτού του είδους για τα επόμενα χρόνια.

Επίσης, γράψατε την ιστορία για την επόμενη ταινία του Αρτζέντο με τίτλο «The Five Days» (Le Cinque Giornate, 1973). Εδώ κάνατε κάτι πολύ διαφορετικό σε σχέση με τα προηγούμενα, όπως ισχύει το ίδιο και για τον Αρτζέντο. Τι γνώμη έχετε για αυτό το έργο σας; 

Ήταν σίγουρα κάτι το διαφορετικό, δεν μας ταίριαζε απόλυτα. Ο Ντάριο έκανε παραγωγή σε μια κωμωδία με τον Αντριάνο Τσελεντάνο που έγινε μεγάλη επιτυχία στην Ιταλία. Ο ίδιος διανομέας ζήτησε από αυτόν να κάνει μία παρόμοια ταινία. Αρχικά ο Ντάριο αποφάσισε πως δεν ήθελε να κάνει μία ταινία που διαδραματίζεται στον προηγούμενο αιώνα. Ο Νάνι Λόι ήταν έτοιμος να την σκηνοθετήσει, αλλά εμφανίστηκαν κάποια προβλήματα και η ταινία δεν ξεκίνησε για περίπου δύο χρόνια.

Όταν είδαν τις πρόσφατες επιτυχίες του Ντάριο, αναφέρθηκε το όνομά του και το σκεφτόντουσαν να του προτείνουν να την κάνει. «Αυτός κάνει θρίλερ», είπαν πολλοί. «Θα χαραμίσει το ταλέντο του αν σκηνοθετήσει αυτού του είδους το φιλμ». Στο τέλος ο Ντάριο πήρε την απόφαση να πει το ναι. «Ωραία, λοιπόν, θα τους δείξω πως είμαι ένας σκηνοθέτης ικανός για κάθε είδος και θα την σκηνοθετήσω». Είναι μια ιστορική κωμωδία, αλλά και δράμα. Μου ζήτησε να την γράψω μαζί του και έτσι δουλέψαμε μαζί άλλη μία φορά. 

Έχετε κάνει μια ταινία giallo με τίτλο «The Killer Must Kill Again» (L’Assassino è Costretto ad Uccidere Ancora, 1975). Πείτε μου μερικά πράγματα για αυτή την ταινία σας. 

Τη γύρισα το 1973 και κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους το 1975. Το 1973 βρισκόμουν στο Μιλάνο με τον Ντάριο και μαζί κάναμε ιστορική έρευνα για το «The Five Days», της οποίας η ιστορία αφηγείται την επανάσταση της πόλης του Μιλάνου ενάντια στην Αυστριακή Αυτοκρατορία. Ενώ ήμασταν εκεί, ένας από τους κορυφαίους Μιλανέζους παραγωγούς ήρθε σε επικοινωνία με τον Ντάριο κάνοντάς του μία πρόταση να κάνει ένα giallo για αυτόν.

Τους εξήγησε πως, όντας παραγωγός και ο ίδιος, έκανε παραγωγή στο πρόσφατο έργο του και δεν θα μπορούσε να αναλάβει να το κάνει, παρά μόνο ως σύμβουλος παραγωγής. «Υπάρχει και ο Λουίτζι, μπορείτε να του το προτείνετε να σκηνοθετήσει εκείνος το έργο. Ξέρει τον τρόπο δουλειάς μου αλλά και το στυλ μου», τους είπε ο Ντάριο. Έτσι, επικοινώνησαν μαζί μου και κάνανε το φιλμ με εμένα. 

Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Τζορτζ Χίλτον; 

Τον γνώριζα ήδη και είχα δει μερικές από τις δουλειές του. Εκείνο τον καιρό, ήταν διάσημος ηθοποιός με πολλές συμμετοχές σε σπαγγέτι γουέστερν. Δεν τον θεωρούσαν ένα μοντέρνο ηθοποιό διότι έπαιζε ρόλους που συνήθως φορούσαν καπέλο και κουβάλαγαν πιστόλι, όπως οι ήρωες των γουέστερν. Μπορούσαμε να τον έχουμε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο για μία μόνο εβδομάδα γυρισμάτων με χαμηλότερο μισθό. Το έργο μας ήταν μοντέρνο και ήθελε ένα υποδυθεί ένα διαφορετικό ρόλο αυτή τη φορά. Δέχθηκε να το κάνει με λιγότερο χρήματα απ’ ότι συνήθως και ήταν το πρώτο όνομα της ταινίας. Του άρεσε ο ρόλος του επειδή ήταν ο κακός. 

