Κριτική: «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Γιώργου Λύρα

Η «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, σε μετάφραση Στρατή Πασχάλη και σκηνοθεσία Γιώργου Λύρα, ξεκίνησε περιοδεία σε ολόκληρη την Ελλάδα, με αφετηρία το Κατράκειο Θέατρο. Η Μαρία Κίτσου και ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος στους ρόλους της Ηλέκτρας και του Ορέστη αντίστοιχα, τον Γιώργο Κωνσταντίνου στον ρόλο του παιδαγωγού και μία ομάδα ηθοποιών στη διανομή, ενός σπουδαίου έργου τής αρχαίας τραγωδίας.

Η «Ηλέκτρα» είναι ένα διαχρονικό ερώτημα με επίκεντρο την ηθική και τη δικαιοσύνη, την ατομικότητα και τον εγωισμό, το πάθος και την εκδίκηση. Με έντονα τα στοιχεία της ψυχολογικής σύνθεσης των ηρώων και μονολόγους που λειτουργούν υποστασιακά στην ισορροπία θεών και ανθρώπων, ξεδιπλώνεται το ήθος και ο κόσμος μιας ολάκερης εποχής, συνθετικά στοιχεία τα οποία συνοδεύουν την ανθρώπινη ιστορία ως τις μέρες μας. Την αποκατάσταση της φυσικής τάξης των πραγμάτων, όπως έχει διασαλευθεί και ανατραπεί με τη δολοφονία του πατέρα τους, Αγαμέμνονα, θα επιδιώξουν τα δύο αδέλφια, Ηλέκτρα και Ορέστης, κινούμενα από τον χρησμό του Απόλλωνα. Η Ηλέκτρα ζει στο περιθώριο της πόλης και της ζωής, σε έναν ταπεινωτικό γάμο, που της επέβαλαν. Ο Ορέστης, επικηρυγμένος από το Παλάτι, αναζητά την εκδίκηση. Τίθεται σε εφαρμογή το σχέδιο.

Κι αν η λύτρωση είναι το ζητούμενο, σε μία παραδεδεγμένα ανήθικη πράξη, που έχει προηγηθεί, η μητροκτονία θα οδηγήσει τη συνείδηση και τον αθέατο κόσμο των ηρώων στην ολική σύγκρουση. Ο Ευριπίδης, επεξεργάζεται τις συνέπειες μίας ενέργειας, όχι από την οπτική τής αποτελεσματικής αντιπαραβολής με την αιτία που τη γέννησε, αλλά με όρους ψυχοσύνθεσης των προσώπων αυτής. Εισάγει την έννοια του παράλογου και επιτονίζει την αδυναμία εξισορρόπησης ανάμεσα στο ηθικό χρέος και τη συναισθηματική ωρίμανση των ηρώων. Η Κλυταιμνήστρα, μαζί με τον Αίγισθο, έχουν διαπράξει ένα βδελυρό κακούργημα: Σκότωσε τον άντρα της. Και τώρα, οι δυο φονιάδες, χαίρονται τα κέρδη που τους πρόσφερε το έγκλημα. Αυτοί ορίζουν το σπίτι του σκοτωμένου κι όλα τα αγαθά του. Τα παιδιά τού νεκρού, που ζουν σε μια κοινωνία όπου η αυτοδικία είναι υψηλό ηθικό χρέος, πρέπει, αν δε θέλουν να λογαριάζονται για τιποτένιοι άνθρωποι, να αρνηθούν κάθε χαρά της ζωής και κάθε άλλη ασχολία, ώσπου να διορθωθεί η αδικία και να ικανοποιηθεί με φόνους εκδίκησης ο σκοτωμένος. 

