Κριτική: «Μαρίκα Νίνου, Σαν άστρο» / Μοναδικής αισθητικής αξίας με ερμηνείες αντάξιες των προσδοκιών

Όταν αναζητά κανείς το νήμα της μουσικής παράδοσης, στην ελληνική πραγματικότητα, είναι αδύνατο να μην ενσκήψει στο ρεμπέτικο τραγούδι, με τις κοινωνικές, ιστορικές και πολιτιστικές του αναφορές. Πολύ δε περισσότερο όταν εμβαθύνει σε αυτό μέσα από τα μάτια των πρωταγωνιστών.

Για την αναπαράσταση μίας εποχής και δη των προσωπικοτήτων που την διαμορφώνουν και της προσδίδουν ταυτότητα και περιεχόμενο, στο θεατρικό σανίδι, απαιτείται εμβάθυνση στην λεπτομέρεια, επιμέλεια στην διαχρονική παρουσία των νοημάτων και των καθημερινών μικρο-ιστοριών που συγκροτούν τη μεγάλη εικόνα της εποχής. Παράλληλα, επιβάλλεται οι ηθοποιοί να κατέχουν τα ελάχιστα επίπεδα ενσυναίσθησης των ρόλων τους οποίους υπηρετούν.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τόσο η σκηνοθετική άποψη της Μαριάννας Κάλμπαρη όσο και οι ερμηνείες των ηθοποιών στην θεατρική σκηνή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν, όχι απλά δικαιώνουν με το συνολικό αποτέλεσμα την συνομιλία με την ιστορία της μουσικής παράδοσης, αλλά ανταποκρίνονταν πλήρως στις ανάγκες ενός ιδιαίτερου προσώπου, και τις σχέσεις που διαμορφώθηκαν γύρω του, αυτό της Μαρίκας Νίνου.

Τι κι αν έζησε επαγγελματικά, στο χώρο του ρεμπέτικου τραγουδιού, μονάχα επτά έτη; Άφησε το στίγμα της η Μαρίκα Νίνου και αυτό το ιστορικό υπόβαθρο η σκηνοθέτιδα Μαριάννα Κάλμπαρη το απογειώνει. Γνωρίζει εις βάθος την εποχή, τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής και τον ξεριζωμό των Ελλήνων, που ακολουθεί, απ’ τις πατρογονικές τους εστίες, τις κοινωνικές μεταβολές του μεσοπολέμου έως την έλευση του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τα εμφύλια πάθη και μετεμφυλιακά χρόνια έως τον θάνατό της στα 1957. Και έχει τον τρόπο να μεταφέρει στους ηθοποιούς το κλίμα της ατμόσφαιρας που μεταπλάθεται από μουσική νότα σε μουσική μελωδία.

Η μουσικοθεατρική παράσταση την οποία σκηνοθετεί η Μαριάννα Κάλμπαρη κινείται σε τρεις άξονες, παράλληλα. Από τη μία πλευρά η σύντομη ζωή της ερμηνεύτριας Μαρίκας Νίνου. Από την άλλη πλευρά ο ρόλος του Βασίλη Τσιτσάνη στην επαγγελματική και προσωπική της ζωή. Και, τέλος, ενδιάμεσα, οι σχέσεις οι οποίες διαμορφώνονται στο μουσικό στερέωμα της μεταπολεμικής και μετεμφυλιακής κοινωνικής πραγματικότητας. Τσιτσάνης, Χιώτης, Παπαϊωάννου, Νίνου, Μπέλλου και άλλα σπουδαία ονόματα της μουσικής ζωής του τόπου και του ρεμπέτικου τραγουδιού ειδικότερα, ξεδιπλώνονται ενώπιόν μας με τρόπο άμεσο και επιμελημένο. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Μαρίκα Νίνου (Ευαγγελία Αταμιάν) θα γεννηθεί εν πλω στα 1922 από μητέρα Αρμένισσα. Θα νυμφευθεί με προξενιό τον Αρμένιο σύζυγό της, γάμος ο οποίος θα διαρκέσει τέσσερα χρόνια. Έπειτα θα συνάψει επαγγελματική και ερωτική σχέση με τον ακροβάτη Νίκο Νίνο Νικολαΐδη, ο οποίος είναι, ταυτόχρονα, και θιασάρχης. Υπό την ομοιότητα που της απέδιδε η πεθερά της στην Μαρίκα Κοτοπούλη, το Ευαγγελία θα παραμεριστεί και στην θέση της θα εμφανιστεί η Μαρίκα Νίνου. Πέραν των ακροβατικών που αρχικά παρουσίαζε, άρχισε να τραγουδά επί σκηνής γεγονός το οποίο, γρήγορα, θα γίνει αντιληπτό.

