Κριτική: «Λεωφορείον ο Πόθος» σε σκηνοθεσία Θανάση Σαράντου στο Εθνικό Θέατρο

Στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου αναβιώνει το σπουδαίο έργο του Τενεσί Ουίλιαμς «Λεωφορείον ο Πόθος», το οποίο γνώρισε παγκόσμια αναγνώριση μέσα από τον κινηματογράφο (σε σκηνοθεσία Ηλία Καζάν) και το θέατρο. Μεταφερόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του 1940 στη Νέα Ορλεάνη. Σε μία παρακμιακή γειτονιά αυτής σμίγει το νεαρό ζευγάρι της Στέλλας και του Στάνλεϊ.

Η πρώτη, εκπρόσωπος της ξεπεσμένης αριστοκρατίας, αναζητά μία νέα ζωή απομακρυσμένη από όλα όσα υπονόμευαν την ατομική της ευημερία (με όρους συναισθηματικής και συνειδησιακής επιβίωσης). Ο δεύτερος, πολωνικής καταγωγής εργάτης, εκφράζει τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, συνεπικουρούμενος από την πολυπολιτισμική ταυτότητα των υπολοίπων εργατών. Οι δυο τους συγκροτούν τον έρωτα στη ρομαντική του διάσταση· τον έρωτα, ο οποίος υπερβαίνει, στα πλαίσια του «αμερικανικού ονείρου», τα κοινωνικά αδιέξοδα και τις συμβάσεις. Ωστόσο, σε κάθε πτυχή του έργου είναι εμφανής η συναισθηματική εξάρτηση της Στέλλας (σε μόνιμη αναζήτηση της πατρικής φιγούρας ασφάλειας και πατρωνίας), καθώς και η «ιδιοκτησιακή» αντίληψη του Στάνλεϊ για τη γυναίκα και σύζυγό του. Ως ένα βαθμό θα ήταν δόκιμο να υποστηρίξουμε πως, μέσα από τη σχέση των δύο ατόμων, ανατρέπεται και μεταβάλλεται η ισορροπία ανάμεσα στις εξουσίες που διαπερνούν το σώμα της αμερικανικής κοινωνίας (πόσο μάλλον όταν ο ένας πυλώνας, αυτός της αριστοκρατίας, παρακμάζει). Αξίζει να υπογραμμίσουμε τις εξαιρετικές ερμηνείες του Αποστόλη Τότσικα στο ρόλο του «Στάνλεϊ» και της Νάνσυ Μπούκλη στο ρόλο της «Στέλλας». Ο μεν Α. Τότσικας ενσαρκώνει με δυναμική και ένταση τον σκληροτράχηλο και, εν πολλοίς, παρακμιακό (ως προς τη συμπεριφορά), αποδίδοντας τα μέγιστα στην κατανόηση της νοοτροπίας τόσο της εποχής όσο και των ανθρώπων της. Από την πλευρά της, η Ν. Μπούκλη, με ενθουσιασμό και ενέργεια προσδίδει υπεραξία στην αθωότητα της «Στέλλας», διατηρώντας τα χαρακτηριστικά μίας, συναισθηματικά φορτισμένης, ηρωίδας στην ένταση της στιγμής και της αναγκαιότητας του ρόλου. Δύο εκπληκτικές ερμηνείες.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από το σημείο αυτό της ευτυχίας του ζευγαριού, ευτυχία η οποία πλαισιώνεται από νοσταλγικούς ήχους τζαζ -ζωντανής- μουσικής, εισέρχεται η Μπλανς Ντυμπουά να ανατρέψει τα δεδομένα. Υποκλινόμαστε στο ταλέντο και την ταύτιση της Κωνσταντίνας Τάκαλου στον ρόλο της «Μπλανς». Στο πρόσωπό της αποκτά την ύστατη μορφή έκφανσης η παρακμή της αριστοκρατίας του αμερικανικού Νότου. Μέσα σε μία αποσκευή βρίσκονται συγκεντρωμένα όλα τα περιουσιακά στοιχεία που τη συνοδεύουν. Ενδύματα, στολίδια και έγγραφα μίας περασμένης εποχής. Το μεγαλείο της ιδιοκτησίας γης, γύρω από το οποίο οικοδομήθηκε μία ολάκερη γενιά αριστοκρατών του χρήματος και της προβολής, έχει καταργηθεί στα υποθηκευμένα χρέη της σπάταλης ζωής και της επίδειξης. Πλέον, οι απόγονοι του λαμπρού παρελθόντος στέκουν μετέωροι ανάμεσα στο θάνατο και τις φαντασιώσεις της μνήμης. Ο πρώτος, ακολουθεί καταπόδας την ηρωίδα από τα κακόφημα ξενοδοχεία της πολιτείας έως την απομάκρυνση από την εκπαιδευτική κοινότητα για λόγους ηθικής. Οι δεύτερες, έχουν ριζώσει κυριολεκτικώς στη συνείδηση της Μπλανς και τρέφονται από την αδυναμία προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Αναζητά την επιβεβαίωση στην αποπλάνηση και το ερωτικό κάλεσμα. Πότε κυρίαρχος και πότε υποτελής στον τελευταίο, η Μπλανς εμφανίζεται ολόγυμνη ενώπιον των συνεπειών της οικογενειακής ιστορίας.

