Κριτική: «Οι Παίχτες» σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή

Την Κυριακή 2 Οκτωβρίου στο Θέατρο Αριστοτέλειον, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ των 57ων Δημητρίων στη Θεσσαλονίκη, ανέβηκαν οι Παίχτες του Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ (1836), σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή.

Πρόκειται για ένα έργο το οποίο θίγει με τρυφερότητα το τέλμα και τη στασιμότητα των ανθρώπων, την απόγνωση, την κενότητα τους στην ψευδαίσθηση της πραγματικότητας παρά στην ίδια την πραγματικότητα. Παθογένειες όπως οι εξαρτήσεις, η ημιμάθεια, η επιτηδειότης, οι επιπόλαιες και παρορμητικές τακτικές, οι χειριστικοί άνθρωποι, ο εύκολος και άκοπος πλουτισμός και η απάτη αποτελούν μερικά από τα χαρακτηριστικά ζητήματα του έργου που συνεχώς έρχονται στο προσκήνιο και υπογραμμίζουν όλο το φάσμα της τραγικότητας του ανθρώπου και τη διαφθορά της κοινωνίας. 

Η συνολική σκηνοθετική αντίληψη του Γιώργου Κουτλή για τον τρόπο προσέγγισης του έργου κινήθηκε ισόρροπα στο δίπολο κωμικού και τραγικού, της λογικής και παραλόγου. Πρόκειται στην ουσία για μια κωμωδία και ως δούρειος ίππος αποκαλύπτει πτυχές από τον ανθρώπινο ψυχισμό. Υπό αυτή την έννοια, η σκηνοθεσία του ήταν ένα «τέχνασμα εξαπάτησης», καθώς εμφανίζονται στοιχεία απρόσμενα και αναπάντεχα. Ο ίδιος δεν περιορίστηκε μόνο στην διείσδυση του έργου αλλά στην εξωτερίκευση της λειτουργίας του στον σύγχρονο κοινωνικό χώρο, διατηρώντας τη θεματική δεικτικότητα και τους κοινωνικούς προβληματισμούς του πρωτότυπου. 

Την δραματουργική επεξεργασία του κειμένου υπογράφει ο ηθοποιός Βασίλης Μαγουλιώτης, η οποία χαρακτηρίστηκε σε γενικές γραμμές εναργής, εύγλωττη και δραστική. Εδώ παρατηρήθηκε μια «διπλή διαστροφή» που ταλαντεύονταν μεταξύ της επικαιροποίησης του πρωτοτύπου και της στρεβλής νοηματικής του ερμηνείας. Κάθε κείμενο χαρακτηρίζεται από τη πολυσημία και επιφέρει ετερογενείς αναγνώσεις και επεξεργασίες για να καταστεί επίκαιρο σε σχέση με τα ερωτηματικά του παρόντος και το σύγχρονο ακροατήριο. Καμιά πρόταση βέβαια, δεν είναι αθέμιτη, όμως θα πρέπει να δικαιώνεται από το αποτέλεσμα και στην παρούσα περίπτωση τα επαναλαμβανόμενα και ανεξέλεγκτα επιθεωρησιακού τύπου με στοιχεία και αναφορές σε εκπομπές ριάλιτι και σήριαλ των 90ς μετέτρεψαν το κείμενο του Γκόγκολ κυρίως σε μια αδιανόητα επίπλαστη και επίχριστη προσπάθεια πρόκλησης γέλιου. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η οργάνωση του σκηνικού κόσμου και η δημιουργία του φανταστικού χώρου (Αρτέμιδα Φλέσσα) «υπάκουσαν» στους νόμους της αισθητικής με τη σκηνή να μετατρέπεται σε ένα φτηνό ξενοδοχείο μιας μικρής επαρχιακής πόλης που σταδιακά εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον φαυλότητας, εξαχρείωσης και απάτης. Το σκηνικό πρόβαλλε ως open stage με διάφορα επίπεδα που από τη μια εξυπηρέτησαν ρεαλιστικά την πλοκή κι από την άλλη ανέδειξαν τις ποιητικές αναλογίες του έργου.

