Κριτική: «Μια άλλη Θήβα» σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου / Άτολμη σκηνοθετική άποψη

«Μια άλλη Θήβα» το έργο τού Σέρχιο Μπλάνκο και ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μορφοποιεί τη συνάντηση του συγγραφέα με τον Μάρτιν (τον ρόλο υποδύεται ο Δημήτρης Καπουράνης), ο οποίος έχει καταδικαστεί και φυλακιστεί για πατροκτονία. Αυτού του είδους η συνάντηση λαμβάνει χώρα υπό τη σκέπη ενός θεατρικού έργου, το οποίο επιχειρεί να συγγράψει ο συγγραφέας ταυτόχρονα με την εμπειρία την οποία αποκομίζει κάθε φορά που συναντά τον κατάδικο.

Μολονότι οι Αρχές δεν επέτρεψαν εν τέλει τη συμμετοχή τού ίδιου του Μάρτιν ως πρωταγωνιστή στην παράσταση, ωστόσο ο συγγραφέας εξακολουθεί και τον επισκέπτεται ώστε να αποτυπώσει την αλήθεια τής δικής τους πλευράς των πραγμάτων και να της προσδώσει χαρακτήρα και διακριτικά γνωρίσματα στον ηθοποιό (Φεδερίκο) που κλήθηκε να τον υποδυθεί (τον ρόλο αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας, ταυτόχρονα, ο Δημήτρης Καπουράνης). 

Επομένως, διαμορφώνεται ένα παράλληλο επίπεδο πολλαπλών στόχων και σκοπών. Στο πρώτο εξ αυτών αναπτύσσεται τμηματικά η σχέση την οποία αναπτύσσουν ο συγγραφέας με τον κρατούμενο Μάρτιν και σε ένα δεύτερο επίπεδο η σχέση τού συγγραφέα με τον ηθοποιό Φεδερίκο. Ως εδώ η στοχοθεσία είναι εμφανής, αλλά καταλήγει να περιστρέφεται γύρω από πρόσωπα, δίχως να επενδύει στην ουσία τής μεταξύ τους αιτιακής σχέσης. Ας μην ξεχνάμε ότι ο συγγραφέας δεν βρίσκεται στη φυλακή παρά μόνο για να προσδώσει αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά στη σκηνική παρουσία ενός δράματος. Αντίθετα, καταλήγει να ξεδιπλώνει μία εξωτερική οπτική ανάγνωσης των πραγμάτων, στα οποία στιγμιαία αποκαλύπτονται κοινωνικές δυσλειτουργίες με κέντρο την οικογένεια, αλλά αμέσως μετά επανέρχεται στην προσωπική (του συγγραφέα) ερμηνεία μίας σχέσης προσώπων, ματαιώνοντας την αξιακή σχέση που τα ίδια τα γεγονότα προβάλουν στο προσκήνιο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Με άλλα λόγια, οι αναφορές στον Ντοστογιέφσκι, τον μύθο τού Οιδίποδα, τον Φρόιντ, μένουν αναπάντητες, καθώς ο συγγραφέας δεν κατόρθωσε να διεισδύσει τον ψυχισμό ενός εγκλήματος, παρά μόνο το αντιμετώπισε ως έγκλημα με ιστορικές αναφορές. Μολονότι προσθέτει ορισμένες πτυχές αυτού (βλ. την κακοποίηση, λεκτική και σωματική), μένει μονάχα στο επίπεδο των προβληματισμών και δεν εισχωρεί στην ανατομία τους, στη σχέση δηλαδή με τη συνείδηση και τον μεταβολισμό των συναισθημάτων τού ήρωα. Το «γιατί» τού αρχαίου δράματος, τής ψυχανάλυσης και τής λογοτεχνικής αποτύπωσης, μένει μετέωρο στις αντηχήσεις ενός κοινωνικού πεπραγμένου με ιδιοκτησιακές αντιστοιχίες. 

