Μερκούριος Αυτζής: «Ο πυρήνας της ιστορίας αναπήδησε από μέσα μου»

Ο Μερκούριος Αυτζής γεννήθηκε στη Βέροια. Είναι δάσκαλος και από το 1987 διδάσκει σε δημόσια σχολεία της χώρας. Σπούδασε θέατρο στο L.A.G. στο Ρόιτλιγκεν Γερμανίας. Έκανε μετεκπαίδευση στη Γενική Αγωγή, μεταπτυχιακές σπουδές στο ΕΚΠΑ, στον Τομέα «Γλώσσα, Λογοτεχνία και Θέατρο στην Εκπαίδευση», και είναι κάτοχος μάστερ λογοτεχνίας. Είναι μέλος του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ, και το διάστημα 2002-2014 διετέλεσε Σύμβουλος και Έφορος στο Δ.Σ. αυτού. Με τη συγγραφή πρωτοασχολήθηκε το 1994. Το 1999 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο για παιδιά. Συνολικά έχει εκδώσει 30 βιβλία για παιδιά και νέους. Έχει διακριθεί τρεις φορές, ενώ κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογές της ΙΒΒΥ Ελλάδας – Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς, καθώς και στο βιβλίο Η Γλώσσα μου της Δ΄ Δημοτικού. Βιβλίο του έχει συμπεριληφθεί στα White Ravens της Βιβλιοθήκης Μονάχου.

Στο Tetragwno.gr μάς μίλησε για την πρώτη του συγγραφική δουλειά που απευθύνεται σε ενηλίκους, το βιβλίο «Ζωή στη στάχτη» (εκδόσεις Ψυχογιός).

Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας τον λόγο για τον οποίο αποφασίσατε να συγγράψετε το συγκεκριμένο βιβλίο και να ασχοληθείτε με ένα θέμα το οποίο είναι, κατά κοινή ομολογία, αρκετά συνηθισμένο και κοινότυπο. Έχετε κάποια καταγωγή από τον Πόντο ή κάποιον ιδιαίτερο δεσμό με την περιοχή;

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο πυρήνας της ιστορίας αναπήδησε από μέσα μου, όπως η λάβα από τα σπλάχνα της γης, ίσως στην πιο ώριμη στιγμή της συγγραφικής μου πορείας. Εξηγούμαι. Η καταγωγή μου δεν είναι από τον Πόντο. Το γενεαλογικό μου δέντρο έχει βαθιά τις ρίζες του στον κάμπο της Ημαθίας, στην περιοχή ανάμεσα στη Βέροια και την Αλεξάνδρεια που ονομάζεται Ρουμλούκι (Ελληνότοπος). Η γιαγιά μου μάλιστα όσο ζούσε έλεγε με καμάρι «Εμείς, γιε μου, είμαστε απ’ του Μεγαλέξανδρου το σόι». Από τον Πόντο κατάγεται η γυναίκα μου. Από την Τραπεζούντα ο πατέρας της, από την Αμάσεια η μάνα της. Κατά συνέπεια ο Πόντος έγινε κομμάτι της ζωής μου από την πρώτη μέρα του έγγαμου βίου μου. Από τότε ζώντας ανάμεσα σε Έλληνες Πόντιους δεύτερης και τρίτης γενιάς λέξεις, φράσεις, παραδοσιακά εδέσματα, χωρατά, τραγούδια, γλέντια, χοροί, έγιναν στοιχεία της μύησής μου σ’ έναν κόσμο και μια κουλτούρα που ελάχιστα γνώριζα. Επιπλέον ήταν αρκετά συχνές οι περιγραφές που άκουγα για τη γιαγιά της, την ηρωίδα του βιβλίου, και την πολυτάραχη ζωή της. Με δυο λόγια το “Ζωή στη στάχτη. Μέρες και νύχτες Τραπεζούντας” ως θέμα κυοφορούσε στο μυαλό μου από καιρό, γεννήθηκε όμως με έναν τρόπο που δεν μπορώ να εξηγήσω. Αυτό που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι πως τώρα πια αποτελεί θυμίαμα εύοσμο στη μνήμη της αλλά και στη μνήμη όλων εκείνων που τη συντρόφευσαν και έζησαν τα γεγονότα της γενοκτονίας και της προσφυγιάς.

