Κριτική / «Shirley Valentine», του Willy Russell: Δεύτερες αναγνώσεις σε μια κατάθεση ψυχής από την Μπέσυ Μάλφα

«Ukaly est le desir et le plaisir»…
Ουκάλι είναι η επιθυμία και η ευχαρίστηση…

Στις 24 Ιουλίου, στο θέατρο Χυτήριο, δόθηκε μια ακόμα παράσταση της τρυφερής Shirley Valentine, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ρήγα. Ο γλυκόπικρος μονόλογος του Willy Russell, συναντάει την χαρισματική Μπέσσυ Μάλφα, σε μια από τις καλύτερες ερμηνευτικές στιγμές της.

Η παράσταση παιζόταν το χειμώνα στο θέατρο Ριάλτο και πριν την ολοκλήρωση της καλοκαιρινής περιοδείας της – σε Ελλάδα και εξωτερικό – έκανε μια στάση στον Κεραμεικό, για όλους όσους δεν πρόλαβαν να την παρακολουθήσουν.

Ο Βρετανός  Willy Russell, είναι ένας συγγραφέας που αγαπάει τις γυναίκες. Ξεκινώντας την καριέρα του αρχικά ως στιχουργός και έπειτα ως θεατρικός συγγραφέας, η θεματολογία των κειμένων του συχνά περιστρέφεται γύρω από εκείνες.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από το “Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα” μέχρι την Σίρλεϋ Βαλεντάιν”, ο Russell, διεισδύει στην γυναικεία ψυχολογία. Ίσως σε αυτό τον βοήθησε ότι μεγάλωσε και εργάστηκε σε ένα κομμωτήριο…

Το έργο είναι ένας μονόλογος που καταγράφει την πορεία και την εξέλιξη μιας νοικοκυράς, απογοητευμένης από τα 20 τόσα χρόνια στείρου συζυγικού βίου, που στα 50 της χρόνια κάνει την προσωπική της επανάσταση και το «σκάει» από το σπίτι της, αναζητώντας τον παλιό της εαυτό. Η επανάσταση της Σίρλεϋ Βαλεντάιν μπορεί να μην άλλαξε τον κόσμο, αλλά στάθηκε ικανή για να προσδιοριστεί ξανά ο εαυτός της ηρωίδας (και της κάθε ηρωίδας) και η ουσιαστική της σχέση με το παλιό της περιβάλλον και την νέα της πραγματικότητα. Ένα ταξίδι στην Ελλάδα, ένα τραπεζάκι μπροστά στη θάλασσα, ένα αγιόκλημα και μια… αναπάντεχη γνωριμία θα συνθέσουν το σκηνικό της δικής της εξέγερσης απέναντι σε όσα την καταπίεζαν. Πόσο όμως θα κρατήσει αυτή η επανάσταση; Θα καταφέρει να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με το μέσα της και τους δικούς της ανθρώπους; Και τελικά, υπάρχει δεύτερη ευκαιρία στη ζωή; Ένα έργο γεμάτο συναίσθημα, γέλιο, συγκίνηση και απρόοπτα…

Ένας ρόλος τόσο αναγνωρίσιμος όσο και το αδιέξοδο που βιώνει η γυναίκα μέσα στο στενό και στεγανά οριοθετημένο περιβάλλον, που της αντιστοιχεί για να ζήσει. Ποια γυναίκα; Η όποια… η μητέρα, η σύζυγος, η εργαζόμενη χειραφετημένη, η αδικημένη νοικοκυρά, η ερωμένη, η έκπτωτη. Κι όμως, ο συγγραφέας καταφέρνει να μην περιοριστεί σε ένα φεμινιστικό μανιφέστο. Είναι ένα έργο που αφορά απόλυτα και τον άντρα. Όχι μόνο στην σχέση του με την γυναίκα, αλλά και σε σχέση με τον δικό του ρόλο μέσα στην κοινωνία. Του κυρίαρχου αρσενικού, που επιβάλλεται και οφείλει να  περιορίζει την όποια ευαίσθητη πλευρά του, στο βωμό ενός λάθος σεξουαλικού προτύπου.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ερμηνεία της Μπέσσυ Μάλφα, αντιλαμβάνεται απόλυτα τη δεύτερη ανάγνωση του κειμένου. Όλη της η επιτυχία είναι στην σύλληψη της αλήθειας που βγάζει αυτός ο ρόλος. Χωρίς υπερβολές και προσπάθειες συναισθηματικού ρητορισμού, καταφέρνει να συγκινήσει και να γίνει ο κάθε θεατής ξεχωριστά.

