Κριτική: «Surriento, o κόσμος ξανά» του Θανάση Τριαρίδη, σε σκηνοθεσία Έφης Μεράβογλου

Ο Θανάσης Τριαρίδης συγγράφει το έργο με τίτλο «Surriento, ο κόσμος ξανά» και μας μεταφέρει το μέλλον στο παρόν. Μια δυστοπική κατάσταση πραγμάτων στην οποία η τεχνολογία έχει μετατρέψει τον ορθολογισμό του Διαφωτισμού σε ακραία εκδοχή του ολοκληρωτικού ελέγχου της ανθρώπινης ζωής. Παράλληλα με την εξωτερική πραγματικότητα, η νέα εποχή της τεχνολογικής κορύφωσης κατασκευάζει μία νέου τύπου πραγματικότητα, αυτή τη φορά βασισμένη σε ένα μαζικό πείραμα στα πλαίσια του οποίου κάθε επιθυμία των συμμετεχόντων αποκτά μορφή.

Μνημεία πολιτισμού μετακινούνται και μεταφέρονται σε χρόνους, εποχές, κοινωνίες απογυμνωμένες από τις φυσικές αιτίες που τα δημιούργησαν. Οι άνθρωποι, τα δρώντα υποκείμενα (έστω και ετεροκατευθυνόμενα), υλοποιούν βαθύτερους πόθους και κρυφές επιλογές, οι οποίες στην βιωμένη εμπειρία της πραγματικής ζωής δεν τύγχαναν ευημερίας, παρά μόνο στον αθέατο κόσμο της φαντασίας. Ακόμα και σε αυτό τον θεματικό σχεδιασμό ακολουθούνται κανόνες. Οι συμμετέχοντες γνωρίζουν τα όρια και τους αντίστοιχους περιορισμούς. Μία ζωή γεμάτη στερήσεις, αδιέξοδα και προσωπικές ή/και συλλογικές ήττες, δύναται να ανατραπεί χάρη στην τεχνολογική υπέρ ή παρά-πραγματικότητα που οι νέες δυνατότητες της επιστήμης διαμορφώνει.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η σκηνοθέτιδα, Έφη Μεράβογλου, δίνει έμφαση στην αφαίρεση του σκηνικού χώρου. Ένα παγκάκι είναι αρκετό για να δομήσει μία ολάκερη ανθρώπινη σχέση από την αρχή, με νέους όρους και προδιαγραφές. Ένας χώρος δίχως σκηνικές παρεμβάσεις, δίχως περιττές υλικές απογραφές και κοσμήματα χρωματιστά, επενδύεται μέσα από την σκηνική παρουσία των ηθοποιών. Το έργο το ίδιο, η πνευματική σύλληψη του Θανάση Τριαρίδη δεν θα επέτρεπε σκηνοθετικές υπερβολές, ούτε και τις ελάχιστες επιτρεπτές. Και σε αυτή την αφετηρία η Έφη Μεράβογλου τηρεί απαρεγκλίτως τα όρια που το ίδιο το έργο θέτει εκ των προτέρων. Αντίθετα, ενισχύει την παρουσία των ηθοποιών στη σκηνή παραχωρώντας τους ελεύθερο πεδίο δράσης. Μονάχα ένα παγκάκι στέκει στη μέση και πότε τους χωρίζει, πότε τους ενώνει, πότε χρησιμοποιείται ως σημείο για την απονενοημένη πράξη και πότε για την συμφιλίωση. Με σεβασμό στο κείμενο, μεταπλάθει τις στάσεις και τις θέσεις των ηρώων, μέσα από εναλλασσόμενο ρυθμό στις κινήσεις και τις αλλαγές ιεράρχησης των προτεραιοτήτων, όπως συμβολίζονται στις λεκτικές και σημειολογικές επιλογές των ηθοποιών. Ο χώρος, στην αφαίρεσή του, προσδίδει ελευθερία και, ταυτόχρονα, σημεία εγκλεισμού και περιορισμού. Είναι η αντίθεση στην οποία επενδύει ο συγγραφέας και υπερτονίζει η σκηνοθέτιδα.

