Κριτική: «Good People», σε σκηνοθεσία Άννας Μαρίας Παπαχαραλάμπους, στο Θέατρο Αποθήκη

Η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους σκηνοθετεί το έργο του David Lindsay-Abaire με τίτλο «Good people», σε μετάφραση της ιδίας. Μεταφερόμαστε στη Βοστώνη, στις εργατικές συνοικίες, με την παρακμή που συνοδεύει την κοινωνική αυτή τάξη και τις σχέσεις που, αντιστοίχως, διαμορφώνει μεταξύ των ανθρώπων. Η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους υποδύεται το κεντρικό πρόσωπο του έργου, την Μάργκι Γουόλς, μία εργαζόμενη σε εμπορικό κατάστημα, με προϊόντα τα οποία πωλούνται μαζικά σε τιμές ευκαιρίας. Ήδη από τις πρώτες σκηνές το πρόβλημα εμφανίζεται ενώπιόν μας. Η ηρωίδα θα απωθηθεί καθότι επανειλημμένως καθυστερεί την ανάληψη της εργασίας της. Βασική αιτία η κόρη της η οποία αντιμετωπίζει νοητική στέρηση και χρειάζεται μόνιμη φροντίδα. Η τελευταία εξασφαλίζεται πότε από οικιακές βοηθούς και πότε από τις εξυπηρετήσεις της σπιτονοικοκυράς. Εξυπηρετήσεις οι οποίες γιγαντώνονται και μετατρέπονται σε οικονομική θηλιά γύρω από το λαιμό της Μάργκι, ούσα, πλέον, χωρίς εργασία και με το μέλλον αβέβαιο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από αυτή, λοιπόν, την πρώτη σκηνοθετική άποψη η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους διαμορφώνει το χώρο σύμφωνα με τους συμβολισμούς και την αισθητική της εποχής (εποχής που κάλλιστα θα ήταν δόκιμο να υποστηρίξουμε ότι λαμβάνει χώρα στις γειτονιές της Ομονοίας, στις φτωχογειτονιές του Βερολίνου ή/και τις παραγκουπόλεις του Πεκίνο). Οι πρώτες σκηνές, βγαλμένες από πραγματικές γειτονιές της Βοστώνης, αποτυπώνουν την εξωτερική πραγματικότητα με τρόπο δεικτικό. Σα να βρισκόμασταν στο δρόμο και παρατηρούσαμε τη συνομιλία του υπευθύνου του καταστήματος με την εργαζόμενη σε αυτό. Η κινησιολογία και οι ενδυματολογικές επιλογές τονίζουν αυτή ακριβώς την κοινωνική θέση και των δύο. Λιτά και απέριττα τα ενδύματα καταργούν την επαγγελματική ιεραρχία που χωρίζει τους δύο και τους εξισώνει στην κοινή μοίρα που διέπει την κοινωνική τους καταγωγή. Και ο τρόπος ομιλίας αποτυπώνει αυτή την εξωτερίκευση. Και στους δύο παρατηρούμε τη μετάθεση των ευθυνών για την εξέλιξη των γεγονότων. Αποποιούνται την προσωπική θέση έναντι αυτών και αναζητούν κάλυψη στις ετεροπροσδιορισμένες αξιακές δομές που σχηματίζονται μεταξύ τους. 

Στο ίδιο σκηνικό μεταβαίνουμε όταν η συζήτηση για την απόλυση της Μάργκι μεταφέρεται στο διαμέρισμα της τελευταίας. Η απόλυτη ταύτιση του αδιεξόδου εκκολάπτεται στις οπτικές θέασης της πραγματικότητας μεταξύ φίλων. Είναι η αποφασιστική στροφή της ιστορίας στην οποία η Μάργκι θα θέσει εαυτόν στην υπηρεσία της θεληματικής «τύχης». Με άλλα λόγια, ο παιδικός φίλος και σύντροφος, για σύντομο χρονικό διάστημα Mike (τον ρόλο υποδύεται ο Τάσος Γιαννόπουλος), γιατρός στο επάγγελμα και οικονομικά ανεξάρτητος, κεντρίζει το ενδιαφέρον για μεσολάβηση ενδεχόμενης εργασίας. Τα κίνητρα, ωστόσο, της Μάργκι δεν είναι συμβατά με την τελευταία. Πίσω από την επιμονή, που καταλήγει σε εμμονή, για τον Mike υποθάλπεται η άρνηση να αποδεχτεί την πορεία των πραγμάτων. Άρνηση στην κοινωνική υπέρβαση του ιδίου και υπογράμμιση της τύχης που διαρκώς τον ευνοούσε, άρνηση να αποδεχτεί την οικογενειακή γαλήνη που διέπει, έστω και φαινομενικά το ζευγάρι, άρνηση να σκεφτεί την ευκαιρία που η ίδια υπονόμευσε στο παρελθόν όταν διέκοψε την σχέση μαζί του, όντας έτοιμος για τις κολεγιακές σπουδές. Ένας εξαιρετικός Τάσος Γιαννόπουλος, με συγκροτημένη παρουσία, μεστή νοημάτων και δυναμισμού, αποτυπώνει σε κάθε του βήμα, σε κάθε του λέξη την απόπειρα του ατόμου να μείνει στην επιφάνεια της ιστορίας, προσπάθεια η οποία κυριαρχείται από την τάση απόκρυψης βασικών πτυχών αυτής στο βάθος του χρόνου. Με την κομψή και δομημένη παρουσία του στο ρόλο του αγοριού που πετυχαίνει στο «αμερικανικό όνειρο», όντας από τις φτωχογειτονιές της Βοστώνης, προσδίδει υπεραξία και ταυτότητα.

