Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Η 7η τέχνη χρειάζεται να βρει -και θα βρει- και άλλους τρόπους να απευθύνεται!

Ο δημοσιογράφος, σκηνοθέτης και κριτικός κινηματογράφου Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος, μέλος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, λίγο πριν την ανακοίνωση των Βραβείων Ίρις μας ξεναγεί, καθημερινά, μέσα από τον τηλεοπτικό δέκτη της ΕΡΤ2 στις φετινές υποψηφιότητες. Καταθέτει την δική του άποψη όσο αφορά τα έργα που διακινούνται ελεύθερα στο διαδίκτυο, μοιράζεται μαζί μας στιγμιότυπα από τις αγαπημένες του συνεντεύξεις, όπως αυτό με την Σαρλίζ Θέρον και μας αποκαλύπτει τις αγαπημένες του ταινίες.

Σε λίγες ημέρες θα ανακοινωθούν τα τελικά αποτελέσματα των Κινηματογραφικών Βραβείων Ίρις 2020. Για άλλη μια φορά οι υποψηφιότητες είναι πολύ δυνατές. Πείτε μας δυο λόγια.
Πράγματι, φέτος είναι μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα χρονιά για τον Ελληνικό κινηματογράφο. Ταινίες μικρού μήκους βραβεύονται σε διεθνή φεστιβάλ, ταινίες μεγάλου μήκους βρίσκουν διανομή στο εξωτερικό και στο top 3 του ελληνικού box office υπάρχει ελληνική ταινία. Ως μέλος της Ακαδημίας παρακολούθησα όλες τις υποψήφιες ταινίες και η αλήθεια είναι ότι σε μερικές κατηγορίες δυσκολεύτηκα να επιλέξω ποιόν θα ψηφίσω. Φέτος λοιπόν, το επίπεδο ήταν υψηλότερο από τα προηγούμενα χρόνια, με μεγάλη πολυμορφία αισθητικής και θεμάτων αλλά και νέα ματιά που δημιουργεί προσδοκίες για τις επόμενες δουλειές κάποιων σκηνοθετών.

Από την συχνότητα της ΕΡΤ2 παρουσιάζετε την εκπομπή «Ο Δρόμος για τα Ίρις» και που θα μεταδίδεται μέχρι τις 14 Απριλίου. Μιλήστε μας για την εκπομπή. 
Είναι ένα αφιέρωμα στους δημιουργούς που κατάφεραν να κερδίσουν κάποια υποψηφιότητα. Μέσα από τις σκέψεις σκηνοθετών και πρωταγωνιστών σχολιάζουμε τις κατηγορίες και μαθαίνουμε κάποια μυστικά από την περίοδο της σύλληψης της ιδέας, της παραγωγής, των γυρισμάτων και όλων των πηγών που αποτέλεσαν έμπνευση.

