Κριτική: «Θείος Βάνιας» του Αντόν Τσέχωφ

Γιώργος Κιμούλης - Θείος Βάνιας © Στάυριος Χαμπάκης

Ο Βάνιας είναι ένας τυπικός μεσήλικος Ρώσος των τελών του 18ου αιώνα. Μαζί με την ανηψιά του Σόνια, κόρη της νεκρής αδελφής του, αγωνίζεται μέρα-νύχτα για να μπορέσει να συντηρήσει την οικογενειακή περιουσία. Όλα κυλούν ήρεμα και κοπιαστικά, μέχρι τον ερχομό του γαμπρού του Σερεμπριάκωφ (Γιώργος Ψυχογυιός), καταξιωμένου καθηγητή και νυμφευμένου πλέον με την εντυπωσιακή, κατά πολύ νεώτερή του Έλενα (Στέλλα Καζάζη). Βαθειά κρυμμένοι έρωτες, έριδες και ζήλειες, θα ταράξουν για τα καλά τα θεμέλια της οικογένειας και θα δείξουν τελικά στον καθένα τους την πραγματική τους ταυτότητα.

Ο «Θείος Βάνιας» του Τσέχωφ, αριστουργηματικά γραμμένος πριν από μια ολάκερη εκατονταετία είναι ένα εμπνευσμένο αστικό δράμα που με το παιχνίδι της αντίθεσης χαρακτήρων και της γρήγορης εναλλαγής κωμικών και δραματικών σκηνών, επιτυγχάνει να ρίξει άπλετο φως μέσα στις ψυχές της ρωσικής κοινωνίας. Κυρίαρχο συναίσθημα είναι η παραίτηση, από τη ζωή, από το κυνήγι της ευτυχίας και της επιτυχίας, όπως ακριβώς έζησε ολόκληρος ο ρωσικός λαός, υποταγμένος μέχρι ξέσπασμα της επανάστασης στις ορέξεις των νωχελικών και βάναυσων τσάρων.

Ο Θείος Βάνιας είναι έργο που πυροδοτείται από την αυτοαναίρεση των ηρώων του. Ο Βάνιας αγαπά την Έλενα, η Έλενα αγαπά τον σύζυγό της, ο σύζυγός της αγαπά τον εαυτό του. Η Σόνια αγαπά τον Αστρώβ, τον γιατρό της οικογένειας, εκείνος όμως θέλει την Έλενα, εκείνη τον θέλει μεν, συνάμα όμως γνωρίζει πως μία τέτοια σχέση θα ήταν καταστρεπτική και για τους δυο τους. Ερωτικά τρίγωνα λοιπόν σταδιακά σχηματίζονται, ώσπου την επόμενη στιγμή να διαλυθούν, μέσα στην δειλία και την αδράνεια των ηρώων. Το εντυπωσιακότερο όμως είναι η απουσία ευδιάκριτων ηθικών χαρακτηρισμών.


Εξαιρετικός θίασος, πολύ καλή θεατρική σκηνή, Τσέχωφ λίγο πιο παραδοσιακά εκτελεσμένος, όμως δίχως πραγματικό ψεγάδι.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για τον Τσέχωφ δεν υπάρχουν καλοί και κακοί χαρακτήρες, υπάρχουν απλώς άνθρωποι, και μάλιστα άνθρωποι φυσιολογικοί, σχεδόν βαρετοί. Το ενδιαφέρον που αποκτούν στα μάτια των θεατών οφείλεται απόλυτα στην δεξιοτεχνία του δημιουργού τους, που εστιάζοντας με τέτοια καθαρότητα πάνω τους, αυτούς τους καθημερινούς ανθρώπους τους καθιστά πρωταγωνιστές των έργων του. Για παράδειγμα, ο Βάνιας. Άνθρωπος απλός, μοναχικός, παραιτημένος από κάθε αίσθηση φιλοδοξίας, έχει καταλήξει ουσιαστικά να ζει για να συντηρεί την πλουσιοπάροχη ζωή του γαμπρού του, που παρότι γέρος,διψά πολύ περισσότερο για εμπειρίες, για περισσότερη «ζωή». Ταυτόχρονα,απομακρυσμένος καιρός από την οικογένειά του, μοιάζει να μην καταλαβαίνει το μέγεθος των θυσιών στις οποίες εκείνοι υποβάλλουν εαυτούς για να απολαμβάνει ο ίδιος μια ζωή ανέμελη.