Σε αυτό υποστηρίζεται από την αυτοπεποίθηση την οποία διακατέχει την σύζυγό του (τον ρόλο υποδύεται η Aurora Marion) καθώς και την επιδεξιότητα στον τρόπο χειρισμού των συναισθηματικών επιπλοκών. Με το ίδιο σκεπτικό η Μάργκι, (βλ. Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους) ισορροπεί σε ένα μοτίβο συνειδησιακής κρίσης, υποκύπτοντας στον πειρασμό της ταύτισης με τις ηθικές αξίες της αμερικανικής κοινωνίας και της έννοιας περί «επιτυχίας». Ωστόσο, την ύστατη στιγμή αναδεκνύει την αυθεντικότητα και την αγνή προσωπικότητα που διαθέτει ο κόσμος της εργασίας. Παρά τις στερήσεις και τους περιορισμούς, διατηρεί την αξιοπρέπεια στο ύψος των ατομικών του δυνατοτήτων. Η ερμηνεία της Παπαχαραλάμπους είναι πληθωρική. Ποιοτική και συνάμα άρτια στην ξεδίπλωση της εσωτερικής ομοιομορφίας των αισθημάτων. Η ανθρώπινη πλευρά της Μάργκι δεν εντοπίζεται στα μέσα για την αναζήτηση επιβίωσης στον χώρο της εργασίας. Ίσα ίσα που τόσο τα τυχερά παιχνίδια όσο και ο εκβιασμός δεν εντάσσονται στο οπλοστάσιο της αθωότητας. Αντίθετα, μεταβαίνει από την εσωτερικευμένη σύγκρουση στην εξωτερικευμένη κρίση, για να καταλήξει στην αποδοχή των δικών της επιλογών ως αιτιών της τωρινής της κατάστασης. Η Παπαχαραλάμπους οδηγεί την ηρωίδα σε μία έμμεση μορφή κρίσης, δίκης και αναγέννησης.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το έργο, με τα νοήματα τα οποία υπηρετεί σχετικά με την ελευθερία της βούλησης και την τεχνητά κατασκευασμένη απόρριψη αυτής από το οικονομικό σύστημα, θέτει επί τάπητος το ζήτημα των ταξικών διαφορών, των ψευδαισθήσεων της κοινωνικής ανέλιξης, των προκαταλήψεων και του ρατσισμού. Βιώνεται ως μία άχρονη τραγωδία πολλαπλών προεκτάσεων. Η φιλία, η αδυναμία ελέγχου των επιλογών μας, η «τύχη», η αθέατη όψη της καθημερινότητας και το παρελθόν που δεν σου επιτρέπει να διαφύγεις στο εκάστοτε «σήμερα», μετατρέπει τους πρωταγωνιστές σε εργαλεία σκακιέρας. Η Σωσώ Χατζημανώλη, στο ρόλο της φίλης της Μαργκί, προσθέτει ενέργεια και δυναμισμό. Παρακινεί και ωθεί την ηρωίδα σε επιλογές που δεν θα έμοιαζαν ρεαλιστικές, υπό άλλες συνθήκες. Υποσυνείδητα λειτουργεί ως ο κινητήριος μοχλός του απωθημένου. Είναι η θετική και, εν πολλοίς, ριψοκίνδυνη πτυχή της βαθύτερης επιθυμίας. Με το θάρρος της προσχωρεί στον άξονα του «ονείρου» και απομαγεύει την δύσπιστη φύση της.

Στο ίδιο επίπεδο ερμηνευτικής παρουσία η Ζωή Ριγοποπούλου στο ρόλο της σπιτονοικοκυράς. Ο αυθόρμητος χαρακτήρας της και η αμεσότητα του λόγου της επιβάλει, με τρόπο ειρωνικό και εύθυμο, την ατέρμονη πορεία της ζωής. Τα αδιέξοδα τα μεταχειρίζεται ως μία μορφή «κανονικότητας» και με τον ρεαλισμό των θέσεών της φέρνει στο προσκήνιο τις περιορισμένες επιλογές της ταξικής διάκρισης. Η ερμηνεία της χαρακτηρίζεται από την ενσυναίσθηση και την ομορφιά του κόσμου που καλείται να αναδείξει. Τέλος, ο Παύλος Λουτσίδης, είναι ο χαρακτήρας με την στοχευμένη παρέμβαση. Λειτουργεί ως «από μηχανής Θεός» και ταυτόχρονα αποτυπώνει την αντίφαση των κοινωνικών ιδιοτήτων στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Συνολικά πρόκειται για σπουδαία παράσταση, με σκηνοθετική άποψη και ταυτότητα.

Info: Τετάρτη & Κυριακή (20:00), Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο (21:00) & Σάββατο απογευματινή (18:00) στο Θέατρο Αποθήκη (Σαρρή 40, Αθήνα / 210325 3153). Εισιτήρια: www.viva.gr.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.