Οι συνθήκες την φετινή χρονιά είναι ιδιαίτερες και δύσκολες. Παρόλα, αυτά η Ακαδημία επέλεξε να μην ακυρώσει την διαδικασία, αλλά με την ίδια πάντα αξιοπιστία να την ολοκληρώσει. Είναι ένα μήνυμα αισιοδοξίας και στήριξης αυτό, για τους ανθρώπους του κινηματογράφου;
Ήταν αυτό που έλεγε ο Νίκος Κοκοβλής στο ομώνυμο βιβλίο του «άλλος δρόμος δεν υπήρχε». Στον κινηματογράφο δεν έχει ακολουθηθεί -όσα χρόνια είμαι σε αυτή τη γη- κάποια θεμελιακή στρατηγική υποστήριξης του. Η συνολική αγρανάπαυση, το «μένουμε μέσα» σε βάθος χρόνου θα ήταν διαβατήριο παραίτησης. Αυτή τη στιγμή μια κάποια ροή είναι το ζητούμενο. Όταν κινηματογραφικά φεστιβάλ παράγουν ολοκληρωμένα προγράμματα σε ψηφιακές πλατφόρμες, θεσμοί όπως το Φεστιβάλ Βερολίνου και Βενετίας δίνουν άμεση πρόσβαση σε ηλεκτρονική μορφή, σε ταινίες που κάνουν πρεμιέρες, δεν θα έβρισκα κάποιο λόγο η ακαδημία να περιμένει την επόμενη μέρα της κανονικότητας για να αρχίσει εκ νέου του προσδιορισμού του ρόλου της. Η ακαδημία προωθεί, τιμά και εμπνέει τους νέους κινηματογραφιστές και προσαρμόζεται στις εξελίξεις. Αυτό νομίζω ήταν το μήνυμα που ήθελαν να περάσουν με τη στάση τους.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ΕΑΚ (Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου) μετράει ήδη έντεκα χρόνια από το έτος ίδρυσης της. Ποιο είναι το όραμα της;
Θα σας παρέπεμπα στο εμπνευσμένο ΔΣ της για να σας δώσει μια πιο ξεκάθαρη απάντηση. Ως μέλος αλλά και άνθρωπος του κινηματογράφου διακρίνω μια τάση ανανέωσης και ανοίγματος στο κοινό εκμεταλλευόμενη όλα τα νέα μέσα αλλά και τις τάσεις της εποχής. Χαρακτηριστική ένδειξη ήταν η συνεργασία της με την πλατφόρμα cinobo που επέλεξε ένα πλήρες πρόγραμμα ταινιών της τελευταίας δεκαετίας στην προσπάθεια το κοινό να γνωρίσει εκ νέου τις φωνές του ελληνικού κινηματογράφου και να τις ακολουθήσει σύντομα ξανά, στις επόμενες δουλειές τους, στις σκοτεινές αίθουσες.

Κάποιες, από τις παράλληλες δράσεις που πραγματοποιούνται είναι η επιμόρφωση και η εκπαίδευση. Συχνά, διοργανώνονται ημερίδες και εργαστήρια, μάλιστα, είναι ανοιχτά για το κοινό. Υπάρχει έλλειμμα σε αυτό το κομμάτι; Πρέπει να ανοίξει ξανά ο διάλογος για μια ανώτατη, ανεξάρτητη σχολή κινηματογράφου;
Πολλά τα ερωτήματα με πολλές προεκτάσεις. Με την ίδρυση της Πανεπιστημιακής σχολής κινηματογράφου στο Αριστοτέλειο, υπάρχει έγινε μια καλή αρχή. Η θεωρητική κατάρτιση, οι αρχές του κινηματογράφου, μια σφαιρική γνώση στο τεχνικό πλαίσιο αλλά και πρακτική εφαρμογή της κινηματογραφικής τέχνης, έρχεται ήδη να προστεθεί σε ιδιωτικές σχολές με πολύ πείρα και εμπειρία στο αντικείμενο. Επειδή όμως ζούμε το σήμερα που μένουμε στα σπίτια, τα σεμινάρια, masterclasses, η θέαση ταινιών (και αυτό μάθημα είναι), τα ερμηνευτικά turorials στο διαδίκτυο, τα εκπαιδευτικά σεμινάρια μέσω διαδικτύου, είναι μια σημαντική βάση για να μάθουμε να “διαβάζουμε” ταινίες. Ζούμε στην εποχή του content που όλοι θέλουν να παρακολουθούν κάτι για να περάσει η ώρα. Αυτό το κάτι όμως είναι γλώσσα με γραμματική και ιστορία.