Η σαλή Λεϊλά αντιπροσωπεύει αυτό που χαρακτηρίζουμε ως «ο τρελός του χωριού». Είναι ένας χαρακτήρας που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στο βιβλίο σας. Θέλετε να μας πείτε πώς και γιατί τον επιλέξατε;

Η Λεϊλά ή Αρσενία ή αγία σαλή ως μυθοπλαστικός χαρακτήρας επινοήθηκε για να είναι το ελεύθερο πνεύμα της ιστορίας. Είναι η φωνή της ελευθερίας, η φωνή της συνείδησης και συνάμα η απόλυτη καταβύθιση στο εσωτερικό εγώ αλλά και στο άπειρο σύμπαν. Στην πραγματική ζωή λίγοι είναι αυτοί που έλαβαν από το Άγιο Πνεύμα το ειδικό χάρισμα «της δια Χριστού σαλότητας». Ο όσιος Ανδρέας, που ήταν Σκύθης στην καταγωγή κι έζησε στην Κωνσταντινούπολη επί Λέοντος Σοφού σε ατμόσφαιρα μεγάλης πνευματικότητας, ήταν ένας απ’ αυτούς. Αυτός λοιπόν και ο θαυμαστός του βίος αποτέλεσαν την πηγή έμπνευσης για να επινοήσω τη δική μου μυθιστορηματική σαλή. Η Λεϊλά ως ηρωίδα του βιβλίου αναλαμβάνει δράση απ’ τις πρώτες σελίδες και ο αναγνώστης μαθαίνει πως η ανάληψη αυτού του απαιτητικού ρόλου έγινε μετά από θαυμαστό τρόπο. Στην αρχή παρουσιάζεται ως απόβλητη, οι κάτοικοι της πόλης αλλά και οι επισκέπτες που τη συναντούν την αντιμετωπίζουν ως τρελή ή δαιμονισμένη. Η ίδια όμως γνωρίζει ποια είναι και ξέρει καλά πως η αποστολή της δεν είναι εύκολη, έχει όμως τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και αυτό την οπλίζει με δύναμη, οπότε δε διστάζει να τα βάλει με τις δυνάμεις του σκότους. Παράλληλα φορώντας τον μανδύα της σαλότητας εξασφαλίζει την ελευθερία του λόγου και των πράξεων της. Εκφράζεται ελεύθερα, λέει ότι σκέφτεται δίχως να φοβάται, σατιρίζει, λοιδορεί και επικρίνει τους πάντες και τα πάντα. Είναι με άλλα λόγια η φωνή του βιβλίου, αυτή που λέει και πράττει όσα δε μπορούν να πουν και να πράξουν οι υπόλοιποι χαρακτήρες και εντέλει αυτή που πάει την υπόθεση της ιστορίας ένα βήμα μπροστά.

Λέγονται πολλά από τους ιστορικούς σχετικά με τον ρόλο των Γερμανών στις διώξεις των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, και ιδιαίτερα των Αρμενίων. Από την έρευνα που διεξήγατε για τη συγγραφή του βιβλίου σας τι πιστεύετε εσείς σχετικά με τον ρόλο των Γερμανών στις διώξεις των Νεότουρκων κατά των χριστιανών;

