Κριτική: «Μαύρα γυαλιά» / Ο Αρτζέντο προσπαθεί να θυμηθεί τις περασμένες του δόξες

Ο μετρ του ιταλικού τρόμου Ντάριο Αρτζέντο, ένας από τους λίγους εναπομείναντες της χρυσής εποχής του φανταστικού κινηματογράφου της χώρας του που συνεχίζει να δουλεύει, επιστρέφει με την καινούρια του δημιουργία και αυτό αποτελεί ήδη ένα γεγονός από μόνο του, μιας και τελευταία φορά που κυκλοφόρησε ταινία του ήταν πριν από δέκα χρόνια.

Το νέο έργο του με τίτλο «Μαύρα Γυαλιά» («Occhiali Neri» / «Dark Glasses»), το οποίο βασίστηκε σε ένα παρατημένο σενάριο από το 2002, αποτελεί μία απόπειρα επιστροφής στη καλή και γνωστή του φόρμα, με αρκετά γνώριμα στοιχεία από το σύνολο της φιλμογραφίας του. Εν τάχει, πρόκειται για την καλύτερη ταινία του από οτιδήποτε έκανε μετά το «Sleepless» του 2001 (κατά τη γνώμη μου την τελευταία δυνατή του δημιουργία). Ταυτόχρονα, βρίσκεται πολύ μακριά σε κάθε επίπεδο από τα αντίστοιχα εκείνων των ταινιών της δεκαετίας του ’70 και του ’80, οι οποίες τον καθιέρωσαν και τον έκαναν διάσημο. Δίχως να έχει στο μανίκι του καινούρια κόλπα, το έργο του Αρτζέντο διαθέτει μερικές αρετές για ορισμένους ενδιαφέροντες λόγους, χωρίς να προσδίδει δυστυχώς κάτι αξιομνημόνευτο και ξεχωριστό στην ταινία.  

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Αρτζέντο κάνει εδώ μια προσπάθεια να θυμηθεί τις περασμένες του δόξες. Αρχικά, σε αυτό του το εγχείρημα συγκεντρώνει μερικούς παλιούς γνώριμους για να το πετύχει.  Έχει στο σενάριο τον μακρόχρονο συνεργάτη του Φράνκο Φερίνι, τον Σέρτζιο Στιβαλέτι στα ειδικά εφέ και την κόρη του Έζια Αρτζέντο στο βασικό καστ – επίσης μία από τις παραγωγούς είναι η Κοντσίτα Αϊρόλντι, η οποία είχε ξεκινήσει ως ηθοποιός σε ταινίες του είδους αυτού στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Αυτή τη φορά, όμως, στη διεύθυνση φωτογραφίας, στο μοντάζ και στη μουσική έχει νέα πρόσωπα. Οι καιροί έχουν αλλάξει και, παρόλο που μερικά ονόματα συνδεδεμένα με το είδος εξακολουθούν να εργάζονται ακόμα, δεν έχουν δυστυχώς την ίδια δυναμική με τις ταινίες του παρελθόντος. 

Η ίδια η ιστορία έχει ένα ενδιαφέρον και έχει κάποια καλά στοιχεία κατά τη διάρκεια της πλοκής. Από ένα σημείο και ύστερα, βέβαια, μοιάζουν να χάνονται άδοξα. Ωστόσο, η εναρκτήρια σεκάνς με την έκλειψη ηλίου και το πλήθος να βάζει τα μαύρα γυαλιά του για να δει το φαινόμενο λειτουργεί ωραία και είναι από τις πιο καλές στιγμές της ταινίας. Αυτό που από το διάχυτο φως του ήλιου περνούμε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα στο σκοτάδι μου θύμισε μια αντίστοιχη σκηνή από μία από τις πρώτες ταινίες του Αρτζέντο, το «Four Flies on Grey Velvet» (1971), στην σκηνή με τη γυναίκα στο πάρκο όπου μέσα σε ελάχιστα λεπτά φιλμικού χρόνου το τοπίο σκοτεινιάζει. Στα θετικά, επίσης, θα έβαζα την ηρωίδα του έργου – η πρωταγωνίστρια Ιλένια Παστορέλι είναι πολύ καλή στο ρόλο και της ταιριάζει. Επίσης,  το παράξενο δίδυμο της Ντιάνα και του μικρού Τσιν μου θύμισε το δίδυμο μιας άλλης ταινίας του σκηνοθέτη, το «The Cat O’ Nine Tails» (1971), στο οποίο οι Τζέιμς Φρανσίσκους και Καρλ Μάλντεν (που υποδύεται, σαν την πρωταγωνίστρια εδώ, έναν τυφλό χαρακτήρα) συνεργάζονται για να λύσουν το μυστήριο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το νέο του φιλμ είναι ένα αυτοαναφορικό, μιας και ο δημιουργός του συλλέγει στοιχεία από παλαιότερες ταινίες του και τα τοποθετεί με περίτεχνο τρόπο σε όλη τη διάρκεια του, από χαρακτήρες μέχρι και σκηνές. 