Η πανδημία μπορεί να μας αλλάξει για πάντα την ιεροτελεστία της θέασης σε μια κινηματογραφική αίθουσα ή είναι κάτι που το αρνηθήκαμε οικειοθελώς καταφεύγοντας ομαδικά σε πλατφόρμες όπως το netflix”;
Η απώλεια της ιεροτελεστίας δεν αφορά μόνον στον κινηματογράφο και την προσέλευσή μας στις κινηματογραφικές αίθουσες. Είναι από μόνο του ένα θέμα με ευρείες κοινωνιολογικές προεκτάσεις και σχετίζεται με πολλές πολιτισμικές εκφάνσεις της ζωής μας. Το σίγουρο είναι ότι πράγματι πριν καν υποχρεωθούν σε αποχή από τη συνάθροιση στις αίθουσες λόγω κορωνοϊού, πολλοί είχαν επιλέξει να βλέπουν ταινίες σε διάφορες πλατφόρμες, νόμιμα ή παράνομα. Το παράνομο, η πειρατεία, είναι ένα θέμα που με απασχολεί ιδιαίτερα η μαζική «ηθική νομιμοποίηση». Επιστρέφοντας στο κυρίως ερώτημα, η 7η τέχνη χρειάζεται να βρει -και θα βρει- και άλλους τρόπους να απευθύνεται. Ένα γκρο πλαν στα μάτια μιας πρωταγωνίστριας δεν απλώνεται πλέον σε μια γιγαντιαία οθόνη και αυτό αλλάζει την καλλιτεχνική γλώσσα και τον τρόπο που οι θεατές προσλαμβάνουν το «μήνυμα». Προς το παρόν έχουμε δύο κατηγορίες κινηματογραφημένων εικόνων: Τα προϊόντα που στοχεύουν να φιλοξενηθούν σε κινηματογραφικές αίθουσες και τις «δημιουργίες περιεχομένου». Υπάρχει κοινό και για τις δύο στα σημεία, που η μία δεν υπερκαλύπτει την άλλη. Δεν ξέρω λοιπόν πώς θα προσαρμοστεί ο κινηματογράφος, αν σε μερικά χρόνια θα μπορούμε να «παίζουμε» και εμείς στην αγαπημένη μας ταινία ή οτιδήποτε άλλο. Το σίγουρο είναι ότι οι άνθρωποι θα αναζητούν την συγκίνηση και την επαφή με τα σύμβολα, όσο και αν θα αλλάξει ο τρόπος που θα τα βρίσκουν ή θα τα ερμηνεύουν.

Όσο ο κόσμος «μένει μέσα». Και με κλειστούς κινηματογράφους και βιντεοκλάμπ, το κοινό επανεκπαιδεύεται στη θέαση κεκλεισμένων των θυρών.
Όσο είμαστε μέσα και δεν έχουμε συνηθίσει να είμαστε με την οικογένεια μας όλο το 24ωρο, η θέαση ταινιών και σειρών είναι ίσως η καλύτερη δικαιολογία για να περνάμε κοινό χρόνο χωρίς να μιλάμε, να βιώνουμε εντάσεις της καθημερινότητας και τριβές. Είναι όμως ένα καίριο ερώτημα του πως ο κόσμος την επόμενη μέρα που θα βγούμε και πάλι έξω στην αληθινή ζωή, θα επιθυμησουμε αυτή την κανονικότητα. Στην ταινία «The Wall» του Άλαν Πάρκερ υπάρχει μια εξαιρετική σκηνή που όταν τελικά ένας ήρωας αποδεσμεύεται από τα πρέπει που του έχουν επιβληθεί, βιώνει για λίγο την ελευθερία του και μετά ξαναμαζεύει τα κομμάτια για να χτίσει και νέο τοίχο… ή ακόμα, όπως στον «Κυνόδοντα», αυτοφυλακίζεται στο πορτπαγκάζ. Είμαστε μαθημένοι να ζούμε σε ένα πλαίσιο που έχει χτιστεί πριν από εμάς για εμάς. Το τωρινό πλαίσιο ασφάλειας μας έχει επιβληθεί και έχουμε ήδη συνταχθεί με αυτό. Στην Κίνα που έγινε η άρση του εμπάργκο κυκλοφορίας πριν από λίγες εβδομάδες βρίσκει το κοινό να επιλέγει την ασφάλεια του σπιτιού αντί για τους κινηματογράφους. Με την λήξη του εμπάργκο θα βγουν και πολλά blockbusters που πάγωσαν την πρεμιέρα τους λόγω της κατάστασης. Δεν θέλω να γίνω προφήτης κακών ειδήσεων αλλά τα πρώτα, αυτά που θα τολμήσουν να βγουν πιο άμεσα, θα καταλήξουν γρήγορα στον πάτο του Boxoffice. Κάθε επιβεβλημένη κατάσταση που περιλαμβάνει περιορισμό, κάνει δυσκολότερο το επόμενο βήμα επανασυντονισμού. Το Netflix ή το Cinobo θα δουν λαμπρές μέρες και τους επόμενους μήνες. Είναι όμως μέρος του DNA μας να πλησιάζουμε τον ήλιο και ευτυχώς έχουμε αρκετό. Όπως είναι στο DNA μας να περνάμε αγκαλιά στη φεγγαράδα σε κάποιο θερινό κινηματογράφο. Χωρίς Ολυμπιακούς και μεγάλα αθλητικά γεγονότα φέτος, νομίζω οι θερινοί θα είναι αυτοί που θα μας οδηγήσουν σε μια ομαλή μετάβαση στην παλιά κανονικότητα. Όμως χωρίς φεστιβάλ, οι διανομείς δεν θα μπορέσουν να προμηθευτούν νέες ταινίες. Με τους περιορισμούς τώρα όλα τα γυρίσματα πάγωσαν ή ακυρώθηκαν. Αν λοιπόν κάτι με φοβίζει δεν είναι το καλοκαίρι και η επιστροφή στις συνήθειες μας, αλλά ο χειμώνας που θα ακολουθήσει.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πως κρίνετε την στάση καλλιτεχνών να παραχωρούν τις ταινίες τους ελεύθερα στο διαδίκτυο αυτές τις μέρες;
Ένδειξη πως υπάρχει ανθρωπιά στην κινηματογραφική και θεατρική κοινότητα. Η ανθρωπιά όμως φέρνει και ανταγωνισμό. Αυτή τη στιγμή, συγκεκριμένα αυτό το ΣΚ, κάνουν youtubeικές πρεμιέρες τόσες πολλές παραστάσεις που πλησιάζουμε τον κορεσμό. Νομίζω χρειάζεται μέτρο και στις επιλογές για να μην ογκώσουμε ή χαωθούμε. Μακάρι αυτή η κρίση να κάνει φορείς να συνεννοούνται και σε μια κοινή πλατφόρμα να ανεβάζουν τις δημιουργίες τους με προγραμματισμό. Μια ανάλογη πράξη θα βοηθούσε και τους διανομείς που μερικές εβδομάδες, προ κορονοϊού, υπήρχαν μέχρι και 12 πρεμιέρες ταινιών που με το ζόρι μια από αυτές κατάφερνε να επιβιώσει στο box office.