Έχει υπάρξει ποτέ κάποιο πρόσωπο στον ιταλικό ή παγκόσμιο κινηματογράφο που θέλατε να συνεργαστείτε μαζί του αλλά αυτή η συνεργασία δεν συνέβη ποτέ; 

Θα ήθελα πολύ να δούλευα με τον Σέρτζιο Λεόνε σε μια ταινία… αλλά δεν του άρεσε η επιστημονική φαντασία! Την απεχθάνονταν. Το ξέρω πως κάτι τέτοιο ήταν μάλλον αδύνατο να γίνει!

Εκτός από τον κινηματογράφο, έχετε δουλέψει και στην τηλεόραση. Οι μέθοδοι και οι συνθήκες παραγωγής ήταν οι ίδιες; Ποια ήταν η προσέγγισή σας; 

Την πρώτη φορά που δούλεψα στην τηλεόραση με τον Ντάριο, το 1973 στο «Door into Darkness» (La Porta sul Buio), θυμάμαι είχαμε στη διάθεσή μας μικρότερο προϋπολογισμό από εκείνο για το σινεμά. Έπρεπε, λοιπόν, να παραμείνουμε οπωσδήποτε εντός αυτού του μικρού προϋπολογισμού. Επίσης, υπήρχε αυστηρή λογοκρισία και έπρεπε να αποφεύγουμε τη βία και τα αίματα, κάτι δύσκολο όσον αφορά τις δουλειές του Ντάριο. Τη δεύτερη φορά που δουλέψαμε στην τηλεόραση, την περίοδο Νοέμβριος 1987 με Ιανουάριο 1988 στο «Turno di Notte», είχαμε στη διάθεση μας έναν τεράστιο προϋπολογισμό, πολλά περισσότερα χρήματα από όταν σου έδιναν για να κάνεις μια ταινία για το σινεμά. Τα πάντα άλλαξαν μέσα σε λίγα χρόνια. 

Από πού προέρχονταν οι προϋπολογισμοί για τις δουλειές σας στην τηλεόραση; 

Όλα αυτά ήταν χρήματα που έδινε η Ιταλική Κρατική Τηλεόραση. 

Eίχατε ποτέ κάποιο πρόβλημα με τη λογοκρισία σε κάποια ταινία σας; 

Στο «The Killer Must Kill Again» αντιμετώπισα κάποια θέματα. Αρχικά απαγορεύτηκε η προβολή της και γι’ αυτό το λόγο κυκλοφόρησε δύο χρόνια ύστερα από την ολοκλήρωσή της. Δεν ξέρω ποια εκδοχή της ταινίας θα προβληθεί στο Φεστιβάλ σήμερα. Ελπίζω να παίξει η εκδοχή χωρίς περικοπές. Στους κινηματογράφους τότε είχε προβληθεί με περικοπές ώστε να περιοριστούν οι σκηνές βίας και σεξ.

Πάνος Μουζάκης, Λουίτζι Κότσι

Θα ήθελα να σας ρωτήσω κάτι για το «Contamination», ένα έργο τρόμου και επιστημονικής φαντασίας που κυκλοφόρησε το 1980. Πώς τα πήγε όταν βγήκε στις αίθουσες; Θυμάστε τις αντιδράσεις του κοινού; 

Ήταν μία καταστροφή… Έκανε πρεμιέρα στην Μπολόνια την ίδια ακριβώς μέρα που συνέβη ένα τρομακτικό δυστύχημα στο σιδηροδρομικό σταθμό, όπου περίπου εκατό άτομα έχασαν τη ζωή τους από την έκρηξη… Ήταν μια πραγματικά τραγική σύμπτωση. 

Στις ΗΠΑ τι υποδοχή είχε το έργο; 

Κατάφερε ευτυχώς να πουληθεί σε αρκετές χώρες του εξωτερικού, όπως και στις ΗΠΑ. Αργότερα κυκλοφόρησε σε DVD και Blu-Ray σε Ευρώπη και Αμερική και την είδαν περισσότεροι ακόμα άνθρωποι. 

Αν θυμάμαι καλά, είχατε υπογράψει με ψευδώνυμο την ταινία, σωστά; 

Ναι, ισχύει, την είχα υπογράψει ως Λιούις Κόουτς. 