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ανατρέχοντας στις πηγές διαπίστωσα πως η Γερμανία ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα έψαχνε ενεργειακούς πόρους για τα εργοστάσιά της και άρα διαδρόμους και συμμαχίες που θα την έφερναν στην πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου Μέση Ανατολή. Η συνεργασία της λοιπόν με την τότε οθωμανική αυτοκρατορία ήταν μονόδρομος, αφού οι δρόμοι προς τις πετρελαιοπηγές περνούσαν από τα εδάφη της. Επιπλέον η άρρωστη και ταλαιπωρημένη από τους μακροχρόνιους πολέμους οθωμανική αυτοκρατορία των σουλτάνων και των πασάδων χρειαζόταν έναν δυνατό σύμμαχο, αφενός για να αναρρώσει και αφετέρου για να διατηρήσει τις κτήσεις της. Οι ανάγκες λοιπόν και τα συμφέροντα που απ’ αυτές γεννήθηκαν ήταν κοινά και για τους δύο. Γι’ αυτό κι όταν κατάρρευσε το παλιό σουλτανικό καθεστώς που είχε αναχρονιστικές ιδέες και την εξουσία ανέλαβαν οι Νεότουρκοι, οι δυο χώρες εκτός από κοινά συμφέροντα μπορούσαν να έχουν και κοινά σχέδια. Δεν ήταν όμως εύκολο τα σχέδια αυτά να υλοποιηθούν, αφού οι χριστιανοί, Έλληνες και Αρμένιοι αλλά και Ασσύριοι κατά δεύτερο λόγο ήταν αυτοί που έλεγχαν την οικονομία και το εμπόριο της περιοχής. Συγκεκριμένα στην Τραπεζούντα από τις πέντε τράπεζες οι τέσσερις ήταν ελληνικές και το διαμετακομιστικό εμπόριο γινόταν κυρίως από Έλληνες και Αρμένιους. Έπρεπε λοιπόν οι χριστιανοί να βγουν από τη μέση και το περιβόλι να καθαρίσει, όπως έλεγαν μεταξύ τους, από τα ζιζάνια και τα παράσιτα. Μια εκκαθάριση που δεν έγινε με τη μία, ούτε τυχαία. Να θυμίσουμε πως οι Νεότουρκοι όταν ίδρυσαν το κίνημά τους το 1908 βασίστηκαν κυρίως στη ρητορική του Τούρκου διανοούμενου Ζιγιά Γκιοκάλπ, τα κείμενα του οποίου ήταν βαθύτατα επηρεασμένα από τη θεωρία του Νίτσε, και είχε στόχο η ρητορική αυτή την ενδυνάμωση του Παντουρκισμού. Έτσι, όταν αργότερα έριξαν τον σουλτάνο και με νοθεία στις εκλογές πήραν την εξουσία στα χέρια τους πέταξαν τη μάσκα που έκρυβε τα πρόσωπά τους και έδειξαν τις πραγματικές τους προθέσεις. Και όταν ξέσπασε ο Μεγάλος Πόλεμος ανάμεσα στους Γερμανούς και τις Συμμαχικές Δυνάμεις, οι Νεότουρκοι πήγαν ανοιχτά με το μέρος των πρώτων. Οι Γερμανοί τότε όχι μόνο τους εφοδίασαν με τον πλέον για την εποχή σύγχρονο βαρύ οπλισμό αλλά ανέλαβαν και την εκπαίδευσής τους. Συγκεκριμένα, ο ίδιος ο Κάιζερ είχε στείλει απεσταλμένο του στην Κωνσταντινούπολη τον πιο πανούργο από τους αξιωματούχους του, τον στρατηγό Λίμαν φον Σάντερς, ο οποίος πολύ σύντομα ανέλαβε την αρχιστρατηγία και έγινε ο ενορχηστρωτής της εξόντωσης των χριστιανών. Τα αμελέ ταμπουρού (τάγματα εργασίας) και οι ατέλειωτες πορείες θανάτου ήταν δική του ιδέα. Η εξαθλίωση και ο θάνατος των χριστιανών από την πείνα και τις αρρώστιες επίσης, διότι πίστευε πως με τον λευκό θάνατο κανείς δε θα μπορούσε να αποδείξει ότι η εξόντωση τόσο των Αρμενίων το 1915 όσο και των Ελλήνων και των άλλων χριστιανών τα επόμενα χρόνια ήταν γενοκτονίες.

Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Τραπεζούντα. Όλες είναι πόλεις χωνευτήρια πολλών διαφορετικών λαών και πολιτισμών που δεν υπάρχουν σήμερα και στις οποίες ζούσαν αγαστά Εβραίοι, Τούρκοι, Έλληνες, Αρμένιοι, αλλά και Φράγκοι. Πολλοί τις νοσταλγούν και θα ήθελαν να είχαν ζήσει σε αυτές, ανάμεσά τους και εγώ. Ισχύει και για εσάς το ίδιο;

Δεν το έχω σκεφτεί αλλά τώρα που το λέτε, δε θα έλεγα όχι. Το βρίσκω πολύ ρομαντικό και μάλιστα μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου ειδικά στην Τραπεζούντα αλλά και στις άλλες πόλεις τότε που η αγαστή συνύπαρξη αποτελούσε τη χρυσή συνταγή για την ανάπτυξη και την πρόοδο. Και είναι ενδιαφέρον να πούμε πως σε ότι αφορά την Τραπεζούντα, αξιοθαύμαστος είναι ο πολιτισμός και μέσου αυτού η πρόοδος που οι Έλληνες αλλά και άλλοι λαοί είχαν επιτύχει.

Πολλά πρόσωπα, πολλές παράλληλες μυθιστορίες, πιστή απόδοση των ιστορικών γεγονότων, εμπεριστατωμένη ιστορική έρευνα, ενδιαφέρουσα μυθοπλασία, επιτυχημένη αναλογία μύθου και Ιστορίας. Ποιο από όλα τα παραπάνω θεωρείται ότι είναι το πιο απαραίτητο συστατικό για τη συγγραφή ενός επιτυχημένου ιστορικού μυθιστορήματος;

Όπως είπα και αλλού, το ιστορικό μυθιστόρημα είναι μια δραματική αναπαράσταση της ζωής σε μια αυστηρά οριοθετημένη ιστορική εποχή. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να συμβιβάζει δύο “ασυμβίβαστες” έννοιες: τον μύθο και την ιστορία. Πιο αναλυτικά, το ιστορικό κινείται σε δεδομένο και συγκεκριμένο ιστορικό χωροχρονικό πλαίσιο, σέβεται την ιστορική αλήθεια, χαρακτηρίζεται από πλούσια και επινοητική φαντασία, από βαθιά κατανόηση της ζωής και απαιτεί επίμονη και επίπονη μελέτη της ιστορίας. Επιπλέον πρέπει να αποδίδει με ρεαλισμό ως την παραμικρή λεπτομέρεια το πνεύμα της εποχής, τις συμπεριφορές των ανθρώπων, τις κοινωνικές συνθήκες, τα γεγονότα, τους τόπους, τις ενδυμασίες, τα φαγητά, τα ήθη και έθιμα, τον τρόπο ομιλίας της παρωχημένης περιόδου κλπ. Είναι αναγκαία επιπλέον η μίξη της δημόσιας με την ιδιωτική δραστηριότητα, ενώ πρέπει να συμβάλλει στην παιδεία και στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης. Με δυο λόγια πρέπει να εμπεριέχει όλα όσα αναφέρετε στο ερώτημά σας.