Ο συγγραφέας μοιάζει περισσότερο να επενδύει σε κινηματογραφική δομή αφήγησης, παρά στη θεατρική αναπαράσταση μίας συνεκτικής δράσης. Η εξέλιξη της πλοκής φανερώνεται καθυστερημένα. Από το προσκήνιο χάνουμε την κοινωνιολογική ανάλυση και προσέγγιση της πατροκτονίας και καταλήγουμε να την αντιμετωπίζουμε ως μία ακόμη δολοφονία, ως μία πράξη ανάμεσα σε άλλες τής ίδιας φύσης πραγμάτων. Ακόμη, ο χαρακτήρας τού συγγραφέα (τον ρόλο υποδύεται ο Θάνος Λέκκας) σχεδόν διδακτικός, ολισθαίνει σε μία αποστασιοποιημένη αντιμετώπιση της κατάστασης. Δεν μας μεταδίδει την ψυχοσύνθεση την οποία προσλαμβάνει από την επαφή με καταδικασμένο για δολοφονία σε κλειστό χώρο, ασφυκτικά περιορισμένο και ελεγχόμενο (όπως ο χώρος των φυλακών). Αντικειμενικά, δεν κατορθώνει να μεταδώσει στο κοινό την αίσθηση του χώρου (αν και σκηνοθετείται εντός ενός πλέγματος από σύρματα), ενώ ο χρόνος διαρκώς εφάπτεται στη σκηνική παρουσία των ηθοποιών, ακυρώνοντας την κορύφωση της επαφής και της γνωριμίας των χαρακτήρων.      

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σκηνοθετικά «στήνει» την παράσταση σε απόπειρα αντιστοιχίας με την πραγματολογική αντιστοιχία των γεγονότων, ωστόσο δείχνει να περιορίζεται στο ρόλο τού διδακτικού μεσολαβητή ανάμεσα στον θεατρικό συγγραφέα και τον πατροκτόνο. Η αφηγηματική υπόσταση του Μπλάνκο καταλήγει σε αρκετές των περιπτώσεων ανούσια, υπονομεύοντας τον κυρίαρχο ρόλο του ως σκηνικού πλάστη ενός δραματικού γεγονότος. Από την πλευρά του, ο Θάνος Λέκκας, στο ρόλο τού συγγραφέα, ερμηνεύει σχεδόν παθητικά, ομοιάζοντας περισσότερο με απομονωμένο επιστήμονα παρά σε ενεργητικά συμμέτοχο μίας θεατρικής παραγωγής. Θα τολμούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο σκηνοθέτης ανέγνωσε τον συγκεκριμένο ρόλο υπεροπτικά, ίσως εγωιστικά, από μία κοινωνική απόσταση, γι’ αυτό και δεν κατόρθωσε να συλλάβει την ψυχική οδύνη τού δράματος και του προσώπου που εμπλέκεται σε αυτήν.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από την άλλη πλευρά, η μοναδικής αισθητικής, παρουσία του Δημήτρη Καπουράνη, στους διπλούς και ταυτόχρονους ρόλους τού Μαρτίν και τού Φεδερίκο, αναπτύσσει όλα τα στοιχεία τής παράστασης. Ο τρόπος με τον οποίο πραγματεύεται δύο ζωές, εκ διαμέτρου αντίθετες, και η σύνδεσή τους μέσα από τις αλλεπάλληλες στιγμές εναλλαγών, εξαναγκάζει τον θεατή να ταυτιστεί με τις τύχες και των δύο, δίχως να διακρίνει πρόσωπα και καταστάσεις. Αν και το συγγραφικό και σκηνοθετικό αποτέλεσμα δεν ευνοεί στην ψυχογραφική ανάλυση και εμβάθυνση, καθώς τον παρουσιάζει ανώριμο τόσο πνευματικά, όσο και συναισθηματικά, ωστόσο ο Δημήτρης Καπουράνης έχει το χάρισμα να μετατοπίζει το ενδιαφέρον από την επιφάνεια στην εσωτερική διάσταση των γεγονότων. Κινείται στη σκηνή με μαεστρία και αλλάζει διάθεση και τρόπους έκφρασης με αμεσότητα και δηκτικότητα.

Συνολικά επρόκειτο για μία θεματική εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, με τον κεντρικό ήρωα (σε δύο χαρακτήρες) να ισορροπεί επιδέξια στις απαιτήσεις εκάστοτε ρόλου, αλλά με συγγραφική θεώρηση επιφανειακή και σκηνοθετική άποψη εξίσου άτολμη. Εν τέλει, δεν αναγνωρίζουμε πουθενά στο έργο την «άλλη Θήβα», διότι σε κανένα σημείο του δεν γνωρίσαμε, ούτε διαπιστώσαμε, την πρώτη αναφορά της.  

Info: Παραστάσεις από 09/11 έως 08/01 Τετάρτη 20:00, Πέμπτη 20:30, Σάββατο 21:15 & Κυριακή 18:30 & από 11/1 έως 15/01 Τετάρτη 20:00, Πέμπτη 20:30., Παρασκευή 21:00, Σάββατο 21:15, Κυριακή 18:30 στο Θέατρο του Νέου Κόσμου / Εισιτήρια στη viva.gr

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.