Εκείνο τον καιρό ήταν κοινό πράγμα στην κινηματογραφική βιομηχανία της Ιταλίας οι δημιουργοί να υπογράφουν τις δουλειές τους με ψευδώνυμα. Για ποιο λόγο γίνονταν αυτό; 

Κοίταξε, ήταν πιο εύκολο για τις ταινίες να πουληθούν και να πάρουν διανομή στο εξωτερικό. Στη δική μου περίπτωση, υπέγραφα τις δουλειές μου με το πραγματικό μου όνομα. Εν μέσω παραγωγής του φιλμ, ο παραγωγός ήρθε και μου είπε ότι οι Αμερικάνοι διανομείς του είπαν πως δεν μπορούν να κυκλοφορήσουν μια ταινία επιστημονικής φαντασίας σκηνοθετημένη από έναν Ιταλό! «Το κοινό δεν θα πάει να τη δει, πρέπει να την υπογράψεις με ένα αγγλόφωνο ονοματεπώνυμο. Αν δεν το κάνεις, θα βρούμε εμείς ένα για σένα», μου είπε. Το ψευδώνυμό μου το διάλεξα εγώ στο τέλος.

Πείτε μου μερικά πράγματα για μία από τις πιο πρόσφατες δημιουργίες σας, το «Blood on Méliès’ Moon». Ποια ήταν η εμπειρία σας από αυτή την ταινία; 

Ήταν ένα comeback φιλμ για εμένα, η πρώτη μου δουλειά ύστερα από 27 χρόνια. Ήταν αρκετά δύσκολο στο να γίνει, μου πήρε δύο χρόνια η παραγωγή του. Όμως, ήμουν αρκετά ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα επειδή για πρώτη φορά είχα τον απόλυτο έλεγχο για τα πάντα.  

Εάν κάποιος αποφασίσει να επισκεφτεί την Ιταλία και να παρευρεθεί σε ένα φεστιβάλ κινηματογράφου που ειδικεύεται σε ταινίες είδους, ποιο θα του προτείνατε να επισκεφτεί; 

Αυτή τη στιγμή στην Ιταλία υπάρχουν αρκετά μικρά φεστιβάλ ταινιών τρόμου. Είναι, όμως, πράγματι μικρά. Δεν υπάρχει κάποιο μεγάλο και σημαντικό που να ξεχωρίζει. Δεν μπορούν να συγκριθούν με αντίστοιχα σε Βρυξέλες και Λονδίνο, για παράδειγμα. Έχουν μικρή προσέλευση στις προβολές τους. 

Έχετε γράψει αρκετά βιβλία για το σινεμά, καθώς είστε και ένας αξιόλογος ιστορικός κινηματογράφου. Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει ο τρόπος που βλέπουμε κινηματογράφο ως θεατές σήμερα;  

Ο κινηματογράφος δεν είναι αθάνατος. Λένε πως η Γκρέτα Γκάρμπο είναι αθάνατη, η Μέριλιν Μονρό το ίδιο. Αυτό δεν ισχύει. Κανείς πια δεν ξέρει την Γκάρμπο. Δεν ξέρει ποια ήταν, για τους περισσότερους είναι απλώς ένα κοινό όνομα. Ο κινηματογράφος είναι ο καθρέπτης της κοινωνίας. Όταν η κοινωνία αλλάζει, αλλάζει και αυτός. Μάλιστα, αλλάζει ολοένα και περισσότερο κάθε χρονιά που περνάει. Οι ταινίες σήμερα διαφέρουν πολύ από αυτές που γίνονταν είκοσι, τριάντα και σαράντα χρόνια πριν. Σήμερα δεν μοιάζουν καν με πραγματικές ταινίες, είναι περισσότερο προϊόντα. Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις ούτε μία ταινία β’ διαλογής, μοιάζουν πραγματικά όλες το ίδιο μεταξύ τους. Αυτό είναι λυπηρό, έτσι είναι όμως η βιομηχανία σήμερα παγκοσμίως. Παλιά είχαμε πολλούς μεγάλους σκηνοθέτες, πολλές αξιόλογες εταιρείες παραγωγής και πολλούς ικανούς διανομείς. Σήμερα έχουμε τρεις μεγάλους σε παγκόσμια κλίμακα. Άλλαξαν πολλά πράγματα σε όλα αυτά τα χρόνια. 

Πιστεύετε ότι οι κινηματογραφικές αίθουσες θα επιβιώσουν στα επόμενα χρόνια ή οι πλατφόρμες έχουν καταλάβει τον πλήρη έλεγχο της βιομηχανίας; Εδώ στην Ελλάδα αντιμετωπίζουμε μεγάλο πρόβλημα. 

