Κριτική: «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» σε σκηνοθεσία Δήμητρας Δερμιτζάκη

Η Κίττυ Παϊταζόγλου μεταμφιέζεται τη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. κι ένας πολύπλοκος κόσμος πραγματικοτήτων εμφανίζεται ενώπιον του φιλοθεάμονος κοινού. Το έργο της Λένας Κιτσοπούλου, αποτελεί εκκωφαντική κραυγή αναζήτησης διεξόδου στο τέλμα της καθημερινότητας. Επιχειρείται η αποκάλυψη του μανδύα της τελευταίας με τρόπο άμεσο και δίχως περιττές αναφορές. Απομαγεύει το εξωτερικό περιβάλλον της συλλογικής συνείδησης, μέσα από την αποδέσμευση της ατομικότητάς, με όλα όσα συμπαρομαρτούντα την καθορίζουν. Και μαζί με τον ετεροπροσδιορισμό της από τους θεσμοποιημένους παράγοντες, ασκεί δριμεία κριτική στο πλέγμα συμβάσεων, τις οποίες υιοθετεί το σύνολο του κοινωνικού γίγνεσθαι δίχως προϋποθέσεις και επιφυλάξεις. Επομένως, η παράσταση οφείλει να αναγνωστεί ως μίας βαθιά διαδικασία ψυχανάλυσης του ατόμου στον καθρέφτη της συνείδησης, ατομικής και συλλογικής.

Η πρωταγωνίστρια αυτής της διαδικασίας αρχίζει και αναλύει τους περιορισμούς τους οποίους υφίσταται, σε μία άμεση αντιστοιχία με την πατριαρχική δομή της ιδιοκτησίας. Διότι, η ίδια αντιμετωπίζει και ερμηνεύει εαυτόν ως αντικείμενο πολλαπλών χρήσεων κα, κυρίως, καταναλώσεων. Οι σχέσεις εξουσίας τους οποίες αποκαλύπτει δεν υφίστανται στην υλική τους, και μόνο, μορφή. Διαπλέκονται σε πλήθος ιδεολογικών φασμάτων, ως υποκατάστατα της θεσμικής εξουσίας των πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών αναφορών. Η ηρωίδα του έργου δεν περιορίζεται σε επιφανειακές αναλύσεις. Κάθε στάση της στο σανίδι, κάθε πτυχή του λόγου της κάθε σημειολογία αυτής, συνθέτουν ένα σύνολο εξηγήσεων για τα αίτια της εκμηδένισης του ατόμου. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αυτό καταγγέλλει η Λ. Κιτσοπούλου. Την εκμηδένιση του ατόμου. «Πρόκειται για μία ακραία απόγνωση της ηρωίδας, η οποία παραληρεί μόνη της μέσα στην κουζίνα του σπιτιού της, αφορίζοντας και μηδενίζοντας τα πάντα, τον έρωτα, τη γνώση, την ομορφιά, την καθημερινότητα, τα σπουδαία μα και τα ασήμαντα, τη ζωή ολόκληρη. Είναι ένα έργο χωρίς ίχνος ελπίδας μέσα του» υποστηρίζει η ίδια σε συνέντευξή της (03.11.2021 News 247). Το τελευταίο έχει θαφθεί κάτω από υποστρώματα τεχνητών αναγκών και κατασκευασμένων επιθυμιών. Σε αυτά εξαπολύει την επίθεσή της η ίδια, δίχως, ωστόσο, να προσμένει την ολική ανατροπή των παραδεδεγμένων αληθειών. Εξάλλου, επιβιώνει μέσα από την αναπαραγωγή τους. Από την πολιτική βία, τον ρατσισμό σε κάθε έκφραση του διαφορετικού από τα συμβατικά δεδομένα, την διαφθορά και την έλλειψη αξιοκρατίας έως την αναγνώριση την ανάγκης του ανθρώπου να συνομιλεί και να βασίζεται στην αλληλεγγύη παντός είδους, γεφυρώνει την απόσταση μέσα από την εκπαραθύρωση του «Εγώ» της. Αναζητά, όχι την κατεδάφισή του τελευταίου αλλά τη διοχέτευσή του στην οπτική του εκάστοτε έτερου «Εγώ». Η πολλαπλότητα, σε έναν κόσμο αντιθέσεων και συγκρούσεων, καταδεικνύεται ως επιβεβλημένη οπτική θέασης των πραγμάτων, με τελικό σκοπό την σύνδεση των επιμέρους πτυχών του «Εγώ» σε ένα ενιαίο σύνολο διαφορετικών εκφάνσεων. Η σκηνοθέτιδα Δήμητρα Δερμιτζάκη σε συνέντευξή της αναφέρει χαρακτηριστικά «είναι κυρίως ένα έργο για την επιθυμία. Για την επιθυμία να ζεις και να πετάς […] είναι η επιθυμία του ανθρώπου να τα έχει όλα και η φρίκη που νιώθει απέναντι στη φθορά» (05.11.2021, Ναφτεμπορική).