Δημοσιογράφος, θεατρολόγος, σκηνοθέτης. Πως αποφασίσατε να ασχοληθείτε με αυτόν τον χώρο; Τι είναι αυτό που σας γοήτευσε;
Πολύ σωστά το διατυπώσατε: Όλα αυτά συναντιούνται σε έναν χώρο. Διασταυρώνονται με το μονοπάτι που σε οδηγεί από την οπτική και συναισθηματική εμπειρία δια ή άνευ αντιπροσώπου στην επικοινωνία, τη δημιουργία, την κριτική σκέψη… Στην περίπτωση μου ήθελα να κυκλώσω τη σκηνοθεσία και τώρα που μεγαλώνω να σταματήσω να έχω δικαιολογίες για να μην ασχοληθώ με την ουσιαστική δημιουργία, είτε αυτό είναι ταινίες, είτε εκπαίδευση. Όταν η δουλειά σου είναι η αγάπη σου και παράγει περισσότερη αγάπη, τότε είσαι κοντά στην ευτυχία.

Έχετε γνωρίσει προσωπικά και έχετε πάρει συνεντεύξεις από πολύ σπουδαίους καλλιτέχνες. Έχετε ξεχωρίσει πρόσωπα; Υπάρχουν στιγμές που έχετε κρατήσει;
Έχω μιλήσει για αρκετές συναντήσεις στο παρελθόν, από την αφοπλιστική Σαρλίζ Θερόν και την προστατευτική της διάθεση σε ένα εχθρικό πάνελ, την Τίλντα Σουίντον που σε μαγεύει η ικανότητα της να πηγαίνει στην ουσία των πραγμάτων, τον μοναδικά εύστροφο Ρόμπιν Γουίλιαμς. Δεν έχω όμως μιλήσει για την ανικανότητα μου να ρωτήσω αυτά που τόσο καιρό επιθυμούσα σε δύο δημιουργούς που υπεραγαπώ, τον Πέδρο Αλμοδόβαρ και τον Σεθ Μακφάρλαν. Ένα λεπτό πριν τους συναντήσω είχα 1000άδες ερωτήσεις στο μυαλό μου και όλες έγιναν καπνός. Έπεσα σε κοινοτυπίες, κενά στο λόγο μου, αμηχανίες. Ούτε για τη φορά που μου προσφέρθηκε χρόνος με τον Τζακ Νίκολσον και αντί να πετάξω από τη χαρά μου, σκεφτόμουν αν θα προλάβω να πάω να αγοράσω κάποια DVD.