Αυτό το πρόβλημα είναι παντού. Οι κινηματογράφοι πρόκειται να εξαφανιστούν. Θα απομείνουν μονάχα οι αίθουσες που έχουν τις οθόνες IMAX. Όλοι οι υπόλοιποι κινηματογράφοι είναι σε μεγάλο κίνδυνο, συμπεριλαμβανόμενων των κινηματογραφικών λεσχών. Σήμερα οι νέοι άνθρωποι παρακολουθούν τις ταινίες με γρήγορους ρυθμούς, είτε στον υπολογιστή τους ή το κινητό τους. Τις προχωρούν σκηνές αργότερα, πατούν παύση κάθε λίγο ή και σταματούν την ταινία πριν καλά αρχίσει η υπόθεση. Δεν έχουν την αίσθηση του κοινού που κάθεται στην αίθουσα μαζί με άλλους ανθρώπους. Αυτή η συνήθεια φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν. Επίσης, οι άνθρωποι σήμερα δεν έχουν υπομονή. Τα πάντα σήμερα κινούνται σε γρήγορους ρυθμούς. Ολοένα και πιο γρήγορους, θα έλεγα… 

Έχετε στα σχέδιά σας να ετοιμάσετε μία νέα ταινία; 

Θα ήθελα να κάνω μία αλλά ακόμα δεν έχω βρει μια ιδέα που να με ενδιαφέρει πραγματικά ώστε να την κάνω. Αυτό φυσικά εξαρτάται στη συνέχεια και από τον προϋπολογισμό που θα έχω στη διάθεσή μου. Είμαι σε αναζήτηση ακόμα. Αν βρω τα χρήματα, τότε όλα εντάξει! Αν από την άλλη δεν τα βρω, όλα εντάξει θα είναι πάλι! 

Πηγαίνετε αυτό το διάστημα στο σινεμά να δείτε τις νέες ταινίες;  

Πρόσφατα όχι. Ίσως δω καμία αργότερα όταν παιχτεί στην τηλεόραση. Νομίζω πως δεν υπάρχουν πια πολλές ταινίες που θα λαχταρούσα να τις δω στο σινεμά διότι, κατά τη γνώμη μου, δεν έχουν κάποιο ενδιαφέρον. Τουλάχιστον προς το παρόν. Μπορεί να φταίει που έχω μεγαλώσει… 

Ποια είναι η φιλοδοξία σας ύστερα από τόσα χρόνια δουλειάς στην κινηματογραφική βιομηχανία σε διάφορες θέσεις; 

Νομίζω πως φιλοδοξίες είχα παλιότερα, χαίρομαι που κατάφερα τόσα πράγματα. Τώρα διαχειρίζομαι το Profondo Rosso Store στη Ρώμη, ένα μαγαζί γεμάτο από αναμνηστικά αντικείμενα κάθε λογής του σινεμά είδους. Στο υπόγειο, υπάρχει μία αίθουσα με πολλά αυθεντικά αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν σε ταινίες μας. Έχουμε πολλούς επισκέπτες και οπαδούς απ’ όλο τον κόσμο κάθε μέρα! Προσωπικά είμαι πολύ ικανοποιημένος με αυτό, δεν ξέρω τι άλλο μου μένει να κάνω πια. 

Φανταστείτε πως διαθέτετε μια υπερδύναμη, σαν ένας από τους ήρωες των ταινιών σας, και αποφασίζετε να την χρησιμοποιήσετε για να αλλάξετε τον κόσμο. Τι θα αλλάζατε πρώτα απ’ όλα;  

Δεν έχω ιδέα, δεν είμαι σίγουρος τι θα έκανα. Ανέκαθεν προσπαθούσα να κάνω τους ανθρώπους να καταλάβουν ότι η επιστημονική φαντασία είναι κάτι καλό διότι στη χώρα μου από πάντα πίστευαν, και ακόμα πιστεύουν, ότι είναι για τα σκουπίδια. Ε, λοιπόν, δεν είναι! Έκανα ότι μπορούσα για να τους δείξω πως η επιστημονική φαντασία είναι ισάξια με τα υπόλοιπα είδη. Όχι καλύτερη, αλλά ισάξια. 

-Γνωρίζω πως έχετε δει αρκετές ταινίες απ’ όλο τον κόσμο. Αν είναι να επιλέξετε τρεις αγαπημένες σας, ποιες θα διαλέγατε; 

-Η πρώτη θα ήταν σίγουρα το «2001: A Space Odyssey» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Όμως την εκδοχή σε 70mm, όχι τις άλλες. Αυτή σε Cinerama Screen. Αυτή την προβολή δεν θα την ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Πέρα από αυτή, υπάρχουν άφθονες υπέροχες ταινίες που θα διάλεγα. Ίσως κάποια του Φρανσουά Τριφό. Είναι αρκετές οι ταινίες που απολαμβάνω να βλέπω, δεν μου είναι εύκολο να επιλέξω τόσο απλά. 

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.