Και αν μάλιστα ο Βάνιας και η Σόνια γνωρίζουν το δύσκολο μονοπάτι που έχουν επιλέξει να διαβούν, η μητέρα του Βάνια και πεθερά του Σερεμπριάκωφ, Μαρία (Μαίρη Νάνου), έχει τυφλή αφοσίωση στον τελευταίο, υποτιμώντας αντίθετα τον δικό της γιο που δεν ακολούθησε τον δρόμο των γραμμάτων παρά περιορίστηκε στις αγροτικές εργασίες. Αυτή η αντίθεση,μεταξύ των καλοβαλμένων αστών και των σκληρά εργαζόμενων αγροτών είναι εξάλλου καίρια στην τσεχωφική γραφή όσο και καθοριστική για το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Ένα έργο λοιπόν μεγάλων αξιώσεων, και όταν ένας βετεράνος του θεάτρου, όπως ο Γιώργος Κιμούλης το ανεβάζει σε ένα τόσο όμορφο χώρο όσο το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά είναι από μόνο του γεγονός. Και οι προσδοκίες μας επιβεβαιώθηκαν σχεδόν απόλυτα. Το πρώτο σπουδαίο με την παράσταση που είδαμε είναι το σκηνικό της , που όσο η εξελίσσεται η πλοκή γίνεται ολοένα και πιο εντυπωσιακό. Η Χριστίνα Κωστέα έχει δημιουργήσει ένα θεατρικό περιβάλλον βγαλμένο μέσα από την εποχή του συγγραφέα του. Άλλοτε βλέπουμε ένα κήπο, άλλοτε πάλι ένα όμορφο αρχοντικό, όλα προσεγμένα μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, με τη μέγιστη αληθοφάνεια. Σε αυτό το σκηνικό, και κυρίως έχοντάς το σύμμαχό τους, κλήθηκε ο θίασος να ξεδιπλώσει το ταλέντο του.

Φυσικά, ο πρώτος που τραβά τα φώτα πάνω του είναι ο Κιμούλης, που υποδύεται και τον Βάνια, όντως άτυπα ο πρωταγωνιστής. Μπαρουτοκαπνισμένος στο θεατρικό σανίδι, με ευκολία διεισδύει μέσα στην περσόνα του ήρωα. Δεν είναι όμως εκείνος που κλέβει τις εντυπώσεις, παρά ο Τάσος Νούσιας στο ρόλου του γιατρού Αστρώβ, φίλου του Βάνια και με οικολογική συνείδηση. Τόσο η ίδια η φωνή και η φυσιογνωμία του ηθοποιού, όσο και το μεράκι με το οποίο έχει δουλέψει τις σκηνές του όπως εκείνη του μεθυσιού, είναι απλά απόλαυση στη σκηνή. Παράλληλα, η ερωτευμένη με τον Αστρώβ Σόνια, δεν είναι άλλη από την Χαρά-Μάτα Γιαννάτου που από τον κωμικό ρόλο της στο περσινό «Μεγάλο Κρεβάτι» αυτή την φορά κλήθηκε να ερμηνεύσει έναν απόλυτα δραματικό ρόλο, και ανταποκρίθηκε για δεύτερη φορά με επιτυχία στις απαιτήσεις του έργου. Με τρόπο λιτό, χωρίς ακραία ξεσπάσματα, και ιδίως στην τελική σκηνή αποτυπώνει με μεγάλη ακρίβεια την προσωπικότητα αυτής της δυστυχισμένης νέας, που έκανε το μεγάλο έγκλημα, να ερωτευτεί τον λάθος άνθρωπο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επειδή, ωστόσο δίπλα στο δράμα, χρειάζεται και το ανάλαφρο διάλειμμα, ο Κώστας Κοράκης στο ρόλο του Τελέγκιν, του αφελή επιστάτη, και η Μάγδα Λέκκα, ως η στοργική γκουβερνάντα Μαρίνα, εμπλέκονται στις διαμάχες και στα ερωτικά παιχνίδια των πρωταγωνιστών και με καυστικό τρόπο, αναδεικνύουν την γελοιότητα αυτών. Οι ατάκες και οι προσβολές που εκτοξεύονται δίνουν ανάσα στο κοινό και ενδιαφέρον στην πλοκή και η υπέροχη ρωσική μουσική, συνοδευόμενη και από τον ανάλογο χορό (Νούσιας και κινητικά εξαιρετικός), ολοκληρώνουν μια πραγματικά καλή παράσταση.

Μόνο αρνητικό, παραδόξως, η υπερβολικά πιστή τήρηση του ύφους και της γραφής του Τσέχωφ, δίχως προσαρμογή σε πιο σύγχρονα δεδομένα, που προς τέλος, όταν το δραματικό στοιχείο κυριαρχεί, βαραίνει την ατμόσφαιρα έντονα και κουράζει τον αμάθητο θεατή. Από την άλλη όμως, ο επίλογος δίνεται και από την σκηνοθετική παρέμβαση του Κιμούλη και από την ερμηνευτική ικανότητα της Γιαννάτου έξοχα.

Ο «Θείος Βάνιας» λοιπόν,αποτελεί μια εξαιρετική απόδοση του έργου του μεγάλου λογοτέχνη.  Εξαιρετικός θίασος, πολύ καλή θεατρική σκηνή, Τσέχωφ λίγο πιο παραδοσιακά εκτελεσμένος, όμως δίχως πραγματικό ψεγάδι. Σίγουρα από τις παραστάσεις not to be missed της φετινής χρονιάς.