Στο πίσω μέρος της σκηνής υπερυψωνόταν μια -μουσική- εξέδρα, με τους Αλέξανδρο Δράκο Κτιστάκη και Γιώργο Μπουκαούρης (ντράμερ) να εισάγουν διαφορετικά μουσικά είδη – από deep house, μέχρι thrash metal – και να δημιουργούν μέσω της μουσικής τους ένα ηλεκτρισμένο τοπίο που κινεί τα νήματα της δράσης με δεικνύοντα και στέρεο ρυθμικό παλμό. Οι ομιχλώδεις φωτιστικές δημιουργίες (Σάκης Μπιρμπίλης) οριοθέτησαν την παρακμή του λόμπι που λειτουργεί με παραβατική ή παράνομη συμπεριφορά. 

Σε αυτήν την σκηνική μετουσίωση του λογοτεχνικού κόσμου του Γκόγκολ επιτελέστηκε η άφιξη και η συνάντηση χαρτοκλεφτών (Γιάννη Νιάρρο, Βασίλη Μαγουλιώτη, Ηλία Μουλά, Αλέξανδρο Χρυσανθόπουλο), η οποία σηματοδότησε την έναρξη ενός παιχνιδιού, γεμάτου ανταγωνισμούς, συμμαχίες, εκπλήξεις και ανατροπές. Η χημεία, ο συντονισμός αλλά και ο συγχρονισμός τους ήταν εμφανείς χωρίς κενά και αστοχίες.  Ο συνδυασμός των εκφράσεων με τη χρησιμοποίηση του σωματικού θεάτρου και των μυώνων και των εσωτερικών παρορμήσεων έφερε το αποτέλεσμα μιας εξαίρετης θεατρικής μετουσίωσης.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γιάννη Νιάρρος ως Ουτεσίτελνι , αποτέλεσε την πηγή κωμωδίας δημιουργώντας έναν χαρακτήρα που σχολιάζει τη δράση, μια από τις πιο ιδιαίτερες πτυχές του έργου και ένα σημάδι της ιδιοφυΐας του Γκόγκολ στην κωμική εφεύρεση. Σ’ όλη την διάρκεια της παράστασης δεν έχασε καθόλου τον ρυθμό του, εξαιρετικά εύπλαστος, τόσο υποκριτικά, όσο και κινησιολογικά. Ο Βασίλης Μαγουλιώτης ως Ίχαρεφ ισορρόπησε το κωμικό και το τραγικό και αποτυπώνει σε λέξεις και προτάσεις την δύναμη του αφηγηματικού λόγου. Ο Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος ενσάρκωσε τον Κρούγκελ με θαυμαστή άνεση. Εξαιρετικοί οι Θέμης Πάνου και ο Ηλίας Μουλάς στον ρόλο Μιχαήλ Α. Γκλοβ και του Αλεξάντρ -Σάσα- Γκλοβ αντιστοίχως. Τέλος, Γιώργος Τζαβάρας ξεκαρδιστικός σε όλους τους διαφορετικούς περιμετρικούς μεν αλλά καθοριστικούς δε ρόλους για την πλοκή του έργου. 

Οι κινήσεις των ηθοποιών, χορογραφημένες άψογα με παιγνιώδη διάθεση από τον Αλέξανδρο Βαρδαξόγλου, κατέχουν προεξέχοντα ρόλο στην πλοκή της αφήγησης και παραπέμπει τους DV8. Παρότι είναι η πρώτη φορά που ο ίδιος χορογραφεί κωμωδία, ο Βαρδαξόγλου επιδίωξε μια δεξιοτεχνία στην κίνηση των ηθοποιών που εξυπηρετεί την αφήγηση, με αποτέλεσμα ο λόγος να σωματοποιηθεί και να κινητοποιηθεί με παιγνιώδη διάθεση. Τα κοστούμια, της Ιωάννας Τσάμη, συνάδουν με την όλη γκροτέσκα αίσθηση του έργου.

Συνοψίζοντας Οι Παίχτες σε σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή αποτελεί μία αλληγορική και ασταμάτητη οφθαλμαπάτη για την τέχνη της εξαπάτησης. Παρά την παρατεταμένη ένταση, υπερένταση και η αδρεναλίνη επί σκηνής -που σε μερικά σημεία δημιούργησαν αισθήματα κόπωσης- και τις περιστασιακές αβεβαιότητες του τόνου, το γκροτέσκο και το μυστήριο μετουσίωσε τις  συναρπαστικές πτυχές μιας κοινωνίας μέσα από την παρουσία των έξι ερμηνευτών.

  • Από 12 Οκτωβρίου 2022, για 2η χρονιά, στο Θέατρο Κιβωτός.

Οι #soldout «Παίχτες» σε σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή από 12 Οκτωβρίου στο Θέατρο Κιβωτός

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.