Δύο άνθρωποι, μία σχέση, ένας έρωτας που αποσυντίθεται και συγκροτείται εκ νέου με τα ίδια συνθετικά υλικά, που όμως αυτή τη φορά ακολουθούν τη γεφύρωση της απόστασης ανάμεσα στην απόφαση μιας στιγμής και την ευκαιρία της επαναξιολόγησης. Η ανατροπή της ιστορίας μέσα από την τεχνολογική διάσταση, σε έναν κόσμο ψευδαισθήσεων (στο βάθος της ημέρας λειτουργεί ως καθρέφτης ψυχαναλυτικής ωρίμανσης), βαραίνει τις ευθύνες των συμβαλλόμενων μερών. Όλα όσα δεν ειπώθηκαν, κι όλα όσα δεν υλοποιήθηκαν, μεταθέτουν τις δυνατότητες εναλλακτικής στο πλαίσιο της αυτοκριτικής. Οι ήρωες της ιστορίας, έστω κι αν ο ένας εκ των δύο συνειδητοποιεί την κατάσταση, τον χρονικό ορίζοντα και τις επιπτώσεις μίας ακόμη ατελέσφορης επίσκεψης του παρελθόντος στον παρόντα χρόνο, ταυτίζονται με την εξωτερική πραγματικότητα. Ο έρωτας και η αγάπη υπερβαίνουν το σκληρό κέλυφος της ψευδαίσθησης για να αποδείξουν πως, όσες πτυχές της εξέλιξης των πραγμάτων κι αν λάβουν χώρα, το ένστικτο της φύσης αυτών δεν αλλάζει. Παραμένει κυρίαρχο και ορίζει τις βουλήσεις των ανθρώπων. Πλέον, η ένωση των τελευταίων, ακόμα και όταν οι πρώτες επιλογές υπονομεύσουν τις βαθύτερες στοχεύσεις αυτών, δύναται να επανασυνδεθούν σε μία συμπαντική ένωση άνευ όρων και ορίων. Στην περίπτωση κατά την οποία ο χρόνος καταργείται, οι υποστάσεις απελευθερώνονται και επιτρέπουν εαυτόν στην ολοκλήρωση μέσα από την αποκατάσταση της φύσης των συναισθημάτων. Επομένως, ακόμα κι αυτή η δυστοπική πραγματικότητα περιέχει ένα ελάχιστο βήμα αυθεντικότητας των αισθήσεων και των ανθρωπίνων δεσμών. Η υπεραξία την οποία αποδίδουν οι ενδυματολογικές επιλογές της Σοφία Κατσουρά και οι μουσικές νότες της Ρωξάνης Χατζηδημητρίου, ενισχύουν αποφασιστικά την εν λόγω κατεύθυνση της πλοκής.  

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι ηθοποιοί οι οποίοι κλήθηκαν να ερμηνεύσουν τους ρόλους, ο Στέλιος Πετράκης και η Κατερίνα Μπουζάνη, καθηλώνουν με το θεατρικό τους υπόβαθρο. Φαινομενικά, οι ρόλοι δεν φέρουν ιδιαίτερες απαιτήσεις και προϋποθέσεις. Ωστόσο, εάν κανείς αναλύσει το ψυχογράφημα το οποίο επιβάλλει ο συγγραφέας του έργου στα πρόσωπα θα διαπιστώσει την ποιότητα την οποία απαιτούν οι συγκεκριμένες ερμηνείες, προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες και τις στοχεύσεις του έργου.

Η Κατερίνα Μπουζάνη εκπροσωπεί το ανθρώπινο ομοίωμα που συντελείται μέσω της τεχνολογικής αναπαράστασης. Ένα ομοίωμα με ταυτότητα, αυτή που η ιστορία έχει διαδραματίσει στο διάβα της και που, τώρα, καλείται να την αναπαραγάγει, υπό νέες κατευθύνσεις. Η παρουσία της επί σκηνής συγκλονιστική. Με επιβλητικότητα, γοητεία στην ενέργεια την οποία εκπέμπει και πρωτοβουλία ζηλευτή, ακτινογραφεί τον χώρο στον οποίο δεσπόζει με την ταυτότητά της. Με έντονους συναισθηματικούς και ψυχικούς μεταβολισμούς τους οποίους αποτυπώνει στις εκφράσεις του προσώπου και του σώματος, εξαναγκάζει το κοινό στην ταύτιση. Οι στιγμές στις οποίες κορυφώνεται η έξαψη των αισθήσεων, είναι αυτές στις οποίες το ύφος της αλλάζει με ταχύτητα φωτός και διαπερνά την ένταση την οποία βιώνει και την οποία εκφράζει με τρόπο άμεσο.

Από την άλλη πλευρά, ο Στέλιος Πετράκης, με ευγένεια παρουσίας και θεατρική παιδεία που επιτρέπει την μετάβαση από το γενικό στο ειδικό, στέκεται δίπλα της με ρόλο αυτόνομης ποιότητας και χαρακτήρα. Είναι ο άνθρωπος που κάθε φορά επιχειρεί να προσεγγίσει τις αιτίες της πρώτης ζωής, τις επιλογές και τα αποτελέσματα αυτής, ενώ, παράλληλα, επιδιώκει να προσεταιριστεί τη νέα πραγματικότητα μέσα από τον επανορισμό της σχέσης που είχαν διαμορφώσει μεταξύ τους. Δεν φείδεται συναισθηματικών εκδηλώσεων, διατηρώντας τον έλεγχο των ορίων που αυτοί απαιτούν. Ισορροπεί με επιδεξιότητα ανάμεσα στην αυθεντικότητα και την αθωότητα, παρέχοντας με ασφάλεια την υποκριτική του δεινότητα στις αιτιάσεις των συναισθηματικών εναλλαγών. Και οι δύο συνθέτουν ένα εξαιρετικά επιμελημένο σύνολο, το αποτέλεσμα των οποίων δικαιώνει πλήρως το έργο και την σκηνοθετική άποψη αυτού.

Info: Παραστάσεις: Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 20:00, στον Τεχνοχώρος Εργοτάξιον (Διογένους 1, Άγιος Δημήτριος. Δίπλα στη στάση του μετρό «Δάφνη» / Τηλέφωνο: 6983930220). Εισιτήρια στη viva.gr.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.