Επί της ουσίας, είναι ο αυθεντικός εκπρόσωπος όχι απλώς της παρακμής, αλλά της μετουσίωσης αυτής στην ακραία εκδοχή της ευθύνης έναντι των γεγονότων. Αδυνατεί να συμβιβαστεί με τις εξελίξεις και, καθώς εκείνες προσπερνούν την αλήθεια των πραγμάτων, την εγκλωβίζουν σε μία κατάσταση εσωστρέφειας. Αποτέλεσμα αυτής της απομάγευσης των αισθήσεων του υποκειμένου είναι η παραμόρφωση της πραγματικότητας και το αδιέξοδο της ψυχιατρικής έρευνας. Για να αντιμετωπίσει τις πληγές του παρελθόντος εντοπίζει σανίδα σωτηρίας στην κατασκευή επίπλαστων εικόνων. Θα ερωτοτροπήσει νοητά με τον Στάνλεϊ για να προκαλέσει πόνο στην αδελφή της (δίχως να μετουσιωθεί η φαντασίωση σε πράξη). Θα στρέψει το ενδιαφέρον της στον ήσυχο χαρακτήρα του φτωχικού «Μιτς» (τον ρόλο υποδύεται ο Ιερώνυμος Καλετσάνος) προκειμένου να διεκδικήσει την ταυτότητα της νομιμότητας. Ωστόσο, οι επιλογές του παρελθόντος χρόνου θα επιστρέψουν με βήμα ταχύ για το τελικό αποτέλεσμα. Ούσα καταδιωκόμενη από τις ευθύνες των πράξεών της, θα υπονομεύσει κάθε προσπάθεια για επιβεβαίωση. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το αλκοόλ στέκεται  αρωγός στην καταστροφική μανία που την προσδιορίζει. Πάνω από τη συνείδηση της Μπλανς επικρέμεται, σα Δαμόκλειος σπάθη, ο θάνατος του πρώτου της ερωτικού συντρόφου και μετέπειτα συζύγου της. Από αυτή τη σχέση και την αυτοκτονία του ανδρός, καθώς αποκαλύπτονται πτυχές της προσωπικής του ερωτικής αναζήτησης, η ίδια βαίνει σε κατάσταση πρόωρης παραφροσύνης. Ανήμπορη καθώς είναι όπως διαχειριστεί τις καταστάσεις διοχετεύει την επιθυμία της για ζωή σε τεχνητές αναφορές και επίπλαστες απολαύσεις. Όλα τα δεδομένα συνηγορούν υπέρ της μετάβασής της στο περιθώριο και την απαξίωση. Και σε αυτή την πορεία η Στέλλα θα δώσει την ολοκληρωτική απάντηση στο πρόβλημα που ακούει στο όνομα «Μπαλνς Ντυμπουά». Πρόβλημα το οποίο θα διογκωθεί μέσα από την εκμυστήρευση του βιασμού της από τον Στάνλεϊ. Σε αυτή την καμπή της ιστορίας η πρωταγωνίστρια θέτει εαυτόν στην ασφάλεια της ιατρικής επιστήμης. Η ηθοποιός Κωνσταντίνα Τάκαλου απέδωσε με πληρότητα τις απαιτήσεις του ρόλου. Η ενσυναίσθηση και η ψυχολογική εκτόνωση σε κάθε της κίνηση ήταν εμφανής. Η εσωτερική σύγκρουση την οποία βιώνει η ηρωίδα αποτυπώνονταν με τρόπο απόλυτο και συγκλονιστικό στη σκηνή. Η Μπλανς της Κ. Τάκαλου, δεν είναι απλώς μία παρηκμασμένη αριστοκράτισσα η οποία αντιμετωπίζει το χάσμα του χρόνου και του χώρου με όρους αντίθεσης. Είναι η ενσάρκωση της δομής του λόγου όταν αυτός κατακρεουργείται στη συνείδηση του δρώντος υποκειμένου. Αυτό επιβεβαιώνει, με τον πλέον δημιουργικό τρόπο, η Κ. Τάκαλου. 

Ηχητικά και οπτικά εφέ, σκηνοθεσία βγαλμένη από τη Νέα Ορλεάνη του 1947, ενδυματολογικές επιλογές που σέβονται την εποχή και τις εικόνες αυτής, καθώς και μουσικές ερμηνείες, συνθέτουν ένα δυναμικό σύνολο αντάξιο του έργου, το οποίο αφήνεται στις επευφημίες μίας κατάμεστης αίθουσας. Η αισθητική του Θανάση Σαράντου (μετάφραση-σκηνοθεσία) επιβεβαιώνει τη διαχρονική αξία του έργου μέσα από την οπτική της κινησιολογίας, της σημειολογίας των προσώπων και της διαμόρφωσης του χώρου. Σε ένα λιτό σκηνικό, δύο υπνοδωμάτια, μία κουζίνα κι ένα μπάνιο συνθέτουν την απλότητα της συνοικίας μέσα στην οποία, ωστόσο, αναπτύσσονται τόσο η ανθρώπινη τραγωδία όσο και η ανθρώπινη εξάρτηση. Η σκηνοθεσία του Θ. Σαράντου έλαβε υπόψιν της τα όρια του έργου και δεν επιχείρησε να πειραματιστεί με αυτά, γεγονός το οποίο αποτυπώνεται και, εν τέλει, δικαιώνει την παράσταση εν συνόλω.  

Info: «Λεωφορείον ο Πόθος», κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 19:30 στο Εθνικό Θέατρο – Σκηνή Νίκος Κούρκουλος (Αγίου Κωνσταντίνου 22, Αθήνα /210 5288100). Εισιτήρια στην ticketservices.gr.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebooktwitter και instagram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.