Τα «Μαύρα Γυαλιά» είναι η μικρότερη σε διάρκεια ταινία του Ντάριο Αρζέντο – κάτι λιγότερο από μιάμιση ώρα – και αυτό λέει πολλά. Δυστυχώς, αν και κατά διαστήματα υπάρχουν κάποιες καλές σκηνές, δεν υπάρχει πολύ ενδιαφέρον για το μυστήριο της υπόθεσης και αυτό είναι μεγάλο μείον. Επίσης, απουσιάζει μια τελική ανατροπή στο μυστήριο, κάτι που έκανε σχεδόν πάντα σε όλες του τις ταινίες. Κάτι ενδιαφέρον πήγε να γίνει με τον χαρακτήρα της Ντιάνα, αλλά και αυτό χάθηκε στην πορεία. Ακόμα, οι σκηνές των φόνων είναι πραγματικά ανέμπνευστες και δεν θυμίζουν αντίστοιχες από προηγούμενες δουλειές του. Για την ακρίβεια δεν θυμίζουν να έχουν βγει καν από ταινία του, αλλά από κάποια μέτρια αμερικάνικη ταινία τρόμου. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Αρτζέντο πρόκειται για έναν σκηνοθέτη-σεναριογράφο με όραμα και προσωπική ματιά ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60. Με σαφείς επιρροές από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ και τον Μάριο Μπάβα, αυτός ήταν που εκτόξευσε τη δημοτικότητα των ταινιών giallo με το έργο του «The Bird with the Crystal Plumage» (1970) και έθεσε νέους ορίζοντες για το είδος. Ύστερα από τόσες δεκαετίες, η συνταγή του είδους – και κάθε είδους – αρχίζει και φθίνει. Αν και στις τελευταίες δύο δεκαετίες δεν έχει παρουσιάσει κάτι πραγματικά αξιόλογο, παραμένει ένας σκηνοθέτης-δημιουργός μέχρι τέλους, πιστός στις θεματικές και τις ιδέες του. Το φιλμ αυτό δεν είναι παρά ένας φόρος τιμής στο ίδιο του το έργο, με το οποίο μετράει πάνω από πενήντα χρόνια παρουσίας στον κινηματογράφο. Οι πραγματικοί φαν θα βρουν σίγουρα μερικές στιγμές που θα τους κάνουν να χαμογελάσουν από μέσα τους.  

Βαθμολογία: 2,5/5*

Σκηνοθεσία: Ντάριο Αρτζέντο Σενάριο: Ντάριο Αρτζέντο, Φράνκο Φερίνι Διεύθυνση Φωτογραφίας: Ματέο Κόκο Μοντάζ: Φλόρα Βολπελιέρε Διεύθυνση Παραγωγής: Μαρτσέλο ντι Κάρλο Κοστούμια: Λουίτζι Μπονάνο Βοηθός Σκηνοθέτη: Νταβίντ Μαρία Πουτορτί Μακιγιάζ: Σέρτζιο Στιβαλέτι Στούντιο Ήχος: Ντανιέλε Μαριανέλο Μουσική: Αρνό Ρεμποτίνι Βοηθός Παραγωγής: Άσια Αρτζέντο Πρωταγωνιστούν: Ιλένια Παστορέλι, Άσια Αρτζέντο, Αντρέα Γκερπέλι, Άντρεα Ζανγκ Διάρκεια: 87’ Έτος Παραγωγής: 2021

  • Από 2 Ιουνίου στους κινηματογράφους και σύντομα αποκλειστικά στο cinobo.com

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.