Κριτική: Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος – «Γενόσημα» (Εκδόσεις ΑΩ)

Πολυθεματική και άκρως δομημένη η ποιητική συλλογή του Κωνσταντίνου Χ. Λουκόπουλου με τίτλο «Γενόσημα». Είναι από τις στιγμές εκείνες κατά τις οποίες, η κριτική αναφορά και, εν συνόλω, προσέγγιση ενός έργου απαιτεί την ενεργοποίηση δαιδαλωδών οπτικών ερμηνείας προκειμένου να πλαισιώσει με ασφάλεια ο αναγνώστης την κεκτημένη πρόσληψη των εκάστοτε θεματικών. Η ποίηση ως υπαρξιακή νοηματοδότηση, η μοναξιά ως επαναλαμβανόμενη στιγμή, ο έρωτας ως αισθητική και η καθημερινότητα των ανθρωπίνων σχέσεων ως ανάγνωσμα μίας ευρύτερης πολιτιστικής σήψης αναδύονται με τρόπο αυθεντικό στις σελίδες του έργου. Υπογραμμίζω την αυθεντικότητα των εικόνων, όπως αναπτύσσονται ανάμεσα στις λέξεις, καθώς δεν είναι αυτονόητη σε κάθε συγγραφική απόπειρα. Η αποτύπωση ενός συναισθήματος ή/και μίας σκέψης δεν συνεπάγονται την ποίηση, ακόμη κι αν υποδύονται τη μορφή της. Στην εν λόγω περίπτωση η συλλογή κατασκευάζει από βιωμένα υλικά την εμπειρία μίας σκηνικής παρουσίας. Η αυθεντικότητα των πράξεων εξασφαλίζεται μέσα από την αποστασιοποίηση του δημιουργού έναντι των πνευματικών, συναισθηματικών, ειδολογικών και χρονικών υλικών σύνθεσης. «Τα μαλλιά σου στον άνεμο είναι μια -επιπλέον- αφαίρεση, που λείπει απ’ τον άδειο χώρο. Μα το τοπίο -ευαγές- αντιστέκεται και συμπληρώνει» (σελ. 14) γράφει ο ποιητής και η ανάγνωση επιδέχεται πολλαπλές προεκτάσεις. Πράγματι, ο έρως για τον ίδιο δεν αποτελεί απλώς μία σωματική-υλική εφαρμογή της φυσικής επιθυμίας προς έτερο πρόσωπο αλλά την πεμπτουσία της χρονικής σύνδεσης του ιστορικού γίγνεσθαι, όπως το τελευταίο μορφοποιείται στις αισθητικές απολήξεις της νεότητας. Και καθώς επαναλαμβάνει σε ετεροχρονισμένες περιπτώσεις την δυναμική των στιγμών, ερωτικών και μη, (πάντα υπό την έννοια της συναισθηματικής δέσμευσης) μαρτυρεί, ταυτόχρονα, τα όρια της ελευθερίας, προσωπικής και συλλογικής. Αντιλαμβάνεται πλήρως την αδυναμία ελέγχου και ορισμού του εκάστοτε πλαισίου αναφοράς και μοιάζει να συμβιβάζεται με το πεπερασμένο της επιφάνειας των πραγμάτων. Όμως, θα αδικούσαμε τη συλλογή εάν την κατατάσσαμε στην πεσιμιστική οπτική των καιρών. Η φύση αναγεννιέται μέσα από τις εκτάσεις και διαστάσεις∙ με τον ίδιο ακριβώς τρόπο το δρων υποκείμενο συμμετέχει στο κάλεσμα της ζωής, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία η τελευταία μεταμορφώνεται στην απώλεια του θανάτου.

Ο θάνατος ως αναρχία του σύμπαντος κόσμου ευθυγραμμίζεται με την διαπάλη ανάμεσα στην ματαιοδοξία της ανθρώπινης ύπαρξης και το υπόβαθρο της απαισιοδοξίας. «Σβήνω τα φώτα βγαίνοντας∙ […] οι σκιές περιμένουν φρόνιμες στις καρέκλες τους, έτοιμες ν’ απλωθούν» (σελ. 27) υπογραμμίζει ο ποιητής και το αντιθετικό σχήμα που μόλις αναφέραμε αποκτά υπόσταση και ταυτότητα. Πλέον, ο δημιουργός δεν μεταδίδει την εικόνα της εθελούσιας αποσύνθεσης του χρόνου αλλά νοτίζει την αιτία της απομάγευσης αυτού στην ποιητική ψευδαίσθηση, όπως η τελευταία κατασκευάζεται ενώπιον της γνώσης. Εξουσίες, σκοποί, στόχοι, αποστάσεις, όλες οι συνδηλώσεις μίας εκκωφαντικής άρνησης αποκτούν το δικό τους μετερίζι καθώς η μετάβαση από την μοναξιά της πλήξης στην επιφάνεια της μνήμης προκαλεί αναστατώσεις συνειδήσεως. Πράγματι, ο ποιητής διαμορφώνει τον εσωτερικό διάλογο με το ενοχικό πλέγμα ενός ιδανικού σε κατάρρευση. Ο ανθρώπινος παράγοντας εμφανίζεται σε μαζική εξορία, όση ώρα η σκέψη επανέρχεται στα πρότερα δημιουργήματα της ανεκπλήρωτης βούλησης. Όσα ο χρόνος ως αναγκαιότητα επιφέρει, όπως την απορρόφηση ζωτικών δυνάμεων στο σώμα, τόσα ο επαναστατημένος έρως επαναφέρει στο προσκήνιο, έστω και υπό νέα διεύθυνση. Η πρόσοψη μεταβάλλεται και αλλάζει, ωστόσο, η ουσία της επιθυμίας παραμένει στον πυρήνα της αναλλοίωτη. Είναι ο αόριστος χρόνος μίας υπόσχεσης (βλ. για πάντα) ο οποίος κινητοποιεί τις πολλαπλάσιες εκδοχές της ανθρώπινης φύσης.