Δεν αργεί η γνωριμία με τον Μανώλη Χιώτη στα 1948. Η συνεργασία δεν θα μακροημερεύσει για οικονομικούς λόγους και ένα χρόνο αργότερα θα συμμετέχει στους δύο, διακριτούς, δίσκους των Παπαϊωάννου και Μητσάκη αντίστοιχα. Σταθμός στην επαγγελματική της εξέλιξη στάθηκε η γνωριμία με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Ένα τυχαίο γεγονός θα της χαρίσει την ευκαιρία που αναζητούσε. Ο Βασίλης Τσιτσάνης και η Σωτηρίου Μπέλλου συνεργάζονται στο μαγαζί του «Τζίμη του Χονδρού» στην Αχαρνών. Ένα βράδυ, μια παρέα θαμώνων, που απαρτιζόταν από γνωστούς φιλοβασιλικούς έστησε καυγά με την Μπέλλου. Η παρέα ζήτησε από την ορχήστρα να παίξει το τραγούδι «του αητού ο γιος». Η Μπέλλου τους εξύβρισε, αποκαλώντας τους Χίτες και αρνήθηκε να το ερμηνεύσει. Στη θέση του τραγούδησε ένα τραγούδι, στο οποίο μετέβαλε τα λόγια για να υπερτονίσει τους κρατούντες κομμουνιστές στην Ικαρία. Στο μαγαζί επακολούθησε συμπλοκή και βιαιότητα εναντίον της Μπέλλου. Ουδείς εκ τω παρισταμένων έσπευσε να της συμπαρασταθεί. Ούτε ο Τσιτσάνης. Τα πολιτικά πάθη ήταν στην κορύφωσή τους. Η Σωτηρία Μπέλλου δεν τραγούδησε πια δίπλα στον Τσιτσάνη, κι εκείνος την αντικατέστησε με την Μαρίκα Νίνου.

Έκτοτε, αρχίζει ένας θυελλώδης έρωτας ο οποίος μεταμορφώνει τις αισθήσεις σε αξέχαστες μουσικές επιτυχίες. Αυτή ακριβώς η επαγγελματική και μη σχέση απέκτησε μυθικές διαστάσεις, διαμόρφωσε έναν καινούργιο κώδικα επικοινωνίας στο δημόσιο λόγο, οικοδομώντας τους όρους για τον συμβολισμό της εποχής, δεκαετία του ’50, η οποία μέσα από τις ρεκλάμες, τις ειδησεογραφικές αναφορές και τις, παντός είδους και τύπου, φήμες, κατασκευασμένες και μη, στις «κοσμικές» στήλες των εφημερίδων, τις μαρκίζες με τις φωτεινές επιγραφές των ονομάτων στις προμετωπίδες κοσμικών κέντρων άλλαζε και μαζί άλλαζαν και οι κανόνες του παιχνιδιού στο πάλκο, στη δισκογραφία, στο ίδιο το ρεμπέτικο τραγούδι. «Τί σήμερα τί αύριο τί τώρα» θα ηχογραφήσει η Μαρίκα Νίνου πριν τον οριστικό χωρισμό από τον Βασίλη Τσιτσάνη. Άφησε την τελευταία της πνοή νικημένη απ’ τον καρκίνο. 