Πράγματι, το σχέδιο υλοποιείται. Ο Ορέστης σκοτώνει τη μητέρα του, και τον Αίγισθο, σύμφωνα με την προσταγή του δελφικού θεού, αλλά αμέσως παραφρονεί – τον καταδιώκουν οι Ερινύες. Η πράξη αυτή θα σημάνει και την φανέρωση των ορίων της ανθρώπινης ψυχής. Για να υπερβεί το σύμπλεγμα του συνειδησιακού αδιεξόδου, θα χρειαστεί θεϊκή επέμβαση στις «Ευμενίδες» με σκοπό να απαλλαγεί ο Ορέστης από τις Ερινύες. Σε αντίθεση με την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, στην οποία εκδοχή, δεν τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης της επιθυμίας για εκδίκηση, προβάλλοντας την ικανοποίηση της δικαιοσύνης και την εκπλήρωση ενός καθήκοντος, στην τραγωδία του Ευριπίδη παρουσιάζεται το ψυχικό βάθος της Ηλέκτρας. Αδίστακτη ενώπιον του φόνου του πατέρα της και ούσα ταπεινωμένη να ζει με έναν άνδρα του λαού, αναζωογονείται μέσα από το μίσος. Θα εργαλειοποιήσει τον Ορέστη· θα ανατρέψει τις αμφιβολίες και τους δισταγμούς· θα ολοκληρώσουν το σχέδιο. Στο τέλος αυτού, οι ήρωες σπαράσσονται από εσωτερικές αντιθέσεις και αδιέξοδα συναισθηματικής και ψυχικής οδύνης. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η μητέρα θα εμφανιστεί μετανιωμένη, δικαιολογώντας το δικό της χρέος για την εκδίκηση της Ιφιγένειας, αλλά και αμόλυντη καθώς εισέρχεται στον χώρο της δολοφονίας της. Στο περιθώριο της κοινωνικής ιεραρχίας πλάθει ο Ευριπίδης τον έντιμο άνθρωπο της τραγωδίας, που είναι απαλλαγμένος από ελαττώματα που βρίσκουμε σε κάθε πολυάνθρωπη κοινωνία. Υπονομεύει την «φυσική» τάξη πραγμάτων και υποδεικνύει την αρετή ως συνώνυμο όχι της οικονομικής και πολιτικής δυναμικής και επιφάνειας, αλλά της ανθρώπινης απλοϊκότητας ως σύνδεσμος τιμιότητας, μεγαλοψυχίας και ειλικρίνειας.

Ο Γιώργος Λύρας, σκηνοθετεί την παράσταση και της προσδίδει νέα οπτική. Σε δραματουργική συνεργασία με την Ειρήνη Μουντράκη και την αξιοποίηση της τεχνολογίας, διαμορφώνει τον χώρο ώστε να αντανακλά την φτωχική εικόνα στην οποία επιβιώνει η Ηλέκτρα. Ένας πετρώδης σκηνικός χώρος, που καθρεφτίζει την απόσταση ανάμεσα στο ένδοξο παρελθόν και τον υποσκελισμό του παρόντος. Ωστόσο, δεν είναι ο χώρος στον οποίο επενδύει ο σκηνοθέτης. Έχει επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στους χαρακτήρες. Μελετά την ψυχολογική αναδιάταξη των ηρώων και την έκφραση των μεταβολών. Προσδίδει υπεραξία στη σκηνική παρουσία και συνεργασία νέων και παλαιότερων γενεών ερμηνευτών και το αποτέλεσμα τον δικαιώνει. Σίγουρα, η σύνδεση τεχνολογίας, ηχητικών εφέ και χρωματικών εναλλαγών, εξυπηρετεί τους σύγχρονους ρυθμούς οπτικής του φιλοθεάμονος κοινού. Είναι αμφίβολο, ωστόσο, εάν εξυπηρετεί όχι το γράμμα, αλλά το πνεύμα της αρχαίας τραγωδίας. Η προσαρμογή στις απαιτήσεις του παρόντος καταλήγει να υπονομεύει την αξία και τη νοηματοδότηση του έργου, προσφεύγοντας στην τεχνητή ικανοποίηση των θεατών και όχι στην επιδίωξη της ψυχικής, συναισθηματικής και συνειδησιακής διάστασης και σύγκρουσης. 

