Κριτική / Ο βασιλιάς των λιονταριών (The lion king)

Σκηνοθέτης: Jon Favreau. Τις φωνές τους χαρίζουν: Donald Glover, Seth Rogen, Chiwetel Ejiofor, Alfre Woodard, Billy Eichner, John Kani, John Oliver, Beyoncé Knowles-Carter, James Earl Jones. Διάρκεια: 118 λεπτά
Βαθμολογία: 1,5/5

Τρισδιάστατη εκδοχή (μόνο ως τέτοια μπορεί να ιδωθεί) του αριστουργήματος της Disney, απευθυνόμενο σε φαν του πρωτότυπου, αλλά και σε μια νέα γενιά, για την οποία όμως δεν θα αποτελέσει ποτέ σημείο αναφοράς, όντας άχαρο φωτοαντίγραφο μιας πολύ πιο ψυχωμένης, παρότι τρισδιάστατης ταινίας.

Η υπόθεση γνωστή ήδη από το 1994: στο Βασίλειο του Βράχου της Υπερηφάνειας γεννιέται ο Σίμπα, ένα αξιαγάπητο λιονταράκι, ο οποίος μέλλει να γίνει ο μελλοντικός βασιλιάς, ως νόμιμος διάδοχος του ρωμαλέου, αυστηρού αλλά δίκαιου και καλοκάγαθου Μουφάσα, του πιο ευγενούς λιονταριού του βασιλείου. Ο μοχθηρός αδερφός του Μουφάσα, ο Σκαρ, γνωρίζοντας πως υστερεί σε σωματική δύναμη, θέτει σε κίνηση τον πανούργο νου του και μετέρχεται κάθε μέσο προκειμένου να σφετεριστεί τον θρόνο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Jon Favreau, γνωστός και πολύ αγαπητός στους MCU fans ως Χάπυ, βρίσκεται ξανά στην καρέκλα του σκηνοθέτη, αφού η Disney, μετά την εμπορική επιτυχία του «Jungle Book», του εμπιστεύτηκε ένα ακόμα remake. Ένα εγχείρημα βέβαια κολοσσιαίων διαστάσεων, αφού ο «Βασιλιάς των Λιονταριών» δεν είναι απλώς μια από τις πιο σημαντικές ταινίες της ιστορίας της Disney, αλλά ένα έργο-αναπόσπαστο κομμάτι της pop culture (τα κλασικά πια Circle of Life και Hakuna Matata βρίσκονται εντυπωμένα για πάντα στο πολιτισμικό μας DNA), το οποίο οι περισσότεροι εκ των γεννηθέντων στις δεκαετίες των 80s και 90s σίγουρα έχουν συνδέσει άρρηκτα με την παιδική τους ηλικία. Έρχεται λοιπόν η Disney, εν έτει 2019 να μας «χαρίσει» μια 3D-animated βερσιόν της ίδιας, απαράλλακτης ταινίας. Μπορεί κάποιος να διατυπώσει το εύλογο ερώτημα «Γιατί;». Φυσικά δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα, οπότε σίγουρα στην εξίσωση είναι σημαντικός ο παράγοντας κέρδος. Όταν όμως το καλλιτεχνικό όραμα διαγράφεται τελείως, μάλλον γίνεται αυτοσκοπός.

Το μοναδικό ουσιαστικό επίτευγμα της ταινίας είναι ο αψεγάδιαστος τεχνικός τομέας, με τα γραφικά να έχουν αγγίξει τέτοιο επίπεδο ρεαλισμού ώστε να αναρωτιέται κανείς αν αυτό που παρακολουθεί είναι όντως προϊόν επεξεργασίας σε υπολογιστή ή πλάνα από κάποιο καλογυρισμένο ντοκιμαντέρ αφιερωμένο στην άγρια φύση. Αυτό όμως ταυτόχρονα συνιστά και ένα από τα θεμελιώδη προβλήματα του έργου, καθώς βασικός στόχος της Disney εδώ δεν ήταν ποτέ η καινοτομία, η καινούρια προοπτική, ο θεματικός εμπλουτισμός, αλλά η επίτευξη του φωτορεαλιστικού αποτελέσματος, ώστε αυτό να πλασαριστεί ως τέτοιο. Πόσα teasers και trailer μας προετοίμαζαν για την πιστή στο πρωτότυπο τρισδιάστατη απεικόνιση των χαρακτήρων, του περιβάλλοντος, της «βάφτισης» του Σίμπα. Ο ρεαλισμός λοιπόν εδώ αξιοποιείται ξεκάθαρα ως μαρκετινίστικο -επομένως κούφιο, ανούσιο- δέλεαρ για την προσέλκυση φανατικών οπαδών του original Lion King, εφόσον οι προσθήκες στο πρωτογενές υλικό είναι ελάχιστες και μηδαμινής σημασίας (με βασικότερη την καλοπροαίρετη αλλά εντελώς μη οργανική προσθήκη μιας θηλυκής villain, έτσι ώστε και η Νάλα, η σύντροφος του Σίμπα να κερδίσει λίγο περισσότερο screetime).

Η ταινία κάνει πρεμιέρα στις 18 Ιουλίου στους κινηματογράφους από τη Feelgood μεταγλωττισμένη, με υπότιτλους και σε 3D.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