Κριτική: «Τα τρία φιλιά / H σταχτιά γυναίκα» σε διασκευή και σκηνοθεσία Σοφίας Φιλιππίδου στο Θέατρο Μεταξουργείο

Στο θέατρο Μεταξουργείο, η Σοφία Φιλιππίδου διασκευάζει και σκηνοθετεί την παράσταση «Τα τρία φιλιά/Η σταχτιά γυναίκα», αμφότερα έργα του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου. Ο τελευταίος, υπήρξε από τους πρωτεργάτες του αισθητισμού στη λογοτεχνία, ενώ συνδύασε επιμελώς στοιχεία ρομαντισμού και συμβολισμού στα θεατρικά του έργα. Η «Νέα Σκηνή» αποτέλεσε σταθμό στα πεπραγμένα του ελληνικού θεάτρου. Μέσα από τις επιλογές των έργων του εισέβαλε δυναμικά το νέα -ανανεωμένο- πνεύμα ευρωπαϊκής υφής, όντας επηρεασμένος από τους Αντρέ Αντουάν και Όττο Μπραμ (έμφαση στην αποτύπωση της πραγματικότητας ως κατόπτρου, φυσικότητα στην εναλλαγή του λόγου, ενσωμάτωση των προσώπων στην αντικειμενική κατάσταση των γεγονότων). Τα ίδια αυτά στοιχεία μεταφέρει ο Κ. Χρηστομάνος στα έργα του και δη στα συγκεκριμένα «Τα τρία φιλιά/Η σταχτιά γυναίκα». Επρόκειτο για δύο διακριτά έργα τα οποία, ωστόσο, με τη «δαιμονιώδη» σκέψη της Σοφίας Φιλιππίδου αποκτούν ενιαία δομή.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πράγματι, οι δύο πρωταγωνίστριες του έργου, στο πρώτο μέρος αυτού, εκπροσωπούν την εποχή της παρακμής του ρομαντισμού στην Ελλάδα (βλ. Α΄ Αθηναϊκή σχολή) και την εισαγωγή μίας νέας τεχνοτροπίας έκφρασης και αποτύπωσης. Οι δύο νεαρές γυναίκες, στην αυλή ενός Παρθεναγωγείου, συναντούν τον κοινό ερωτικό τους πόθο, τον εύελπι Φαίδη. Ο τελευταίος συνάπτει ερωτικό δεσμό με τη Δόρα, την στιγμή κατά την οποία αναπτύσσονται συναισθήματα και για την Λιάνα. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σταθούμε, καθότι ορίζεται το σύμπλεγμα εξαρτήσεων από το οποίο ορίζεται η ιστορία. Το τριμελές σχήμα το οποίο διαμορφώνεται ενέχει διπλή πρόσληψη. Από τη μία πλευρά, η ερωτική επιθυμία των γυναικών για τον άνδρα και αντίστροφα, η επιθυμία του ιδίου για τις ίδιες σχηματοποιεί την επικέντρωση του ενδιαφέροντος του συγγραφέα στην αντικειμενική φύση των σωμάτων. Δεν είναι η βούληση που ορίζει τα σώματα. Αντίθετα, είναι η φύση των σωμάτων στην κορύφωση των αναγκών που επιβάλλουν στη συνείδηση την κατάργηση κάθε ηθικής (δίχως αυτή να υπερβαίνει τις συμβάσεις και να αποκαλύπτεται). Ακριβώς, ωστόσο, επειδή αδυνατεί να λάβει σάρκα και οστά μεταθέτει την δυναμική της στην ποιότητα της φαντασιακής πρόσληψης του ερωτικού υποκειμένου. Από την άλλη πλευρά, η εξέλιξη της πλοκής δείχνει την σαθρότητα των δομικών υλικών που συνθέτουν την μεταξύ τους δέση. Μολονότι η Δόρα και ο Φαίδης επισημοποιούν τη μεταξύ τους σχέση, υπό το βλέμμα των κοινωνικών συμβάσεων, το τρίτο πρόσωπο της συνείδησης (βλ. Λιάνα) ανταποκρίνεται στο προσκλητήριο της επιθυμίας. Η εξομολόγηση του έρωτα για την ίδια από τον Φαίδη και η φυματίωση της Δόρας (έστω και με τη μορφή σκηνοθετημένου θανάτου), μοιάζει να λύνουν το γόρδιο δεσμό. 