Ο διάλογος τον οποίο αναπτύσσει η ηρωίδα με τον εαυτό της, και μέσω αυτού με τον θεατή, αποτελεί την κορύφωση μίας αυτό-αναίρεσης. Εξάλλου η σκηνοθεσία της Δ. Δερμιτζάκη ενέχει όλα τα στοιχεία της, εν λόγω, σημειολογίας. Ένας χώρος που μετατρέπεται σε «πεδίο μάχης». Πρώτα καταπιάνεται με τον εαυτό της και τον αποδομεί, (βλ. ρούχα, βιβλία, υλικά αντικείμενα σε αποσύνθεση) κι έπειτα στρέφεται στις προεκτάσεις των αιτιών που την συμπεριλαμβάνουν. Στρέφει το βλέμμα της στην ατομική ευθύνη. Περιστρέφοντας το λόγο της γύρω από το «Εγώ», ως σύνδεσμο με οτιδήποτε προκαλεί θυμό, εκκινά την αντίστροφη πορεία αναζήτησης των απαντήσεων στα ερωτήματα τα οποία θέτει η ζωή. Ο αφανής διάλογος με τον πατέρας της, η πρόσληψη της συλλογικής συνείδησης ως αδιέξοδο στην διάπλαση των ηθών, η επίπλαστη πραγματικότητα την οποία διακρίνει σε κάθε απόχρωση του παρόντος χρόνου· όλα, συνολικά, λειτουργούν με μόνη κατευθυντήρια αρχή την απεμπλοκή του ατόμου από την υποβάθμιση της προσωπικότητάς του. Την τελευταία την αναζητά, και την επιζητά παράλληλα, σε μία αδιευκρίνιστη μορφή αλήθειας. Όχι στην ψυχανάλυση και τις εφήμερες μόδες, τις οποίες επιβάλει το σύστημα αξιακών δεδομένων της αγοράς, αλλά στην ξεδίπλωση του νήματος των αληθειών όπως τις βιώνει η ίδια. Επομένως, σε οτιδήποτε περιστοιχίζει την ηρωίδα ενυπάρχει αλήθεια. Ωστόσο, είναι και η τελευταία εγκλωβισμένη σε τεχνητά στολίδια. Αυτή την αυθεντικότητα αναζητά και σε αυτή επενδύει. Μονάχα που δεν γνωρίζει να διακρίνει, εν τέλει, εάν οι αλήθειες που συναντά είναι και οι αυθεντικές. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η εξομολόγησή της είναι η ύστατη αιτιολόγηση της ανυπαρξίας αυθεντικών αληθειών, πριν την αυτοκτονία. Στο όνομά αυτής η ηρωίδα του έργου προφέρει αστεία τα οποία υποβάλλουν τον θεατή σε μία διαδικασία διελκυστίνδας από την ευθυμία και τον ενθουσιασμό στην πτώση και την παραίτηση. Και ο χρόνος της πράξης επανεπενδύεται από την αρχή. Εν ολίγοις, η αυτοκτονία στο τέλος του έργου δεν είναι αυτοσκοπός ούτε και το κύριο γεγονός του έργου. Έρχεται ως συμπλήρωμα μίας πορείας επιλογών, από τις οποίες η ηρωίδα επιχειρεί να απεγκλωβιστεί. Η απώλεια της αίσθησης για ζωή, όσο κι αν την επιδιώκει με πάθος η ίδια, είναι το μαρτύριο για το οποίο θυσιάζεται. «Το κυριότερο της αίτημα, πιστεύω, είναι να γινόταν να μην τα βλέπει όλα μέτρια» υπογραμμίζει στην ίδια συνέντευξη (βλ. παραπάνω) η Δ. Δερμιτζάκη. Επρόκειτο για θυσία στο βωμό της συλλογικής μνήμης και συνείδησης και όχι για απονενοημένη πράξη μίας περιθωριοποιημένης ύπαρξης. Μα, και στον κόσμο του μη-συνειδητού, ακόμα κι εκεί συναντά την υποκρισία, την εκμετάλλευση και την προδοσία. Σαν άλλος Καρυωτάκης, μεταμφιέζεται και απομονώνεται στον ήχο μίας μουσικής νότας· ίσως της μόνης αληθινής αιτίας, την οποία εντόπισε στο διάβα της ζωής της, και για την οποία αξίζει τον κόπο να παλέψει όπως επιστρέψει να την υπηρετήσει. Η αυτογνωσία της είναι συνώνυμο μίας επαναστατημένης υπόστασης, η οποία διεκδικεί για τον εαυτό της την αξία για αυτονομία μέσα από την ποιότητα των εκάστοτε τρίτων προσώπων. Καταργεί με την πράξη της τις αποστάσεις. Διαρρηγνύει τα αναχώματα και τα, ποικίλης ύλης, υποστυλώματα αυτών. Ανατρέπει τους συσχετισμούς που υποβάλλουν σε εξόντωση την ατομικότητα. Και, τέλος, αναιρεί τους λόγους για τους οποίους οποιοσδήποτε άνθρωπος καθίσταται προϊόν αισιοδοξίας (και κατανάλωσης). Επομένως, η Μαιρούλα υπερβαίνει το σύνθημα της εποχής «καταναλώνω άρα υπάρχω» και το επαναδιατυπώνει ως εξής «για να Υπάρχω πρέπει πρώτα να Είμαι και Είμαι σημαίνει ορίζω αποκλειστικά την πορεία μου μέσα από τις επιλογές μου».

Info: Από 8 Νοεμβρίου και κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 στο θέατρο Ζίνα (Λεωφ. Αλεξάνδρας 74, Αθήνα/210 6424424). Εισιτήρια στο viva.gr και στο ταμείο του θεάτρου.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebooktwitter και instagram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.