Αν και μονόλογος, σε όλη την διάρκεια του παράστασης έχεις την αίσθηση πως πάνω στην σκηνή είναι όλα τα πρόσωπα του έργου. Η Μάλφα  καταφέρνει να σε κάνει να δεις το πριν της και το μετά, που είναι άρρηκτα δεμένο με το τώρα της. Ο αδιάφορος σύζυγος, τα εξαρτημένα από εκείνη παιδιά, η παλιά της συμμαθήτρια, η επιπόλαια φίλη. Όλα αυτά τα πρόσωπα, που έχουν ορίσει την ζωή της Σίρλεϋ Βαλεντάιν, είναι κομμάτι του εαυτού της και για αυτό δεν τα απορρίπτει. Οι σπουδές της στο κλασικό τραγούδι και η άρτια τοποθέτηση του λόγου της, κεντάνε πάνω στην σκηνή δίδοντάς της το πλεονέκτημα φωνητικά να μεταμορφώνεται σε όποιον θέλει.

Τεχνικά η Μπέσσυ Μάλφα αφήνεται και εμπιστεύεται το συναίσθημα της.  Μια κατάσταση που χτίζει σιγά σιγά και της επιτρέπει να περνάει από την μια κατάσταση στην άλλη. Από το κωμικό στοιχείο στο δραματικό και όλο αυτό χωρίς ψυχολογικές φλυαρίες.

Πάνω στη σκηνή, μέσα σε ένα εντελώς αφαιρετικό σκηνικό, της δίνεται η δυνατότητα να κινείται με ευκολία. Όμορφη, ερωτεύσιμη, χωρίς καμία επιτήδευση.

Ζει τον ρόλο και τον κάνει τόσο δικό της που δεν λείπουν οι στιγμές που η συγκίνηση της πάνω στη σκηνή, την έκανε να κοιτάει τους θεατές στα μάτια. Σε μια πλατεία που παρακολουθούσε συγκλονισμένη, σε όλη την διάρκεια του έργου.

Η σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ρήγα συγκεντρώνεται γύρω από την ηρωίδα. Σέβεται το αρχικό κείμενο και μελετώντας το, έχοντας κάνει ο ίδιος την μετάφραση, έχει εντοπίσει πολύ εύστοχα την πολυπλοκότητα του ρόλου αλλά και την πραγματικότητα που βιώνει.

Το τέχνασμα με την Σίρλεϋ Βαλεντάιν να ακούγονται ηχογραφημένες οι σκέψεις της και εκείνη να απαντάει με απόλυτη φυσικότητα στις ίδιες τις απορίες της, είναι πολύ εύστοχο, γιατί εκτός από δραματουργικά ξεκούραστο για τον ηθοποιό – μιλάμε για 100 λεπτά γεμάτου μονολόγου – δίνει την εντύπωση της οικειότητας στον θεατή. Οι Monty Pyhuon’s συζητήσεις με τον τοίχο, ως άλλος φανταστικός της φίλος και εξομολόγος,  και η προβολή των δισταγμών της ηρωίδας είναι απολαυστικές. Καθώς έξυπνη ιδέα είναι η προβολή σε προτζέκτορα  της περιήγησης της Βρετανίδας Σίρλευ στα Αναφιώτικα, όπου ανακατεύεται με τους ανθρώπους και δίνει χώρο στην μετάβαση που χρειάζεται. Όχι μόνο ως θεατρική οικονομία, αλλά και ως κατάσταση.

Το σκηνικό, ευτυχώς, αφήνει πίσω την παρωχημένη προσέγγιση της ελισαβετιανής κουλτούρας. Είναι μινιμαλιστικό με διάφανα πλεξιγκλάς, όπου μαζί με ένα τραπέζι, ένα ποτήρι και ένα καθρέφτη είναι τα μόνα αντικείμενα στο χώρο. Ακόμα και η σύλληψη της διάφανης βαλίτσας με το φωτισμό νέον, δείχνει την ρευστότητα της κατάστασης. Όλα είναι πάνω σε εκείνη. Και το φορτίο και το προσδοκώμενο.

Μπορεί ένας άνθρωπος να βγει από τα καλούπια που τον έχουν αντιστοιχήσει; Να προσπεράσει όλα εκείνα που τον πνίγουν και τον κάνουν να συνειδητοποιεί πόση αξόδευτη ζωή χρωστάει στον εαυτό του. Είναι η Βαλεντλάιν μια τραγική φιγούρα που ανακυκλώνεται σε κάθε ζωή και γίνεται ένα σύμβολο ή απλά είναι μια γυναίκα που θέλει να αγαπηθεί;

Η Μπέσσυ Μάλφα και ο Αλέξανδρος Ρήγας παίρνουν ένα δυνατό κείμενο και αβίαστα, χωρίς εκβιασμούς το λυτρώνουν!