Οι επιλογές των ηθοποιών διατήρησαν το επίπεδο του δράματος στο επίπεδο της ιστορικής του αναφοράς. Η Μαρία Κίτσου, υποδύεται την «Ηλέκτρα» και καθηλώνει. Ο ρόλος αυτός, με τις ψυχολογικές και εσωτερικές αντιφάσεις, την εκφραστική δεινότητα που επιβάλει και την απομάγευση του προσώπου σε όφελος της κωδικοποίησης της ηθικής ευθύνης, προσαρμόστηκε πλήρως στα χαρακτηριστικά της ηθοποιού. Η δυναμική της επί σκηνής, ο τρόπος αποκάλυψης των μύχιων σκέψεων και επιθυμιών, καθώς και η δυνατότητα εναλλαγής στάσεων και θέσεων, κέντρισε το ενδιαφέρον και δικαίωσε την επιλογή.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος υποδύεται τον «Ορέστη», σε έναν ρόλο, τα χαρακτηριστικά του οποίου επιβάλλουν την απόλυτη έκταση του δράματος ως προσωποποιημένη δοκιμή της ανθρώπινης ευθύνης. Ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος, με την ευγενική παρουσία επί σκηνής, δεν ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του ρόλου. Ο Ορέστης, όπως αναφέραμε, εργαλειοποιείται από την Ηλέκτρα. Σε αυτό το σημείο ο σκηνοθέτης όφειλε να αναδείξει την εσωτερική αντίφαση του ήρωα, τις συγκρούσεις που ο ίδιος βιώνει. Εν τέλει, εμφανίστηκε ο Ορέστης να υπηρετεί τα σχέδια της αδελφής του με μηχανικό τρόπο, δίχως πνοή και ζωντάνια στις αποφάσεις και τις ενέργειές του. Ομοίαζε περισσότερο με συμπληρωματική παρουσία στο έργο, παρά ως αυτόνομη προσωπικότητα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία δεν αναδεικνύονται.

Στον ρόλο του «γέροντα» ο Γιώργος Κωνσταντίνου, παρουσιάζεται σταθερός στην ποιότητα που προτάσσει ο χαρακτήρας τού ήρωα και μεστός στις κινήσεις και τις ενέργειές του. Προσθέτει γνώμονα εμπειρίας και χειρισμό δεξιοτεχνίας στον ρόλο.

Το σύνολο του έργου υπηρετήθηκε από την Ιωάννα Μαυρέα (Κλυταιμνήστρα), τους Ιάσονα Παπαματθαίου και Αντώνη Σταμόπουλο (στους ρόλους των Διόσκουρων, στον Χορό ​(αλφαβητικά): Φανή Αποστολίδου, Κορίνα Θεοδωρίδου, Πίνα Κούλογλου, Άννα Κωνσταντίνου, Γωγώ Παπαϊωάννου, Βάσια Χρήστου. Ακόμη, ο Γιώργος Δεπάστας (Γεωργός), Σπύρος Κυριαζόπουλος (Πυλάδης). Εξαιρετικές οι ενδυματολογικές επιλογές του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη, ενώ η κινησιολογία του Θανάση Ακοκκαλίδη κέντρισε το ενδιαφέρον με τις συνδέσεις και τις εκτάσεις της ψυχολογίας ηρώων και πράξεων, επί σκηνής. Τέλος, οι μουσικές επιλογές του Αντώνη Παπακωνσταντίνου διαμόρφωσαν τις ηχητικές αντικρίσεις του έργου, αντιστοιχώντας στις μεταβολές καθόλη τη διάρκεια της παράστασης.

Συνολικά, μία παράσταση η οποία οργανώνεται με επιμέλεια γύρω από τον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων και τα όρια της ανθρώπινης συνείδησης, δεν υπηρετήθηκε στον βαθμό που το έργο υποχρεώνει, σκηνοθέτη και συντελεστές, να το προσεγγίσουν δίχως να υπονομεύσουν τον πυρήνα της αρχαίας τραγωδίας και δη της σωματικής και ψυχικής έκφρασης των αντιθέσεων.

  • Το έργο σε μετάφραση Στρατή Πασχάλη κυκλοφορεί από την ΚΑΠΑ εκδοτική.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.