Η ζωή παρομοιάζεται ολοένα με μία επαναλαμβανόμενη διαδικασία στην οποία η αυτονομία των επιλογών καταργείται. Αντίθετα, προβάλλεται η σχέση εξάρτησης μεταξύ των μελών της κοινωνίας ως μία αυτοαναφορική διεργασία από την οποία η ταυτότητα της πολιτείας αποκτά περιεχόμενο, έστω και υποκριτικό. Θέτει, επομένως και μεταξύ άλλων, το ερώτημα ο ποιητής για τα όρια αυτής της εξάρτησης και τις δυνατότητες εναλλακτικής πορείας. «Για χρόνια γερνά η ζωή σου πριν καν γεράσει μέσα σε ‘κείνο το ζαρωμένο ποντίκι που υπήρξε ο φόβος σου να υπάρξεις» (σελ. 57) και η υπαρξιακή απαίτηση για αλήθεια (εκείνη την οποία δύναται να αναγνωρίσει και το βάρος της να σηκώσει ο άνθρωπος) μετατρέπεται σε γνώμονα καθημερινής διάπλασης. Οι αναμνήσεις, περιορισμένες στα κάδρα των φωτογραφιών, σφραγίζουν αυτούσια την απόγνωση της ελευθερίας, εγκλωβίζοντας ακόμη και τη φαντασία, όπως αποδράσει από τα στενά περιθώρια της ανάσας. Ακόμα και τότε, ο ποιητής δεν λησμονά την ύστατη λύση της ιστορίας. Στρέφει το βλέμμα του αποφασιστικά στον, εκάστοτε, νέο άνθρωπο όπως γεννιέται και όπως εκκολάπτεται, σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Παρακάμπτει τις οδηγίες και τις μεθοδεύσεις προκειμένου να γευτεί την αυθεντική ενέργεια του ανθρώπου, μέσα στις αλλαγές τις οποίες υφίσταται κατά το διάβα της ζωής του. Όποιο κοινωνικό ρόλο κι αν υποδυθεί στο βάθρο παραμένει άνθρωπος, που θα πει γυμνός από περιττά στολίδια και φιλοφρονήσεις, με μόνο εφόδιο τον έρωτα και την ενσυναίσθηση αυτού. Όσες πρόβες κι αν υποστεί κατά τη διάρκεια της κοινωνικής συμβίωσης πάντοτε επιστρέφει, στην εσωστρεφή του κατεύθυνση, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, που δεν είναι άλλο από την πρώτη ανάμνηση της ανθρώπινης υπόστασης. Ο χειρισμός της ζωής, σε όλες τις εκφάνσεις αυτής, είναι ζήτημα επιλογής (έστω και περιορισμένης). 

Ο ποιητής υπογραμμίζει τη διαφορά ανάμεσα στην εθελούσια αποπομπή της επιλογής για ζωή και την συνειδητή διεκδίκησή της. Τάσσεται αποφασιστικά υπέρ της δεύτερης λύσης, κι ας είναι ο κύκλος της φύσης να βαίνει μειούμενος.


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

 Στη συλλογή«Γενόσημα» περιλαμβάνονται 49 ποιητικές ολότητες με περιορισμένο (μονοψήφιο πάντα) αριθμό πεζών ποιημάτων η καθεμία. Το σύνολο των ποιημάτων είναι 278. Οι αριθμητικοί συνειρμοί είναι ποικίλοι μα πάντως όχι από πρόθεση. Οι ολότητες αυτές εκκινούν από μια αφορμή ( πχ. μία κοινωνική συνθήκη, μια διερώτηση ή ένα συντριπτικό συναίσθημα) και αναπτύσσονται εγκαθιστώντας μια διαλεκτική συνύπαρξη ανάμεσα στα ποιήματα και τους τίτλους τους, που παραπέμπει στην ίδια την υπόσταση της κοινωνίας της αφθονίας: το υποκείμενο θα κοινωνεί τη γεύση της δίχως να συμμετέχει – κατ’ ουσίαν – στην αφθονία αυτή. Τα ΓΕΝΟΣΗΜΑ οφείλουν τη δομή και τη γραμματολογική τους υπόσταση στην ομορφιά των Μαθηματικών και της Φιλοσοφίας της Γλώσσας και αποτίουν φόρο τιμής στο Tractatus Logico-Philosophicus του Λούντβιχ Βίτγκενστάιν καθώς και στην εικαστική ιδιοφυία του Αύγουστου Ζάντερ, φωτογράφου – ποιητή της εικόνας και εκφραστή της Νέας Αντικειμενικότητας στην φωτογραφική τέχνη, φωτογραφία του οποίου παρατίθεται στο εξώφυλλο.
Βρείτε το βιβλίο ΕΔΩ