Κριτική: Μιχάλης Μακρόπουλος – Η θάλασσα [Εκδόσεις Κίχλη]

Μία ιστορία που μοιάζει με επιστημονική φαντασία, ωστόσο αν τη διαβάσουμε πιο προσεχτικά θα αισθανθούμε τη σύνδεσή της με την πραγματικότητα. 

Στη νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου Η θάλασσα, γινόμαστε μάρτυρες μιας καταστροφής και μιας αναγέννησης του κόσμου. Ένας αρχαίος μετεωρίτης έχει χτυπήσει τη Γη, οι πάγοι λιώνουν και οι άνθρωποι προσβάλλονται από έναν ιό για τον οποίο κανείς δε γνωρίζει τίποτα. «Δεν έχουν προσδιοριστεί τα συμπτώματα, ούτε ο τρόπος μετάδοσης. Είμαστε απέναντι στον ιό όπως ήταν οι πρωτόγονοι απέναντι στον ήλιο και τη σελήνη⋅ ξέρουμε τι υπάρχει γιατί βλέπουμε τις συνέπειές του, αλλά δεν ξέρουμε τίποτε γι’ αυτό, και μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε» σ. 39. Οι άνθρωποι σιγά σιγά πεθαίνουν και οι μόνο που επιβιώνουν είναι αυτοί που έχουν ως χαρακτηριστικό τη μετάλλαξη μιας σειράς γονιδίων. Όσοι έχουν επιβιώσει ζουν σε υπόγειες πόλεις και νοσταλγούν την προηγούμενη ζωή πάνω στη Γη, η οποία έχει πια ερημώσει.

Η ιστορία διανθίζεται μέσα τα μάτια της πρωταγωνίστριας, το όνομα της οποίας δεν αποκαλύπτεται στον αναγνώστη και η οποία ανήκει στους επιζήσαντες. Αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο, με λόγο λυρικό και γαλήνιο, την πορεία της καταστροφής, τη ζωή της στην υπόγεια πόλη και την επιστροφή της πίσω στην έρημη Γη. Συνοδοιπόρος της σε αυτό το ταξίδι είναι η φίλη της Ιωάννα. Μαζί ανακαλύπτουν τη νέα ζωή στην υπόγεια πόλη, ανασύρουν μνήμες από το παρελθόν και αποφασίζουν να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Στην πορεία τους προς τη Γη τα δύο αυτά κορίτσια εκτός των άλλων εξερευνούν τη γυναικεία τους φύση και την ερωτική έλξη: «Το κορμί της κι ο ιδρώτας της, όταν πλαγιάζαμε μαζί τις νύχτες, είχαν μια γλυκιά αρμύρα» σ. 56.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πρωταγωνιστικό ρόλο στη νουβέλα έχει και η φύση, η οποία υποκινεί την πλοκή και κινεί τα νήματα της ιστορίας. Η φύση είναι η μητέρα, είναι η ζωή, είναι η μνήμη. Από όλα τα στοιχεία της ο συγγραφέας επιλέγει το στοιχείο του νερού. Βροχή και θάλασσα πρωταγωνιστούν και νοηματοδοτούν τη ζωή της αφηγήτριας. Συγκεκριμένα, η καταστροφή ξεκινά με το λιώσιμο των πάγων, κατά τη διάρκειά της βρέχει ασταμάτητα και τέλος η κοπέλα βρίσκει στο βουνό μια πέτρα που ανήκει στη θάλασσα και η οποία μοιάζει με τον μετεωρίτη που προκάλεσε την καταστροφή. Όταν αργότερα ζει στην υπόγεια πόλη διακατέχεται από μια έντονη επιθυμία να δει τη θάλασσα. 

Έτσι το νερό -και ειδικότερα η θάλασσα- μοιάζει να συμβολίζει την ανάγκη της κοπέλας να συνδεθεί με τις ρίζες και με το παρελθόν της. Συμβολίζει το ταξίδι της ζωής της, τον προορισμό, τον στόχο. Συμβολίζει επίσης την επιστροφή, την ενηλικίωση, την ωρίμανση αλλά και τη μνήμη. Ίσως τέλος τέλος να συμβολίζει και τη σύνδεση με τη μητέρα της. Όταν η κοπέλα βρίσκεται στην υπόγεια πόλη θυμάται κάθε λεπτομέρεια από την όψη της μητέρας της, κάθε τι που έκαναν μαζί. Αντίθετα, ο πατέρας της υπάρχει στη μνήμη της σαν μια θολή φιγούρα. «Ο πατέρας είχε μεταμορφωθεί με τα χρόνια σε ιδέα, ενώ η μητέρα παρέμενε πρόσωπο» σ. 28. Φαίνεται λοιπόν η δυνατή σχέση μητέρας – κόρης κι ίσως η κοπέλα να αποζητάει την επιστροφή στη θάλασσα ως μια εσωτερική ανάγκη για να ξανά συναντηθεί με τη μάνα της.

Τέλος, ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της συγγραφικής πένας του Μακρόπουλου είναι η εστίαση στις λεπτομέρειες. Το χαλασμένο μαχαίρι της μητέρας, το ροδάκινο, το λερωμένο τραπεζομάντηλο. Τοποθετεί την αφηγήτριά του στο κέντρο των πραγμάτων και τη στολίζει με μία ισχυρή περιέργεια για ό,τι συμβαίνει γύρω της: η κοπέλα παρατηρεί λεπτομερώς ένα φύλλο, μία πέτρα, τη μητέρα της. «Λίγες στάλες από το ροδάκινο είχαν στάξει στο μουσαμά και μια μύγα πήγαινε από τη μια στην άλλη. Τη χάζευα, με τι βιασύνη και προσήλωση ρούφαγε το ζουμί και μ’ άρεσε όταν στεκόταν και με τα μπροστινά της πόδια καθάριζε το κεφάλι της και τα φτερά της⋅ οι νευρικές της κινήσεις είχαν χάρη και λεπτότητα, ήταν αέρινες» σ. 17. Μοιάζει σαν ο συγγραφέας να χρησιμοποιεί έναν μεγεθυντικό φακό και να παρουσιάζει στον αναγνώστη κάθε πτυχή των πραγμάτων που περιγράφει καλώντας τον να εμβαθύνει, να μη μείνει στην επιφάνεια και να εισχωρήσει βαθιά μέσα στην ιστορία αλλά και μέσα στον ίδιο του τον εαυτό.

Η αφήγηση έτσι μετατρέπεται σε μία ιστορία εμβάθυνσης και προσωπικής ενδοσκόπησης. Ο συγγραφέας παρακινεί τον αναγνώστη να προβληματιστεί για τη φύση και την καταστροφή της, για τις ανθρώπινες σχέσεις τόσο οικογενειακές όσο και φιλικές και ερωτικές και τέλος, να αναζητήσει το εγώ του, τον εσωτερικό του κόσμο, την ταυτότητά του. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