Όλα τα παραπάνω, με επιμονή στην λεπτομέρεια, η σκηνοθέτιδα Μαριάννα Κάλμπαρη τα μορφοποιεί με σεβασμό στο πρόσωπο και την ιστορία. Ένα σκηνικό που σχεδιάζεται στην αρχιτεκτονική των ξύλινων κιβωτίων της μνήμης, των υπαρχόντων, της ιδιοκτησίας, αλλά και του παρελθόντος, του χρόνου που χάνεται στις αναμνήσεις.

Στον ρόλο της Μαρίκας Νίνου η εκπληκτική Βερόνικα Δαβάκη. Με τους φωνητικούς της χρωματισμούς, τον ρυθμό στο σώμα και τις ερμηνευτικές της ικανότητες, ανταποκρίθηκε με πληρότητα στις ανάγκες επί σκηνής. Πληθωρική, με μαεστρική διαχείριση της απαιτούμενης ενέργειας και σοβαρότητα που ανταποκρίνεται στις εναλλαγές της σημασίας των σκηνών, προχωρά στην ανατομία της χρονικής γεφύρωσης του παρελθόντος και του ευμετάβλητου παρόντος της Μαρίκας Νίνου. Προσθέτει ποιότητα και ομοιόμορφη ενότητα στην εξωτερίκευση του συναισθηματικού της κόσμου και των ψυχικών της ανατροπών.

Απ’ την πλευρά του ο Γιάννος Περλέγκας υποδύεται τον Βασίλη Τσιτσάνη. Με την χαρακτηριστική λεπτή φωνή και την ιδιαίτερη μορφική χρήση της γλώσσας ισορροπεί επιδέξια στο δημόσιο και το ιδιωτικό πρόσωπο. Εμφανίζεται στο θεατρικό σανίδι με χαρακτηριστική άνεση, ακριβώς επειδή έχει «βουτήξει» στην εποχή και το πρόσωπο. Με στιβαρή παρουσία και μεστή νοημάτων ερμηνεία, προσδίδει υπεραξία στην εικόνα και τις διαστάσεις της.

Η σκηνή κατακλύζεται από ζωντανές μουσικές (επιμέλεια Γιάννος Περλέγκας (μπουζούκι), Αυγερινή Γάτση (πιάνο, ακορντεόν), Στράτος Γκρίτζαλης (μπουζούκι), και Μπάμπης Παπαδημητρίου (κιθάρα, μπουζούκι, μπαγλαμάς), και τους ηθοποιούς Ευγενία Αποστόλου, Δημήτρη Μαγγίνα και Μάνο Στεφανάκη. 

Οι ενδυματολογικές επιλογές της Λουκίας Χουλιάρα αναπαριστούν τα ήθη της εποχής, προσδίδουν ιδιαίτερη, αυτόνομη, εικόνα και χαρακτήρα, ενώ οι χορογραφίες της Χριστίνας Σουγιουλτζή, προσδίδουν την απαραίτητη ατμόσφαιρα κίνησης και εναλλαγής, κορύφωσης και άμπωτης στις σωματικές αντιστοιχίσεις των ηθοποιών. Έντονοι οι συμβολισμοί της σκηνοθέτιδας και στον χορό-ακροβασία της Χριστίνας Σουγιουλτζή, η οποία καθρεφτίζει την άνοδο και την παρακμή της επαγγελματικής και προσωπικής ζωής της Μαρίκας Νίνου. 

Εν γένει μία παράσταση μοναδικής αισθητικής αξίας με ερμηνείες αντάξιες των προσδοκιών.

INFO: Παραστάσεις: Τετάρτη και Κυριακή, απογευματινή στις 7μ.μ. Πέμπτη, βραδινή στις 9μ.μ. Παρασκευή και Σάββατο, βραδινή  στις 8μ.μ. στο Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου 14, Πλάκα). Εισιτήρια στη viva.gr.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.