Θεωρείτε ότι θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι διαφορετικό με τον Πόντο απ’ ότι έγινε τελικά, ότι θα μπορούσε ίσως να είχε ιδρυθεί κάποιας μορφής ελληνικό μόρφωμα εκεί πέρα; Ή πιστεύετε πώς, όσο κι αν δεν μας αρέσει ως Έλληνες, κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, όπως μας λένε οι περισσότεροι ιστορικοί;

Είμαι πεπεισμένος πως ό,τι έγινε οφείλεται στις λάθος πολιτικές επιλογές της Ελλάδας και στη στάση που κράτησε τόσο η ίδια όσο και οι Μεγάλες Δυνάμεις στο ζήτημα αυτό. Τι εννοώ; Θα πιάσω τα πράγματα με τη σειρά. Από τις αρχές του 20ου αιώνα φαινόταν πως η οθωμανική αυτοκρατορία δεν είχε πολλά χρόνια ζωής. Και αυτό το έβλεπαν οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις, οπότε εργάζονταν, η καθεμιά για δικό της συμφέρον, ώστε την κατάλληλη στιγμή να αρπάξουν κάποιο από τα κομμάτια της. Εργάζονταν όμως και οι Τούρκοι προς την κατεύθυνση να γίνουν σύγχρονο κράτος και φυσικά και οι Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι από αρκετά χρόνια πριν επιδίωκαν την ανεξαρτησία τους. Οι τελευταίοι βέβαια ήξεραν πως, επειδή τα πατρογονικά τους βρίσκονταν μακριά από τη μάνα πατρίδα –πατρίδα τους θεωρούσαν την Ελλάδα– στην άλλη άκρη της Ανατολίας, η ένωσή τους με αυτή ήταν πρακτικά ανέφικτο, ένωση που θα μπορούσε για παράδειγμα να επιτύχουν η Σμύρνη, η Πόλη και τα παράλια. Κατά συνέπεια ήθελαν να δημιουργήσουν την Αυτόνομη Δημοκρατία του Πόντου, κάτι που κατά την ταπεινή μου γνώμη ήταν εφικτό. Για την υλοποίηση μάλιστα του σκοπού αυτού είχαν εργαστεί πολλές προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων ο Έλληνας μεγαλέμπορας από τη Μασσαλία Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, οι μητροπολίτες Χρύσανθος και Γερμανός Καραβαγγέλης, ο γιατρός Θεοφύλακτος Θεοφυλάκτου και πολλές ακόμα προσωπικότητες της εποχής. Και θα το πετύχαιναν, αν η Ελλάδα και συγκεκριμένα οι πολιτικοί της είχαν μια ενιαία εξωτερική πολιτική και δεν υπήρχε ανάμεσα στον Βασιλιά και τον Βενιζέλου διχογνωμία, που λίγα χρόνια πριν λίγο έλειψε να καταλήξει σε εμφύλιο. Επιπλέον, εάν στο Συμβούλιο της Ειρήνης υπήρχε μια ενιαία και δυνατή διπλωματική φωνή, που θα υποχρέωνε κατά κάποιο τρόπο τις νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις να υποστηρίξουν την αυτονομία του Πόντου, κάτι που έκαναν στην περίπτωση της Αρμενίας ή τουλάχιστον να μη γυρίσουν την πλάτη στους Έλληνες, τότε θα αποφεύγονταν οι φρικαλεότητες της γενοκτονίας και δε θα είχαμε την κατάληξη που γνωρίζουμε.

Κάνετε αναφορές στο βιβλίο σας σχετικά με τον ελληνισμό της Οδησσού και της Μαριούπολης, της σημερινής δηλαδή Ουκρανίας. Μετά τα πρόσφατα γεγονότα στη Μαριούπολη και τη φυγή των εναπομεινάντων Ελλήνων από εκεί θεωρείται ότι έπεσε πλέον η αυλαία για τους Έλληνες του Πόντου;

Νομίζω πως είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε για το ζήτημα αυτό. Ο πόλεμος δυστυχώς βρίσκεται σε εξέλιξη και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το τι μπορεί να συμβεί. Ο χρόνος θα το δείξει.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.