Ποιοι σκηνοθέτες, εντός και εκτός συνόρων, είναι οι αγαπημένοι σας;
Μίκαλε Χάνεκε, Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, Άλαν Πάρκερ, Μίλος Φόρμαν, Πέδρο Αλμοδόβαρ, Χούλιο Μέδεμ, Πολ Βερχόφεν, Μπίλυ Γουάλντερ, Λίνα Βερτμίλερ, Κεν Λόουτς, Ζακ Ντεμί, Λουίς Μπουνιουέλ, Κάρλος Βερμούτ, Μιχάλης Κακογιάννης, Γιώργος Τζαβέλας, Βασίλης Γεωργιάδης. Συνειδητά δεν αναφέρομαι στο νέο Ελληνικό κινηματογράφο γιατί μπορεί να προδώσω μερικές κάποιες από τις υποψηφιότητες που προσωπικά μου άρεσαν πολύ και δεν θα ήταν δίκαιο όσο δεν έχει ολοκληρωθεί η ψηφοφορία.
Αν με ρωτήσετε ξανά αύριο μπορεί να σας πω άλλους ή και άλλους.

Κλείνοντας, πείτε μας τρεις από τις αγαπημένες σας ταινίες και ποια θα θέλατε να σκηνοθετήσετε;
Αγαπημένες ταινίες. Όταν είδα το La La Land, ζήλεψα. Την έχω δει πάνω από 30 φορές (οι 10+ σίγουρα σε κινηματογράφο). Για τη δεύτερη θέση κονταροχτυπιούνται δύο ταινίες, το My fair Lady και Rocky Horror Show. Από τη μία έχουμε την Όντρευ Χέμπορν και τον Ρεξ Χάρισον στους ρόλους της ζωής τους, με δυναμισμό, χάρη, τσαγανό, εξωστρέφεια. Το Rocky Horror Picture Show είναι ο απόλυτος φόρος τιμής στις ταινίες του φανταστικού, με δομή αρχαίας τραγωδίας, σαιξπηρικό πάθος σε έναν απόκοσμο μικρόκοσμο γκροτέσκας κοινωνίας και όλο αυτό σε μιούζικαλ! Αλλά και τα «Παράξενα Παιχνίδια» του Μίκαελ Χάνεκε. Ο τρόμος στο πιο εγκεφαλικό σημείο του. Μια ταινία ταρίχευση με τοπική αναισθησία. Με εξοργίζει ιδεολογικά αλλά υποκλίνομαι στη χειρουργική ακρίβεια, με την οποία το απόλυτο κακό μεγαλουργεί και ο σκηνοθέτης έχει απόλυτη επιρροή στα συναισθήματα μου. Σε επίσης υψηλή θέση είναι «Οι Εραστές του Αρκτικού Κύκλου», «Σημασία Έχει να Αγαπάς», «Μάτια Δίχως Πρόσωπο», «Η Διακριτική Γοητεία της Μπουρζουαζίας», «Ο Θίασος», «Τα Κόκκινα Φανάρια», «Στέλλα», «Ποιος θα σου τραγουδήσει;», «Blancanieves», «Φθινοπωρινή Σονάτα», «Μια Ζωή Ταλαιπωρία», «All That Jazz», «Οι δεσποινίδες του Ροσφόρ», «Πρόσωπα και Ιστορίες», «Αναχωρήσεις», «Η Γυναίκα στους Αμμόλοφους», «Κινέζικη Ρουλέτα», «Στιγμιότυπα», «Aviator», «Μαθήματα Πιάνου», «Όνειρα», «Ευτυχία», «Crash». Σταματήστε με όμως… ξεπέρασα τα 20.