Κριτική: «Ο κήπος των Φίντσι-Κοντίνι» («Il giardino dei Finzi-Contini»)

Υπάρχουν μερικές ταινίες που από τα πρώτα μόλις λεπτά – για να μην πω καρέ – φτιάχνουν την ατμόσφαιρα μιας ταινίας και ήδη δίνουν μία πρώτη εντύπωση για αυτήν. Το θαυμάσιο φιλμ του Βιτόριο Ντε Σίκα «Ο κήπος των Φίντσι-Κοντίνι» είναι ένα από αυτά.  Κυκλοφόρησε στις αίθουσες στα τέλη του 1970 και αποτέλεσε μια από τις τελευταίες δημιουργίες του σπουδαίου Ιταλού σκηνοθέτη και ηθοποιού και σημαντικού εκπροσώπου του ιταλικού νεορεαλισμού.

Πέντε δεκαετίες έχουν περάσει από την πρώτη προβολή του και παρόλα αυτά αντέχει στο χρόνο, δίχως να έχει χάσει τη γοητεία του ή να φαίνεται ξεπερασμένο ως προς το περιεχόμενό του. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζόρτζιο Μπασάνι και οι Ούγκο Πίρο και Βιτόριο Μπονιτσέλι έγραψαν το σενάριο της. Πρόκειται για μια άρτια μεταφορά, η οποία μέσα σε διάρκεια περίπου μιάμισης ώρας μας μεταφέρει έξοχα στο κλίμα της εποχής, μας συστήνει τους ήρωες της ταινίας μέσα από μερικές πολύ όμορφα γυρισμένες σκηνές και, πάνω απ’ όλα, έχει καταφέρει να πει μια συγκλονιστική ιστορία. 

Λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στη Φεράρα του 1938, οι ξένοιαστες μέρες της εύπορης και εβραϊκής καταγωγής οικογένειας των Φίντσι-Κοντίνι δεν θα διαρκέσουν για πολύ ακόμα. Ο φασισμός και ο ναζισμός βρίσκονται προ των θυρών απειλώντας τις ζωές τους. Πίσω από τα απροσπέλαστα και πλουσιοπάροχα τείχη της κατοικίας τους βρίσκεται ο τεράστιος σε έκταση κήπος τους. Τα παιδιά της οικογένειας περνούν το χρόνο τους μαζί με τους φίλους τους κάνοντας βόλτες με τα ποδήλατά τους και παίζοντας τένις. Ένας από τους φίλους της παρέας, ο νεαρός Τζόρτζιο, είναι ερωτευμένος με τη Μικόλ, κόρη των Φίντσι-Κοντίνι, και προσπαθεί να την κερδίσει. Όλοι οι φίλοι γνωρίζονται και συχνάζουν μαζί στον κήπο τον καιρό εκείνο μέχρι που ο πόλεμος αρχίζει και δεν θα αφήσει τα πράγματα και τις σχέσεις των ανθρώπων όπως ήταν κάποτε. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Έχοντας σύμμαχο την εκπληκτική και νοσταλγική φωτογραφία του Ένιο Γκουαρνιέρι, το εύστοχο μοντάζ της Αντριάνα Νοβέλι και την θεσπέσια μουσική επένδυση του γιου του Μάνουελ Ντε Σίκα (στον οποίο ο σκηνοθέτης αφιερώνει την ταινία, όπως παρατηρούμε στους τίτλους αρχής), ο Βιτόριο Ντε Σίκα παραδίδει ένα αριστούργημα, το οποίο αποτέλεσε μία πραγματική επιτυχία για τον ίδιο μιας και το φιλμ του θριάμβευσε σε φεστιβάλ και απέσπασε πολλά βραβεία. Ελάχιστα ιστορικά δράματα κατορθώνουν να γίνουν τόσο πειστικά όσο το συγκεκριμένο έργο. Η συνεργασία όλων των τμημάτων έδωσε φοβερά αξιόλογα αποτελέσματα.

Το καλό σενάριο φτιάχνει αρχικά τα θεμέλια για μια καλή ταινία και εδώ αυτό το ζήτημα κατάφερε ο Ντε Σίκα να λύσει με την τρομερή μαεστρία του. Ως έμπειρος σκηνοθέτης και ηθοποιός, καθοδηγεί έξοχα τους ηθοποιούς του και μοιράζει τα μέρη όπως ακριβώς έπρεπε να κάνει. Μάλιστα, πολλοί νεαροί ηθοποιοί της ταινίας στην πορεία εξελίχθηκαν σε μεγάλα ταλέντα στον κινηματογράφο. Για την παρουσία τους εδώ, θα θυμόμαστε πάντα τον Λίνο Καπολίτσιο, τον Χέλμουτ Μπέργκερ, τον Φάμπιο Τέστι, την Ντομινίκ Σαντά και φυσικά τον βετεράνο Ρόμολο Βάλι. Κάθε σκηνή του έργου είναι υπέροχη να την βλέπεις, δίνοντας σου την εντύπωση πως η ταινία έχει πει όσα χρειάζονται παρά την σχετικά μικρή διάρκειά της για τέτοιο είδος. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι θεματικές του έργου παρουσιάζονται με έναν εξαίρετο κινηματογραφικό τρόπο που συνεπαίρνει τον θεατή. Ο κήπος του τίτλου είναι το καταφύγιο των ηρώων της ιστορίας, λειτουργώντας σαν ασπίδα απέναντι στον εχθρικό έξω κόσμο. «Ο κήπος των Φίντσι-Κοντίνι» δεν είναι απλά μια ιστορική ταινία με αντιπολεμικό χαρακτήρα. Είναι και μια ιστορία ενηλικίωσης των νεαρών πρωταγωνιστών της, οι οποίοι με τον πόλεμο ως καταλύτη θα ανακαλύψουν μια άλλη πλευρά του εαυτού τους και θα δουν με άλλη ματιά τον κόσμο γύρω τους. Τα flashbacks του Ντε Σίκα είναι αστραπιαία μέσα στην γραμμική αφήγησή του και μέσα από τις σκηνές του βλέπουμε ότι «αγαπάει» όλα τα βασικά πρόσωπά του. Με λίγα λόγια, θέλει να πει, κατά τη γνώμη μου, ότι ο πόλεμος ήταν η αιτία καταστροφής αυτής της ανέμελης ζωής που είχε καταστροφικές συνέπειες για τους ήρωες της ιστορίας αυτής. Με το ανάλογο πικρό τέλος του, ο Ντε Σίκα ίσως θέλει να μας πει ότι οι πιο όμορφες και οι πιο άσχημες αναμνήσεις που μας εντυπώθηκαν στο μυαλό, δεν ξεθωριάζουν ποτέ. 

Βαθμολογία: 4,5/5*

Σκηνοθεσία: Βιτόριο Ντε Σίκα Σενάριο: Ούγκο Πίρο Φωτογραφία: Ενιο Γκουαρνιέρι Μοντάζ: Αντριάνα Νοβέλι Μουσική: Μάνουελ Ντε Σίκα Πρωταγωνιστούν: Λίνο Καπολίτσιο, Ντομινίκ Σαντά, Χέλμουτ Μπέργκερ, Φάμπιο Τέστι Διάρκεια: 94 λεπτά

  • Από την Πέμπτη 28 Απριλίου 2022 επανακυκλοφορεί σε ψηφιακά αποκατεστημένη κόπια 4k μετά από 40 χρόνια στους κινηματογράφους.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.