Στο δεύτερο μέρος του έργου, μεταφερόμαστε σε έτερο χρόνο μιας άλλης εποχής. Η μνήμη δίχως ταυτότητα και η συνείδηση δίχως ιστορία επιβάλλουν την παρουσία τους στο νεαρό ζευγάρι. Το παιδί τους θα σκοτωθεί καθώς γλιστρά από τα χέρια της παραμάνας και πέφτει από το ανοιχτό παράθυρο στα βράχια της θάλασσας. Στο σημείο τομής, στο οποίο ο συγγραφέας επενδύει την ποιητική του δεινότητα μέσα από μία υπερρεαλιστική προ-οικονομία με την κατάργηση της ροής συνείδησης, την έμφαση στην εικονοποιία και την νοηματοδότηση του λόγου και των ενεργειών εκ μέρους των πρωταγωνιστών, σε αυτό το σημείο ο ερχομός της παραμάνας λειτουργεί ως προέκταση του χρόνου των γεγονότων που προηγήθηκαν. Η παραμάνα έχασε και η ίδια το παιδί της και μετατρέπεται στην οπτική διεκδίκηση της ισορροπίας ανάμεσα στην τάξη των συναισθημάτων του προηγούμενου ζεύγους και της αναζήτησης της επανάληψης στο παρόν. Η ιστορία επαναλαμβάνεται με διαφορετικούς συντελεστές. Σε κάθε στιγμή αυτής (βλ. ιστορίας) οι πρωταγωνιστές μεταβάλλουν θέσεις και στάσεις, δίχως, ωστόσο, να είναι σε θέση να ανατρέψουν την δεδομένη πορεία των πραγμάτων. Όταν ο έρωτας και το πάθος καταργούν τα όρια των ανθρωπίνων σχέσεων, τότε οι επιλογές των προσώπων φέρουν το στοιχείο της ήττας μέσα τους ως απότοκος της ίδιας της ζωής. Επί της ουσίας, στο πρώτο μέρος η Δόρα θυσιάζεται στο όνομα της φιλίας και της συναισθηματικής αποδέσμευσης από την παρουσία του κοινού παρονομαστή (βλ. Φαίδη) στη σχέση της με την Λιάνα. Αυτή την πράξη την εμφανίζει ως υπέρτατη εξιλέωση για την «παρατυπία» των συναισθημάτων του συζύγου της προς το πρόσωπο της Λιάνας. Στο δεύτερο μέρος, αυτού του είδους η θυσία προβάλλεται στο σώμα του μωρού και την διασάλευση της τάξης, νοητικής και συναισθηματικής, στο πρόσωπο της γυναίκας. Σε αυτή την τελευταία, ο λόγος μετατρέπεται σε υπαρξιακή αναζήτηση και, εν τέλει, σε διέξοδο με φόντο την ένωση με τη φύση, μέσα σε ένα πλέγμα μυστικισμού. Από την πλευρά του ο άνδρας, είτε ως εραστής είτε ως σύζυγος, μοιάζει να μαγεύεται σε κάθε του βήμα από τη γυναικεία παρουσία εν συνόλω. Αδύναμος ενώπιον των συνεπειών, ακολουθεί τις προτροπές της βούλησης για την ηδονή της έλξης. Όταν συνειδητοποιεί το ατομικό του αδιέξοδο, στρέφεται προς την σταχτιά γυναίκα ως ύστατη ευκαιρία ελευθερίας.    

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Υπογραμμίζουμε την εξαιρετική σκηνική παρουσία των ηθοποιών, Αναστασίας Ιθακησίου και Βίκυς Μαϊδάνογλου καθώς και τη μεστή νοημάτων και θέσης παρουσία του Κωνσταντίνου Χειλά. Το ψυχολογικό υπόβαθρο των γυναικείων ρόλων -το οποίο υπηρετούν και οι δύο με απαράμιλλο επαγγελματισμό και ενσυναίσθηση-  καθώς και η έκφρασή τους στη σκηνή, επιβεβαιώνουν το ποιοτικό μεγαλείο του έργου. Οι εσωτερικές αντιθέσεις, η εξωτερίκευση των συνειδησιακών και συναισθηματικών συγκρούσεων, η εμμονή και το πάθος της ερωτικής περιδίνησης μέσα από την ενεργητικότητα της κινησιολογίας, αποδίδουν τα νοήματα του Κ. Χρηστομάνου, επικαιροποιώντας το κείμενο στη διαχρονική του αξία. Η δε σκηνοθεσία της Σοφίας Φιλιππίδου αντανακλά την ανάγνωση του έργου στην αφαιρετική του οπτική. Σε ένα λιτά διακοσμημένο σύνολο, με συμβολισμούς αντικειμένων και δίχως περιττές προσθήκες, επιτρέπει στο κείμενο να «αναπνεύσει» μέσα από τον ρέοντα λόγο και τη σημειολογία των ηθοποιών. Τα ηχητικά και οπτικά εφέ, καθώς και η μουσική επένδυση, προσδίδουν υπεραξία στην παράσταση. Ακόμη και οι ενδυματολογικές επιλογές, οι οποίες, μολονότι, μοιάζουν σε ορισμένες στιγμές «ξένες» προς τα στοιχεία της εποχής, εν τέλει καταλήγουν να υπηρετούν το βαθύτερο σκοπό του έργου· την απομάγευση του έρωτα στην εξωτερίκευσή των σωμάτων, τις οδύνες και τον πόνο που προκαλεί στο διάβα του, την κορύφωσή του ενώπιον του θανάτου και την καταστροφική του πορεία, στις διαστάσεις των ανθρώπινων ορίων.

InfoΚάθε Παρασκευή – Διπλή παράσταση: στις 18.30 και 21.00 στο Θέατρο Μεταξουργείο (Ακαδήμου 14, Αθήνα / 2105234382). Εισιτήρια: https://www.viva.gr

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebooktwitter και instagram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.